Πάρε ανάσα
Δημήτρης Σίμος
εκδόσεις Μεταίχμιο
η πρώτη δημοσίευση στο Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Το υγρό και σκοτεινό τοπίο μιας γραφής • Fractal (fractalart.gr)
Το υγρό και σκοτεινό τοπίο μιας γραφής
Πιστός για μια ακόμη φορά
στην υπηρεσία της καλής αστυνομικής λογοτεχνίας (σε πείσμα όσων δυσπιστούν για
τη λογοτεχνική αξία του είδους στα χέρια ικανών δημιουργών), ο Δημήτρης Σίμος
επιχειρεί για δεύτερη φορά να κάνει ένα διάλειμμα από τον αστυνόμο Καπετάνο
(καθιερωμένο πλέον ως λογοτεχνική περσόνα μέσα από την επιτυχημένη του σειρά
«Σκοτεινά νερά») για να καταδυθεί στο ακόμη πιο σκοτεινό τοπίο ενός θρίλερ. Η
πρώτη του απόπειρα έδωσε το εξαιρετικής ατμόσφαιρας Σώσε με (Μεταίχμιο, 2020), και τώρα επανέρχεται με το Πάρε ανάσα, πάλι από τις ίδιες εκδόσεις.
Χωρίς να χάσει τη βασική του
επιλογή, που τον έχει καταστήσει αναγνωρίσιμο στο πεδίο της αστυνομικής
λογοτεχνίας, δηλαδή την παρείσφρηση του
κοινωνικού σχολίου στην πλοκή, χτίζει εδώ μια ιστορία, ξανά με ιδιαίτερη ατμόσφαιρα.
Ένα υγρό τοπίο, αγαπημένο σκηνικό μοτίβο για τον Σίμο, προσφέρει για μια ακόμη
φορά το θολό στοιχείο, σαν μια φωτογραφία που δεν εστίασε καλά, κι έτσι δεν
μπορείς να διακρίνεις καθαρά τι έχει αποτυπώσει. Το ίδιο συμβαίνει και με τα
πρόσωπα της νέας του ιστορίας. Δημιουργούν γύρω τους μια υποψία ενοχής, την
ίδια στιγμή που θυματοποιούνται, μια εύστοχη εναλλαγή που κεντρίζει το
αναγνωστικό ενδιαφέρον και καθιστά τον αναγνώστη εν δυνάμει
«συμμέτοχο»-ερευνητή. Δεινός στο χτίσιμο της πλοκής ο Σίμος θα δίνει κάθε τόσο
ένα στοιχείο που ταυτόχρονα θα περιπλέκει την εξιχνίαση της αλήθειας όσο και θα
τη φωτίζει· εξαρτάται από ποια πλευρά την κοιτάζεις, αλλά και πόσο καλά μπορείς
να αξιοποιείς την εισχώρηση του παρελθόντος (ανεξιχνίαστο κι αυτό στα σημεία
του) στο παρόν της ιστορίας.
Η ηρωίδα του, η Σίλβια
Κώτσου, δύτρια στις μυδοκαλλιέργειες στο Δέλτα του Αξιού, προσπαθώντας να
ξεφύγει από ένα τραυματικό παρελθόν (θύματα ανεξιχνίαστης δολοφονικής ενέργειας
ο πατέρας της και ο άντρας της, με τη μητέρα της να επιζεί αλλά με μειωμένη την εγκεφαλική της
λειτουργία) θα βρεθεί πάλι μπλεγμένη στα πλοκάμια του, με μια σειρά από
δολοφονίες που θα την εμπλέξουν κατά ένα παράδοξο τρόπο, καθιστώντας την
ταυτόχρονα ύποπτη αλλά και πιθανό
υποψήφιο θύμα. Ο Σίμος μοιάζει να θέτει ένα ερώτημα: μπορεί κανείς να
συμφιλιωθεί με τον παρόν «ξαναζώντας» σκηνές του παρελθόντος, τραυματικά
δεμένες πάνω του; Η Σίλβια, αξιοποιώντας με τον δικό της τρόπο μια ιδέα
ιδιότυπης ψυχοθεραπείας που εφάρμοζε η μητέρα της, δημιουργεί θεατρικά σκηνικά
μιας αναβίωσης του παρελθόντος με τη βοήθεια ναρκωτικών ουσιών, και την
προσφέρει στους πελάτες της, τους επονομαζόμενους «νυχτοβάτες». Μόνο που κάποια
στιγμή η κατάσταση θα ξεφύγει. Και τότε όλα θα ανατραπούν, οι βεβαιότητες θα
καταρρεύσουν, και το τέλος της ιστορίας, αναπάντεχο και σοκαριστικό, θα
οδηγήσει στην αλήθεια.
Αν το Σώσε με είχε σαν βασικό του ατού τη δημιουργία του ατμοσφαιρικού
σκηνικού (που, για να πούμε την αλήθεια, δεν αποδόθηκε όσο έπρεπε στην
τηλεοπτική μεταφορά, αδικώντας έτσι το βιβλίο), το Πάρε ανάσα σε κερδίζει με τις αιφνιδιαστικές ανατροπές και τη
σταδιακή αποκάλυψη, στο κλασικό μοτίβο δέση-λύση, και, κυρίως, με τις
ψυχολογικές προεκτάσεις, δείχνοντας πως ο ικανότατος Δημήτρης Σίμος διαρκώς μας
ξαφνιάζει με τις επινοήσεις του και την ενασχόληση του με όλο και διαφορετικά
πεδία. Έχουμε επιθυμήσει τον αστυνόμο Καπετάνο και περιμένουμε την καινούργια
του ιστορία, αλλά ο συγγραφέας του έχει πολλά να δείξει και στο πεδίο του ψυχολογικού
θρίλερ, εμπλουτίζοντας έτσι την αστυνομική λογοτεχνία.
Διώνη Δημητριάδου
Απόσπασμα
Εξάλλου εγώ δεν σκάμπαζα από ψυχολογικές επιστήμες.
Σκηνογράφος ήμουν. Πολλές φορές σκεφτόμουν πως η μαμά ζει τη δική της ύπνωση
στη Γαλήνη και όταν ξυπνήσει το παρόν θα έχει αλλάξει ακόμα και για εκείνη. Ονειρευόμουν
πως έχει καταφέρει να υπνωτίσει τον εαυτό της για να βρεθεί στο σπίτι στο
Λαγονήσι δίπλα στην πισίνα και έχει καταφέρει να σκοτώσει τον δολοφόνο πριν
αρχίσει να πυροβολεί. Ευχόμουν πως μετά
θα ξυπνούσε και θα είχε καταφέρει με τη μαγική της μέθοδο όλα να είναι
διαφορετικά. Ίσως κατάφερνε να με μεταφέρει στον κόσμο όπου θα αλλάξω το
παρελθόν, και έτσι, όταν ξυπνήσω με τη σειρά μου, το παρόν δεν θα μου φέρνει
πόνο. Θα ζω στη Χαλάστρα, θα περπατώ στο ποτάμι και όλοι θα είναι ζωντανοί. Δεν
θα είμαι εδώ αναγκαστικά, αλλά από επιλογή. Ο πατέρας μου θα ζει, η μάνα μου θα
τρώει κανονικά και όχι με σωληνάκια, ο άντρας μου θα έχει καταφέρει να με ερωτευτεί ξανά. (σ. 202).