Στο ιστολόγιο αγαπάμε τις ντοπιολαλιές και τακτικά δημοσιεύουμε άρθρα με λέξεις από διάφορες περιοχές της χώρας (ο πλήρης κατάλογος στο τέλος). Από τη Μυτιλήνη, ή τέλος πάντων από τη Λέσβο, έχουμε ήδη δημοσιεύσει ένα άρθρο του Γιάννη Μαλλιαρού πριν από έξι χρόνια. Ο Γιάννης επανέρχεται σήμερα, με ένα δεύτερο πλουμαρίτκου άρθρο.
Έχει και τη δική του εισαγωγή, οπότε δεν έχω τίποτε άλλο να προσθέσω εγώ. Όπου έχω κάτι να σχολιάσω, το βάζω σε [αγκύλες]
Τέλος, ανανεώνω την προτροπή προς φίλους του ιστολογίου να στείλουν άρθρα με το λεξιλόγιο της ιδιαίτερης πατρίδας τους.
Αρκετές φορές ο Νίκος έχει παρουσιάσει λέξεις από κάποια περιοχή της Ελλάδας (θα το λέει και στην εισαγωγή, ενώ μάλλον στο τέλος θα έχει και τα σχετικά λίνκια). Συνήθως λέει πως λείπουν από διάφορα μέρη (θυμάμαι σίγουρα τα Χιώτικα) και πως το αναφέρει αυτό ρίχνοντας άδεια να πιάσει γεμάτα (αλλά τόσες και τόσες φορές τόγραψε αλλά κανένας Χιώτης δεν είδα να τσιμπάει – κι είναι πάνω από ένας σχολιαστές εδώ).
Πριν κάμποσα χρόνια είχα γράψει κάποιες λέξεις κι εγώ και τον Ιούνη τσίμπησα εγώ και τον ρώτησα αν θέλει ένα δεύτερο μέρος. Συμφώνησε και νάτο.
Πλωμαρίτικα τα λέω, αν και, εγώ απ’ την Πλαγιά είμαι, δηλαδή 4 χιλιόμετρα μακριά απ’ το Πλωμάρι. Έχει διαφορά; Κάποια ναι, σίγουρα όμως μικρή. Αν τα πω Πλαγιώτικα πόσοι είν’ αυτοί που ξέρουν την Πλαγιά, χώρια που το όνομα υπάρχει σε πολλές περιοχές τη χώρας. Πάντως, Μυτιληνιά (ή Λεσβιακά ) δεν είναι, κάθε χωριό έχει διαφορές.
Πριν ξεκινήσω με αυτές καθαυτές τις λέξεις θάθελα να πω μερικά πράγματα για τον υποκορισμό που κάνουμε. Είναι γνωστό πως κάθε περιοχή έχει το δικό της τρόπο να μιλάει για κάτι μικρό (είτε λόγω μεγέθους είτε λόγω τρυφερότητας). Γενικά έχει επικρατήσει στην κοινή νεοελληνική ο κρητικός τρόπος με την κατάληξη -άκι. Κι είναι γνωστό πως στα Μυτιληνιά χρησιμοποιείται το -έλ(ι). Το πιο διαδεδομένο είναι το μουρό – μουρέλ (το τι ακριβώς σημαίνει θα το δούμε παρακάτω) όμως δεν είναι ο μόνος. Π.χ. έχουμε μάνα – μανούδ (όχι η μητέρα) που μου θυμίζει το Βορειοεβρίτικο -ούδι.
Στα παραδείγματα αυτά τα πράγματα είναι απλά αφού είναι σε ζευγάρια: το μεγάλο, με κατάληξη το μικρό. Αλλά υπάρχουν και πιο ειδικές περιπτώσεις. Π.χ. καρέγλα – καριγλί – καριγλέλ. Το καριγλί είναι ας πούμε αυτό που σήμερα λέγεται σκαμπό. Κι αν αυτό είναι σε μικρό ύψος, το σκαμπουδάκι ας πούμε, γίνεται καριγλέλ.
Μπλέξαμε; Έχει και χειρότερα: ακκλησά – ακκλησιουδ – ακκλησέλ – ακκλησδέλ. Τρία στάδια που μικραίνει η εκκλησία. Αλλά τι διαφορά έχει τ’ ακκλησέλ με τ’ ακκλησιουδ; Δεν μπορώ να το πω, επαφίεται στη διάθεση του λέγοντος. Ή βρυς – βρυσούδ – βρυσέλ – βρυσδέλ
Πάμε και σε λέξεις. Να θυμίσω αυτό που έγραφα την προηγούμενη φορά: πως είχα βοηθήσει στην έκδοση ενός βιβλίου που εκδόθηκε λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 2017, συγγραφέας ο Δρ. Αριστείδης Στεργιέλλης, τίτλος του «Το γλωσσικό ιδίωμα του Πλωμαρίου» και υπότιτλο «Μελέτη – συλλογή υλικού – αναδρομικό λεξιλόγιο» έκδοση του Συνδέσμου Πλωμαριτών Αττικής «Βενιαμίν Λέσβιος». Μιας και το δούλευα ηλεκτρονικά, έχω το επεξεργάσιμο αρχείο του κι έτσι σε κάποιες λέξεις που υπάρχουν κι εκεί δίνω την εκδοχή του κυρίου Στεργιέλλη, αλλά συνήθως προσθέτω και πώς το ξέρω εγώ.
Να σημειώσω πως ο κύριος Στεργιέλλης προσπάθησε να αποδώσει την προφορά των φθόγγων με έντονα ή με μικρότερα κλπ γράμματα. Αυτό το θεωρώ μάταιο, υπάρχουν τόσες παραλλαγές των φθόγγων που μόνο μικρή ιδέα μπορεί να πάρει κάποιος (και οπωσδήποτε δεν θα πιάσει την προφορά απ’ αυτά).
Η σειρά είναι αλφαβητική μεν, αλλά με υποκατηγορίες! Για κάποιες έχει γίνει σχολιασμός σε προηγούμενα άρθρα.
αβγουλουγώ (αόρ. αβγουλόγσα) = ψάχνω κατάλληλα (βάζοντας της το δάχτυλο) την όρνιθα για (αν έχει) αβγό
αβλαντώ = επιτυγχάνω στη σκόπευση [Στο ΙΛΝΕ, λήμμα «αβλαντίζω», από τον αόριστο avlandim του τουρκ. ρήματος avlamak]
άγια Λεν = ουράνιο τόξο (κι όταν το βλέπαμε στον ουρανό λέγαμε «ίβγι γι’ άγια Λεν, ξδέλ τσι λαδέλ» τα χρώματά της μοιάζουν με χτυπημένο λαδόξιδο).
αγκγών, το = αντιγώνι, μικρό κατάλυμα, γωνίτσα (γενικά η γωνιά)
αγναγκίζου (αόρ. αγνάκσα) = αντιλαμβάνομαι, εξηγώ (αγναγκίζου επεξηγώ αναλυτικά, αγνάκσα, το κατάλαβα)
απουγεύ(γ)ουμι (αόρ. απουγεύκα) = δοκιμάζω φαγητό ή γλυκό και όχι μόνο. Μεταφορικά δοκιμή απ’ οτιδήποτε (π.χ. αν συνέβη σεξουαλική επαφή).
βαθρακός, ο (πληθ. βαθρατσοί) = βάτραχος
γδι, το = εκτός από γουδί, (μτφ.) μυαλό με στραβές ιδέες, το κεφάλι (βλ. μανή)
κάμα, το = καύμα, καύσωνας και καματώνουμι ζεσταίνομαι
κουγτού, κουγτουλούκ = υπήνεμο μέρος (και κουϊτού)
κλυφ, το = κελύφιο, μαξιλαροθήκη
καστανιά, η = μεταλλικό σκεύος μεταφοράς φαγητού στην εξοχή, ο πρόγονος των τάπερ
καστάγουνου. το = σαγόνι
κατ, το = δίπλα νήματος ή υφάσματος (του σιντόν τόκανα τρία κάτια ή βάλι κ κουσκί σ δυο κάτια σι φτο του πανί) [το κάτι, τουρκικής προέλευσης, έχουμε άρθρο]
κατσιρντώ (αόρ. κατσίρξα,) = αφήνω κατά λάθος, μου φεύγει
κατρατσλώ = κατρακυλώ και κατρατσύλα, η = επικίνδυνος κατήφορος, πορεία στο χειρότερο αλλά
κατρατσύλ = επιφόρτωση υποζυγίου κατασάμαρα, αφού φορτωθεί το ζώο απ’ τις δυο μεριές βάζω κάτι από πάνω. Μεταφορικά το επιπλέον (έφαγα, ίβαλα τσι κατρατσύλ).
κνω (αόρ. κούνσα) = κινώ, κουνώ∙ πβ. τσνω (γω του κνω τσι τσίνου κλαι/ του διαβόλ του μπασταρδέλ, γνωστό ταχτάρισμα)
κολντιμέρ, το = χοντρό σίδερο ασφάλειας πίσω από την εξώπορτα [αλλού κολντεμίρι, από τα τουρκικά kol demirι, σιδερένιο μπράτσο ας πούμε. «Στην πόρτα σου, μανίτσα μου, μη βάλεις κολντεμίρι»]
κουγιούν, το = μεταλλικός βόλος (μπίλια) συνήθως από ρουλεμάν
κουκούμ = προφυλαγμένο μέρος με ζεστασιά, πολύ ζεστό μέρος
κουλαγλαγκίζου (αόρ. κουλαγλάξα) = καθοδηγώ, κατευθύνω
μάνα, η = πέρα απ’ τη μητέρα, η πηγή του νερού.
μανή, η = γιαγιά (Σε κάποιον ενοχλητικό που θέλουμε να ξεφορτωθούμε: «είπι τσι η μανή μ / μη ζαλίγζς του γδι μ» – το γδι μπαίνει στη θέση άλλης τριγράμματης λέξης όταν θέλουμε να μην σοκαριστούν οι ακούοντες ).
μουρό, το = το παιδί (κάθε ηλικίας). Π.χ. όταν φίλος μου με ρωτάει για τα παιδιά μου συνήθως λέει «κι κάνουν τα μουρά;» Ή μια γειτόνισσα ρώταγε τη μάνα μου για μένα «κι χαμπάρ’ απ’ του μουρέλ ς». Ακόμα και στην περίπτωση που αλλού λέμε σε κάποιον «ρε παιδάκι μου» στα μέρη μας λέμε «ρε μουρέλι μ» ή «ρε μουρό μ»
μυρμηδώ (αόρ. μυρμήδξα) = μουδιάζω από ξινό αλλά και κάτι τρέμει και κουνιέται π.χ. «του νιρό μυρμηδά» πάει να πει αρχίζει να κάνει τις πρώτες μικρές φουσκάλες στον πάτο κι ετοιμάζεται για να βράσει ή για κάτι ανατριχιαστικό «του πιτσίμ μυρμήδξι» (αγνοώ την επιλογή της ορθογραφίας).
μυρτζίδ, το = μανουσάκι, νάρκισσος
Περιττώματα ζώων (ανθρώπων και πουλιών κατά τα γνωστά)
βιρβιλιά, η = περίττωμα, κυρίως αιγοπροβάτων (κυρίως; μόνο θάλεγα γω)
καβαλίνα, η = περίττωμα από γαϊδουρομούλαρα (μεγάλα ή χοντρά ζώα)
κουρατζίνα, η = περίττωμα μεγάλου ζώου, καβαλίνα (ο κύριος Στεργέλλης θεωρεί την καβαλίνα γνωστή, εγώ όχι)
πίτα, η = λαγάνα
πλασταρίδ, το = κομμάτι σανίδας με χέρι, όπου κοβόταν σε κιμά κρέας ή χταπόδι
πουρπέτα, η = είδος πατατοκεφτέ∙ πβ. πταρ
πράμα, το = (ελαιό)κτήμα
προυμθεύγου (αόρ. προυμήθιψα) = συμβουλεύω
πσκιά, η = πιστιά, (δερμάτινος) ιμάντας που συγκρατεί το σαμάρι από τα καπούλια του ζώου
πταρ, το = κάθε κεφτές∙ πβ. πουρπέτα (κάθε; ε, όχι και κάθε. Εκτός απ’ τους κεφτέδες με κρέας, άλλο είδος κεφτέδες δεν είχαμε).
Ρουχισμός
τρικό, το = το εσωτερικό αμάνικο φανελάκι
κασκορσέ, το = το βαμβακερό εσώρουχο του άνω μέρους του σώματος (έχει γίνει συζήτηση για τρικά και κασκορσέδες – στον πληθυντικό γίνεται πάντα αρσενικό, στον ενικό σπάνια)
φανέλα. η = η μάλλινη μπλούζα (εξωτερική ή εσωτερική, αδιακρίτως)
σέλα, η = πέρα απ’ τη γνωστή για τα άλογα (που δεν ταιριάζει σ’ άλλα ζώα και μια παροιμία για παράταιρα πράγματα λέει «σα ντου γάδαρου μ κ σέλα») το τετράγωνο πανί που έμπαινε για ένωση ανάμεσα στα καλαμουβράτσα, τα γύρω απ’ τα πόδια στις βράκες.
τζίνια, η (τζνιάζου) = μεταφορά μικρού στην πλάτη (όχι μόνο μικρού)
τσιρτσιβές, ο (τουρκ.) = εσωτερικό τζαμωτό παραθύρου
τσνω (παρατ. τσίνουμ, αόρ. τσίνσα) = ξεκινώ∙ αλλά τσίνσι μι = μ’ έπιασε διάρροια
Ευχαριστώ πολύ τον Γιάννη και για αυτή την πολύ καλή συνεργασία.
Κλείνω το άρθρο με μιαν αναφορά όλων των προηγούμενων άρθρων του ιστολογίου με ανάλογο περιεχόμενο, δηλ. με λέξεις από έναν τόπο -λεξιλογικές περιηγήσεις που είπα στην αρχή. Σε χρονολογική σειρά, λοιπόν:
Παλιές λιμνιώτικες λέξεις και φράσεις, 3/2012
Λέξεις που (δεν) χάνονται από την Αμοργό (συνεργασία του Αρκεσινέα), 4/2012
Λέξεις από το Ρουμλούκι, 5/2012
Από τον αγκίνιο στο κούσουλο, και άλλες αμοργιανές λέξεις (συνεργασία του Αρκεσινέα), 5/2012
Αμοργιανές λέξεις, μέρος δεύτερο (συνεργασία του Αρκεσινέα), 3/2013
Λέξεις τουρκικής προέλευσης στο κρητικό ιδίωμα (το βιβλίο του Βασίλη Ορφανού), 11/2014
Είκοσι λεσβιακές λέξεις -που όμως ακούγονται κι αλλού, 1/2015
Τα παράξενα κρητικά επιρρήματα, 2/2015
Η θερμιώτικη ντοπιολαλιά (μια συνεργασία του Δημήτρη Μαρτίνου), 7/2017
Η σιφνέικη ντοπιολαλιά (συνεργασία από το Κουτρούφι), 8/2017
30 λέξεις που τις λένε στο Ξηρόμερο (μια συνεργασία του Αλέξη), 10/2017
Πλωμαρίτικα (μια συνεργασία του Γιάννη Μαλλιαρού), 10/2017
Λέξεις της Νικαριάς (μια συνεργασία του Ροβιθέ), 10/2017
40 λέξεις από τη Ρόδο (συνεργασία του Αλέξανδρου Κατσαρά), 10/2017
Λέξεις από το ιδίωμα των Κυθήρων (και το βιβλίο της Γεωργίας Κατσούδα), 11/2017
21 πατινιώτικες λέξεις (μια συνεργασία του Raf), 5/2018
Λέξεις του Τυρνάβου από το Μαράν Αθά του Θωμά Ψύρρα, 9/2018
Το παλαιοαθηναϊκό ιδίωμα (μια συνεργασία του Νίκου Παντελίδη), 2/2019
20 λέξεις της Κυπριακής, 07/2019
Το γλωσσικό ιδίωμα της Αίγινας (συνεργασία του Νίκου Παντελίδη), 12/2019
Δυο ή τρία πράγματα που ξέρω γι’ αυτήν… (συνεργασία του Γιάννη Ρέντζου για τα βόρεια ιδιώματα), 10/2020
Γαλαξιδιώτικες λέξεις και μια ιστορία (μια συνεργασία του gpointofview), 1/2021
Η Λευκάδα και το Εικοσιένα μέσα από τις λέξεις (μια συνεργασία του Βασίλη Φίλιππα), 4/2021
Λοζετσινές λέξεις (μια συνεργασία του Λοζετσινού), 10/2021
Λέξεις από τον Κάλαμο, 11/2022
Λέξεις του κερκυραϊκού ιδιώματος από τον Ιω. Καρτάνο (Μια συνεργασία του Spiridione), 11/2022
45 λέξεις από τη Γορτυνία (μια συνεργασία του Λάμπα), 11/2022
Μανιάτικες λέξεις (μια συνεργασία του Δημήτρη Ραπτάκη), 12/2022
Άλλες 40 λέξεις από τη Γορτυνία (μια ακόμα συνεργασία του Λάμπα), 6/2023
Τριάντα κορφιάτικες λέξεις σχετικά με το ψάρεμα (μια συνεργασία του Κώστα Χ.), 6/2023
Ο καταλογος περιλαμβάνει αφενός άρθρα που έχω γράψει εγώ, συνήθως αντλώντας υλικό από κάποιο βιβλίο, και αφετέρου δικές σας συνεργασίες, που οι περισσότερες ήταν δική σας πρωτοβουλία, αν και κάποιες αποτέλεσαν απάντηση σε κάποιο άρθρο του ιστολογίου ή βιβλίο δικό μου.
Βλέπουμε ότι τα νησιά υπεραντιπροσωπεύονται στον κατάλογο, αν και κάθε άλλο παρά τα έχουμε εξαντλήσει -δεν έχουμε τίποτε από Κεφαλονιά, ας πούμε, ούτε από Χίο (ρίχνω άδεια για να πιάσω γεμάτα) ενώ βέβαια απουσιάζουν και πολλές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας, οι Σέρρες ας πούμε ή η Θράκη. Η Κρήτη και η Κύπρος, επίσης, δεν εξαντλούνται με τα άρθρα που έχουν ήδη δημοσιευτεί.
Πολύ θα χαρώ, αν ο κατάλογος σάς παρακινήσει να γράψετε κι εσείς για τη ντοπιολαλιά της ιδιαίτερης πατρίδας σας!