cf84ceb9 ceb5cf83cf84ceaf ceb2ceb5cf81ceafcebacebfcebacebf ceb5ceafcf80ceb1cebcceb5

Διότι βρισκόμαστε στην εποχή του βερίκοκου -και όχι μόνο. Στο ιστολόγιο αγαπάμε τα φρούτα κι έχουμε γράψει άρθρα για όλα σχεδόν τα οπωρικά, άρθρα που συμπεριλήφθηκαν στη συνέχεια στο βιβλίο «Οπωροφόρες λέξεις» (2013). Τα άρθρα εκείνα τα αναδημοσιεύω κάθε πέντε χρόνια περίπου, για να παίρνω μιαν  ανάσα από το μαγκανοπήγαδο της καθημερινής αρθρογραφίας. Οπότε, σήμερα που έχω και ταξίδι, ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, που λέει το κλισέ, για να ξαναπαρουσιάσω το άρθρο για τα βερίκοκα, που τελευταία φορά το είχα (ανα)δημοσιεύσει το 2017, περίπου τέτοιες μέρες και τότε. Το εμπλουτίζω όμως λιγάκι, να διαφέρει από την προηγούμενη δημοσίευση, να μην αισθανθείτε ότι σας ρίχνω.

240px apricotsΆλλα φρούτα βρίσκονται σχεδόν ολοχρονίς στην αγορά, άλλα επί μήνες, άλλα όμως μόνο για λίγες εβδομάδες. Ένα απ’ αυτά τα τελευταία είναι τα βερίκοκα· ακόμα και σήμερα που με την εκμηδένιση των αποστάσεων ο πάγκος του μανάβη γεμίζει καρπούς από μακρινά μέρη, η εποχή του βερίκοκου είναι μάλλον σύντομη, κάτι εβδομάδες τον Ιούνιο και τον Ιούλιο.

Αλλά, ας δούμε τι εστί βερίκοκο. Και ξεκινάω μ’ ένα πρόχειρο κουίζ. Ποια είναι η απώτερη καταγωγή της λέξης βερίκοκο; Ελληνική, λατινική, αραβική, ινδική ή άλλη; Αν υποθέσατε καταγωγή από την Ανατολή, λυπάμαι αλλά πέσατε έξω. Το φρούτο από την Ανατολή μάς ήρθε, η λέξη που το περιγράφει όχι, τουλάχιστον όχι η λέξη «βερίκοκο». Το βερίκοκο είναι λέξη που έχει περάσει από σαράντα κύματα.

Η σημερινή του επιστημονική ονομασία, στα λατινικά, είναι Prunus armeniaca, παναπεί «αρμένικο δαμάσκηνο» αλλά δεν είναι ούτε δαμάσκηνο ούτε αρμένικο. Οι εγκυκλοπαίδειες λένε πως πατρίδα του ήταν η Κίνα, αλλά είναι γεγονός πως οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι το γνώρισαν (από τις εκστρατείες του Μεγαλέξαντρου ή από τον Λούκουλλο) σαν είδος εισαγόμενο από την Αρμενία κι έτσι τα βερίκοκα τα είπαν armeniaca, αρμενιακά. Κι επειδή το βερίκοκο ωριμάζει νωρίτερα από άλλα παρόμοια φρούτα σαν το ροδάκινο, το είπαν praecoquium, πρώιμο. Η λέξη πέρασε και στα ελληνικά και οι δυο ονομασίες συνυπήρξαν για καιρό, αρμενιακά και πραικόκια (που το γράψαν και με δύο κάπα, πραικόκκια, παρετυμολογία με το κόκκος, που βαστάει ακόμα στη γραφή βερίκοκκο· όσο για την ακόμα συχνότερη ανορθόγραφη παραλλαγή με ύψιλον, βερύκοκκο ή βερύκοκο, δεν έχει καμιά βάση). Καθώς για τους Έλληνες δεν είχε ετυμολογική διαφάνεια η λέξη «πρεκόκια», ήταν εύκολο να εμφανιστεί και τύπος «βρεκόκια». Λέει κάπου ο Διοσκουρίδης, αφού περιγράψει τα περσικά μήλα (δηλ. τα ροδάκινα):

τὰ δὲ μικρότερα, καλούμενα δὲ Ἀρμενιακά, Ῥωμαιστὶ δὲ βρεκόκκια, εὐστομώτερα τῶν προειρημένων ἐστίν.

Διαβάζοντας κανείς τους διάφορους γιατρούς συγγραφείς της ελληνιστικής εποχής και της ύστερης αρχαιότητας, βλέπει να χρησιμοποιούνται για τα βερίκοκα οι εξής ονομασίες: πραικόκκια, πρεκόκια, βρεκόκια, βερεκόκια, βερικόκκια, βερίκοκκα: η αλυσίδα της εξέλιξης της λέξης διαγράφεται αρκετά καλά. Κι έτσι, από τα πραικόκκια που οι έλληνες της ελληνιστικής εποχής τα αντιλαμβάνονταν σαν λέξη λατινική, φτάσαμε στα βερίκοκκα. Η κατάσταση είναι αρκετά μπερδεμένη, πάντως, διότι τυχαίνει ακόμα και ο ίδιος συγγραφέας άλλοτε να θεωρεί τα πραικόκκια συνώνυμα των αρμενιακών και άλλοτε διαφορετικό καρπό.

Έχουμε φτάσει στο βερεκόκκιο ή βερικόκιο της ύστερης αρχαιότητας. Τη λέξη τη δανείζονται οι άραβες, ως μπαρκούκ, ή μάλλον αλ-μπαρκούκ με το άρθρο κι έχει σημασία εδώ το άρθρο, διότι έτσι περνάει η λέξη στα ισπανικά με την κατάκτηση της Ισπανίας από τους Άραβες: albaricoque, και από εκεί στα καταλάνικα abercoc, στα ιταλικά albicocca, στα γαλλικά abricot, στα αγγλικά apricot.

Το αστείο είναι ότι αφού διαδόθηκε η λέξη σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, το barquq στις αραβικές χώρες άλλαξε σημασία και σήμερα σημαίνει «δαμάσκηνο», ενώ το βερίκοκο λέγεται μισμίς.

Να πούμε εδώ ότι ενώ η Δυτική και Βόρεια Ευρώπη έχει ονομασίες για το βερίκοκο που παράγονται από το barquq, το παλιό armeniacum επιβιώνει σε ορισμένες σλαβικές γλώσσες. Πράγματι, από το armeniacum προέκυψε το ιταλ. armellino, που σήμερα ελάχιστα λέγεται στην Ιταλία, έδωσε όμως το γερμανικό Μarille, απ’ όπου το τσέχικο merunka, το πολωνικό morela, το σερβοκροάτικο marelica και μερικά ακόμα.

Στα ελληνικά έχουμε κι άλλες ονομασίες για τα βερίκοκα. Τα λέμε «καϊσιά», που είναι τουρκικό δάνειο (kaysi). Η ρουμάνικη, η βουλγάρικη και η σερβική λέξη για τα βερίκοκα είναι επίσης δάνειο από το kaysi. Στο στρατό είχα γνωρίσει έναν Καϊσίδη κι έναν Βερικοκίδη. Θαρρώ πρόκειται για το ίδιο επίθετο, μόνο που οι πρόσφυγες πρόγονοι του δεύτερου έτυχαν σε πιο δραστήριο ληξίαρχο. Να πω πάντως ότι σε μερικά μέρη καϊσιά αποκαλούνται όχι όλα τα βερίκοκα αλλά μια ιδιαίτερη ποικιλία τους.

Επίσης, τα βερίκοκα τα λένε, π.χ. στη Θράκη, ζερντέλια ή ζαρταλούδια ή ζέρδελα (ή άλλες παραλλαγές). Όλα αυτά είναι από τα τούρκικα επίσης, zerdali, λέξη που προέρχεται από τα πέρσικα, όπου zardalu είναι το βερίκοκο, κατά λέξη, το «κίτρινο δαμάσκηνο» (zar ο κίτρινος). Από εκεί και ο γλωσσοδέτης: Ανέβηκα στην ζερδελιά, την μπερδελιά και την ζερδελομπερδελοκουκκιά, να κόψω ζέρδελα, μπέρδελα και ζερδελομπερδελόκουκκα. Στην Κύπρο τα λένε χρυσόμηλα.

Οι χώρες γύρω από τη Μεσόγειο παράγουν πολλά βερίκοκα –στη Βικιπαίδεια βρίσκω (στοιχεία 2017) πρώτη σε παραγωγή την Τουρκία, με σχεδόν το 1/4 της παγκόσμιας παραγωγής, και την Ελλάδα ενδέκατη στον κόσμο. Ο Καισάριος Δαπόντες στον Κανόνα περιεκτικό λέει πως τα καλύτερα βερίκοκα είναι της Δαμασκού, πράγμα το οποίο συμφωνεί με την τούρκικη παροιμία bundan iyisi Şam’da kayısı, που λέγεται για κάτι πολύ καλό: «το μόνο καλύτερο απ’ αυτό είναι ένα καϊσί από τη Δαμασκό». Από τη Δαμασκό βεβαίως είναι τα δαμάσκηνα, που τα έχουμε δει σε άλλο άρθρο. Πάντως, επειδή όλα τα φρούτα μπερδεύονται, στα πορτογαλικά το βερίκοκο λέγεται damasco, όπως και σε μερικές χώρες της Λατινικής Αμερικής.

Οι δυο μεγάλες ποικιλίες βερίκοκου στην Ελλάδα είναι οι Διαμαντοπούλου και Μπεμπέκου. Για τη δεύτερη παραδίδεται ότι την παρουσίασε πρώτος ο παραγωγός Μπεμπέκος από την Ασίνη της Αργολίδας. Συνηθίζεται το όνομα του παραγωγού να δίνεται στην ποικιλία, αλλά, όπως είχε επισημάνει στο προηγούμενο άρθρο ο αείμνηστος φίλος μας ο Γς, υπάρχουν κι άλλες ποικιλίες βερικοκιάς με πιο φαντεζί ονόματα: Λαΐς, Νεφέλη, Νηρηίς, Τύρβη, Δαναΐς, Χαρίεσσα, Νεράϊδα κλπ

Η βερικοκιά είναι καρπός εξαιρετικά συγγενικός με την αμυγδαλιά, όσο κι αν αυτό δεν φαίνεται. Μάλιστα, σε ορισμένες ποικιλίες η ψίχα του κουκουτσιού είναι φαγώσιμη και δεν διαφέρει πολύ από το μύγδαλο, όπως έχει αποτυπωθεί στη μανάβικη κραυγή Σαράντα το βερίκοκο – και το κουκουτσι μύγδαλο. Στο προηγούμενο άρθρο μας, ο παλιός φίλος Σπαθόλουρο είχε βρει δημοσίευση σε εφημερίδα: Το αδόμενον υπό των οπωροπωλών: Σαράντα το βερίκοκο, ρίκο-ρίκο-ρίκοκο (Εμπρός 12/9/1906).

Μια και είπαμε το ρίκο-ρίκο-ρίκοκο, ταιριάζει να βάλουμε και την Αλίκη Βουγιουκλάκη να το τραγουδάει για τον Αντρέα Μπάρκουλη, που είχε μάγουλο βερίκοκο:

Στη φρασεολογία μας, η μοναδική εμφάνιση του βερίκοκου είναι στην παροιμιακή φράση που έβαλα στον τίτλο. Παλιότερα λεγόταν σαν απειλή σε κάποιον που κοκορεύεται ή που μας περιφρονεί: Θα σου δείξω εγώ τι εστί βερίκοκο ή Θα σε μάθω τι εστί βερίκοκο! και έτσι την καταγράφει στο γύρισμα του 20ού αιώνα ο Νικόλαος Πολίτης στη συλλογή του. Σήμερα, η σημασία ίσως έχει κάπως μετατοπιστεί, μια και ο Μπαμπινιώτης πλάι στην απειλή δίνει και τη σημασία της «επισήμανσης της ιδιαίτερης δυσκολίας ενός εγχειρήματος».

Το slang.gr αναφέρει ότι η φράση έχει συχνά σεξουαλικό υπονοούμενο, κάτι που δεν είναι αυθαίρετο, αφού πριν πενήντα χρόνια κιόλας, στο 10 του Καραγάτση, υπάρχει το εξής απόσπασμα, σε μια σκηνή όπου εργατοκόριτσα έχουν πιάσει κουβέντα για το σεξ: Οι πιο μικρές σώπαιναν τάχα ντροπιασμένες· με την έκφρασή τους όμως άφηναν να εννοηθεί ότι κάτι ήξεραν από βερίκοκο, κι ας προσποιούνταν την πάπια.

Περιδιαβάζοντας τα σώματα κειμένων βρίσκουμε κυρίως τη φρ. να χρησιμοποιείται ως απειλή, όχι πολύ διαφορετική από την «θα δεις/θα σου δείξω πόσα απίδια βάζει ο σάκος». Άλλωστε, οι δυο σημασίες (απειλή / επισήμανση της ιδιαίτερης δυσκολίας ενός εγχειρήματος) τέμνονται. Για παράδειγμα, στο μυθιστόρημα «Νύχτες κι αυγές» του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου, υπάρχει κάποιος στρατηγός που ο αδελφός του, βουλευτής όντας, τις έφαγε στη Βουλή από έναν αντίπαλο βουλευτή. Οπότε ο στρατηγός στέλνει τον γιο του αντίπαλου βουλευτή στο μέτωπο λέγοντας: «Πήγαινε να μάθεις τι εστί βερίκοκο και να μάθει και ο πατέρας σου να σηκώνει μαγκούρα». Εδώ είναι και απειλή και επισήμανση της δυσκολίας.

H παλαιότερη ανεύρεση της φράσης, όπως είχε βρει το Σπαθόλουρο, είναι στον Ρωμηό του Σουρή, το 1891: Γράμμα που μας απέδειξε με γλαφυρά στοιχεία / το τι εστί βερύκοκο και τ’ είναι πειθαρχία.

Ποια είναι όμως η αρχή της φράσης «τι εστί βερίκοκο», δεν σας το είπα… διότι δεν το ξέρω. Ο Νικόλαος Πολίτης λέει ότι πιθανόν στην αρχή της φράσης να κρύβεται μύθος λησμονημένος. Η δική μου εικασία είναι ότι πιθανόν να πρωτοείπε «θα σου δείξω τι εστί βερίκοκο» ένας νοικοκύρης που έπιασε κάποιον να του κλέβει τα βερίκοκα. Αλλά αυτό είναι σκέτη εικασία. Οπότε, πρέπει να παραδεχτούμε πως δεν έχουμε ακόμα μάθει τι εστί βερίκοκο, εκτός κι αν καταφύγουμε στον κυκλικό ορισμό που υπάρχει στο γλωσσάριο του πανέξυπνου βιβλίου Ο πάγος του Ξένου Μάζαρη και του Στράτου Μπουλαλάκη: Βερίκοκο είναι αυτό που εστί!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *