cf84cebf cebbceb5cf8dcebacf89cebcceb1 cf84ceb7cf82 ceb5cf85cf81cf85ceb4ceafcebaceb7cf82

Το 1939, η νεαρή Ευρυδίκη, γεννημένη στο Μπατούμ του Καυκάσου, ζει στην Αθήνα. Χάρη στον νονό της, τον δημοσιογράφο και μεταφραστή Λουκά Καστανάκη, αδελφό του συγγραφέα Θράσου Καστανάκη, συμμετέχει σε συγκεντρώσεις λογοτεχνών και καλλιτεχνών, και έχει την έμπνευση να ζητήσει από τους πνευματικούς ανθρώπους που γνωρίζει να γράψουν κάτι στο λεύκωμά της.

Ανάμεσα στο 1939 και στο 1945, συνολικά 32 λογοτέχνες και καλλιτέχνες έγραψαν στο λεύκωμα της Ευρυδίκης. Πρώτος ήταν ο ηθοποιός Βίκτωρ Ζήνων, που τον έχουμε γνωρίσει στο ιστολόγιο από τη φιλία και την αλληλογραφία του με τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,ενώ ακολούθησαν πολλοί γνωστοί πνευματικοί άνθρωποι όπως ο Νίκος Καββαδίας, ο Κώστας Βάρναλης, ο Κάρολος Κουν, ο Μυριβήλης, ο Βενέζης, ο Καραγάτσης, ο Φώτης Κόντογλου, η Γαλάτεια Καζαντζάκη, ο Μενέλαος Λουντέμης, η Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, η Δώρα Μοάτσου-Βάρναλη, ο Γιώργος Κοτζιούλας, ο Μάρκος Αυγέρης κτλ. Τελευταίος έγραψε ο δημοσιογράφος του Ριζοσπάστη Δημήτρης Καραντώνης, τον Ιούνιο του 1945. Δυο μήνες αργότερα, παντρεύτηκε την Ευρυδίκη.

evridΚάποιοι από τους παραπάνω έγραψαν δυο λόγια μόνο στο λεύκωμα, άλλοι εκτενέστερα. Κάποιοι αφιέρωσαν ποιήματα στην Ευρυδίκη, γραμμένα ειδικά για την περίσταση. Ο μόνος που έγραψε κάτι χωρίς να έχει γνωρίσει την νεαρή κοπέλα ήταν ο Γιώργος Κοτζιούλας, που του πήγε το λεύκωμα ο Λουκάς Καστανάκης. Οι άλλοι έγραψαν παρουσία της, οι πιο πολλοί στο σπίτι των Καστανάκηδων.

Το λεύκωμα αυτό της Ευρυδίκης, ένα πολύτιμο ντοκουμέντο με αυτόγραφα σημαντικών δημιουργών, κυκλοφόρησε σε βιβλίο το 1988 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη, με φωτογραφίες των σελίδων του και με μεταγραφή των εγγραφών και με πρόλογο του Γιώργου Καραντώνη, του γιου της Ευρυδίκης Καραντώνη. Το σκίτσο που κοσμεί την έκδοση, πορτρέτο της νεαρής Ευρυδίκης, το φιλοτέχνησε ο μεγάλος Μυτιληνιός σκιτσογράφος Αντώνης Πρωτοπάτσης.

Το Λεύκωμα εκδόθηκε ξανά το 2019 από τις εκδόσεις Βακχικόν σε έκδοση επαυξημένη με αναμνήσεις της Ευρυδίκης Καραντώνη (η οποία έφυγε από τη ζωή το 2005). Δυστυχώς, αυτή τη νεότερη έκδοση δεν μπόρεσα να τη βρω -οι εκδόσεις Βακχικόν μου είπαν ότι δεν έχουν αντίτυπα, κάτι που είναι κάπως περίεργο για τόσο καινούργια έκδοση, κι έτσι θα βασιστώ στην παλαιότερη, που τη βρήκα σε παλαιοβιβλιοπωλείο. Λυπάμαι γιατί το πρόσθετο υλικό, οι αναμνήσεις δηλαδή της Ευρυδίκης, θα φώτιζαν πτυχές της ιστορίας. Πάντως, εδώ βλέπουμε τον Γιώργο Καραντώνη σε τηλεοπτική εκπομπή να παρουσιάζει αυτή τη νεότερη έκδοση που δεν μπόρεσα να βρω, ενώ στο άρθρο αυτό του Γ. Καραντώνη μπορείτε να δείτε και φωτογραφία της Ευρυδίκης -και μαζί να διαβάσετε ότι ο πατέρας του, ο Δημήτρης Καραντώνης, δολοφονήθηκε τον Νοέμβριο του 1947 σε ενέδρα της Χωροφυλακής.

Ο Γιώργος Καραντώνης έχει κάνει κάποιες δημοσιεύσεις σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά σχετικά με το υλικό του λευκώματος. Στον πρόλογό του μάς λέει ότι ο Νίκος Καββαδίας έγραψε το ποίημα που αργότερα πήρε τον τίτλο Πούσι μέσα στο σπίτι των Καστανάκηδων, ύστερα από πολλές πιέσεις του Λουκά Καστανάκη, ειδικά για να το γράψει στο λεύκωμα, τον Φεβρουάριο του 1940:

marpousi

O Kαββαδίας τιτλοφόρησε ΜΑΡ[Α]ΜΠΟΥ 1940 το ποίημα και έβαλε την ειρωνική ημερομηνία 31 Φεβρουαρίου 1940. Το 1947 το συμπεριέλαβε ως πρώτο στη συλλογή του Πούσι, με τίτλο, πλέον, «Πούσι», και αφιερωμένο στην Ελένη Χαλκούση. Υπάρχουν μικροδιαφορές ανάμεσα στο χειρόγραφο του λευκώματος και στην τελική μορφή του ποιήματος.

Ο Κώστας Βάρναλης έγραψε στις 3 Νοεμβρίου 1939 (στα 55 του χρόνια) ένα ποίημα για την Ευρυδίκη, στο οποίο μοιάζει να φλερτάρει εύθυμα τη νεαρή κοπέλα:

euryd1euryd2

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΙΞΕ  ΓΕΛΑΣΕ

Ευρυδίκη μου, Ευρυδίκη,
να με κάψ’ η Θεία Δίκη,
αν δε σ’ αγαπώ πιστά.
Είσαι ρείκι και φιρίκι
κι είμαι φρίκη.

Με τα χείλια τα ζεστά
με τα μάτια τα γλυκά σου,
την καραμπογιά το φρύδι,
ω τσιγγάνα του Καυκάσου,
μού γινες αρίδι
κι έγινα σαρίδι.

*

Βάλε κόκκινο τσεμπέρι
κι έλα πιάσε μου το χέρι,
καλομοίρα, κακομοίρα,
να μου πεις το μοίρα.

Να μου πεις να καταλάβω,
αν το γράμμα, που θα λάβω,
καλό θά ναι για κακό!…
Να πλερώνω να σ’ ακώ,
να πλερώνω να βυθώ
στης Λησμόνιας το βυθό.

Αρίδι είναι το τρυπάνι, σαρίδι το σκουπίδι που σαρώνει η σκούπα.

Μία ημέρα αργότερα, στις 4 Νοεμβρίου 1939, στο ίδιο λεύκωμα, η Δώρα Μοάτσου (συμβία του ποιητή) έγραψε κι αυτή ένα ποίημα που συνεχίζει το ποίημα του Βάρναλη και απαντάει σε αυτό, συμβουλεύοντας τη νεαρή να μη χάνει τον  καιρό της με γέρους.

Ευρυδίκη μου Ευρυδίκη,
που είσαι ρείκι και φιρίκι,
το’θελε κι η Θεία Δίκη
να σου γράφουν γερολύκοι
που σου κάνουν τον ασίκη;

‘Γω σου κάνω δασκαλίκι:
Κρύψ’ τα όπλα σου Ευρυδίκη
μην τα βγάζεις απ’ τη θήκη.
Τι θ’ αξίζει τέτοια νίκη;

Κρύψε τα καλά Ευρυδίκη
να τα δώσεις γι’ αντιπροίκι
σ’ ένα αληθινόν ασίκη.

Ας τους γέρους κι είναι … φρίκη!

leyk2Ο Βάρναλης εκείνον τον καιρό έγραφε καθημερινό χρονογράφημα στην Πρωία, αν και δεν το υπόγραφε λόγω της δικτατορίας του Μεταξά. Λίγες μέρες αργότερα, στις 11 Νοεμβρίου 1939, δημοσίευσε το χρονογράφημα «Λευκωματική φιλολογία», στο οποίο ασχολείται ακριβώς με τα λευκώματα, τόσο τα εφηβικά όσο και τα άλλα, και με τα πόιήματα που γράφονται σε λευκώματα. Eδώ αριστερά βλέπουμε το δεύτερο μισό του χρονογραφήματος.

Ο Βάρναλης, λοιπόν, αφού παραθέσει δυο ποιήματα, ένα του Μάρκου Αυγέρη κι ένα του Στέφανου Ραμά (Μάρκου Τσιριμώκου), που τα είδε σε λευκώματα (όχι στο λεύκωμα της Ευρυδίκης), παραθέτει και το Δεν είναι παίξε γέλασε, με το εξής σχόλιο:

Να κι ένα χιουμοριστικό κάποιου άγνωστου ποιητή για μια ρωμιοπούλα από τον Καύκασο.

Ο «άγνωστος ποιητής» ήταν βέβαια ο ίδιος. Το συνήθιζε αυτό το τέχνασμα όποτε έβαζε δικούς του στίχους στα χρονογραφήματά του -και τη Μπαλάντα του Αντρίκου, όπως έχουμε γράψει, την παρουσίασε σαν έργο παλιού φίλου του, που «μην έχοντας άλλον τρόπο να σκοτώσει τον καιρό του, σκότωσε την ποίηση»!

Όλα αυτά λίγο πριν από τον μεγάλο πόλεμο, και τον εμφύλιο που ακολούθησε…

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *