cf87cf81cf8dcf83ceb1 ceb5cf85cf83cf84 ceb1cebbceb5cebecebfcf80cebfcf8dcebbcebfcf85 cf80cebfcf81ceb5ceafceb5cf82 cebaceb1cf84ceac

pories katadisis 18012023

Η τελευταία ποιητική συλλογή της Χρύσας Αλεξοπούλου αποτελεί μια απόπειρα ένταξης και εκτύλιξης του ποιητικού λόγου γύρω από έναν πυρήνα ο οποίος, στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι η έννοια και η πράξη της κατάδυσης, της καταβύθισης δηλαδή που επιχειρεί η ποιήτρια μέσα σε έναν χωροχρόνο που μοιάζει, αλλά δεν είναι πραγματικός ή, μάλλον, είναι πραγματικός με έναν διαφορετικό τρόπο. Ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου, Πορείες κατάδυσης, είναι ενδεικτικός της πρόθεσης και της πραγμάτωσης του εγχειρήματος, από τη στιγμή που ως πορείες θα πρέπει να νοηθούν τα ίδια τα ποιήματα τα οποία αποκτούν τα χαρακτηριστικά και τον χαρακτήρα μιας διαδρομής προς το κέντρο και την ουσία της ανθρώπινης συνθήκης. Η διαδρομή αυτή προϋποθέτει βεβαίως τον εντοπισμό και την άρνηση, την απομάκρυνση από την επιδερμίδα των πραγμάτων, η οποία συχνά λειτουργεί ως ψευδαίσθηση και εγκλωβισμός. Η ποιήτρια αντίθετα επιδιώκει και θέλει να μεταφερθεί σε ένα βάθος όπου το καθετί θα έχει απολέσει την προσωρινότητά του, τη γήινη επικαιρική του διάσταση, να φτάσει σε ένα βάθος που είναι όμως ταυτόχρονα και ύψος, αφού στον χωροχρόνο και στο πεδίο αυτό όλα υπάρχουν ως ιδέες, ως αλήθεια, ως ζωή. Τα ποιήματα κατορθώνουν έτσι να αναμετρηθούν με την αντίφαση που η ίδια η ανθρώπινη ύπαρξη εμπεριέχει, με την ταυτόχρονη και παράλληλη έλξη της προς το βύθισμα και την εξύψωση, προς την αποδόμηση και την απομυθοποίηση, από τη μία, και την εξιδανίκευση από την άλλη.

Κεντρική θέση μέσα στα ποιήματα της συλλογής έχει το στοιχείο του νερού, που δεν λειτουργεί απλώς και μόνο λυτρωτικά, αλλά στην κυριολεξία ως κάθαρση, ως ο τόπος εκείνος όπου όλα καθαγιάζονται και αποκτούν τη λάμψη τους απαλλαγμένα από τις παθογένειες και τα πάθη, από τις αδυναμίες και τα λάθη. Το νερό έχει δύναμη ξεκάθαρα μεταμορφωτική και η δύναμή του αυτή εκδηλώνεται στο πεδίο της ανεξαρτητοποίησης, της απελευθέρωσης του ανθρώπου από όλα όσα τον καθηλώνουν στην αίσθηση εκείνη που συνυφαίνεται με την όραση και το άμεσα αντιληπτό ή χειροπιαστό. Το νερό αντίθετα δημιουργεί τις προϋποθέσεις μιας απεξάρτησης ακόμα και από το σώμα και τις λειτουργίες εκείνες που επιμένουν να τονίζουν τη φθαρτότητα και τη θνητή του φύση: Όλο και περισσότερο αυτονομείσαι εκεί όπου/ τα φλογισμένα σώματα μοιάζουν αιωρούμενα/ χωρίς εκφράσεις ορατές, εκκρίσεις ή αναπνοές,/ με την ψυχή γεμάτη από το θαύμα που δεν το είχε έτσι/ φανταστεί. Μπορεί θεραπευμένη από της αλαζονείας/ την πληγή, ίσως αθώα από τα ανομήματα που τα ένιψε/ μες στου νερού το καθαρτήριο, Νηρηίδα κόρη σεμνή. Πρόκειται ουσιαστικά για τη μεθόδευση της αποτίναξης κάθε δεσμού με οτιδήποτε γήινο ή πρόσκαιρο, με όλα αυτά που καθηλώνουν τον άνθρωπο σε μια ζωή όπου οι αισθήσεις, οι ανάγκες και οι επιθυμίες του σώματος έχουν τον πρώτο λόγο, με όσα εν τέλει αποτελούν το προσωπικό σύμπαν, τον ατομικό χώρο, το ιδιωτικό και το οικείο. Κι αυτό διότι μόνο έτσι θα μπορέσει ο άνθρωπος να μεταφερθεί σε εκείνον τον τόπο, τον δίχως όρια και περιγράμματα, εκείνον τον τόπο που φέρνει στον νου την περίφημη αρχαιοελληνική Νήσο των Μακάρων ή, ακόμα περισσότερο, τον κόσμο του αγαθού και της ενατένισής του από τους φιλοσόφους-βασιλείς της πλατωνικής Πολιτείας. Βαθιά και καίρια υποσχετική, λοιπόν, η ποίηση της Αλεξοπούλου τεχνουργεί μια προτύπωση της ανθρώπινης απελευθέρωσης, της ένταξης της ανθρώπινης ποιότητας μέσα σε ένα πλαίσιο όπου η διαύγεια και το φως θα έχουν προεξάρχουσα θέση.

{jb_quote}Τα ποιήματα κατορθώνουν έτσι να αναμετρηθούν με την αντίφαση που η ίδια η ανθρώπινη ύπαρξη εμπεριέχει, με την ταυτόχρονη και παράλληλη έλξη της προς το βύθισμα και την εξύψωση.{/jb_quote}

Ο χώρος αυτός δεν είναι βέβαια παρά ο χώρος του εαυτού, γι’ αυτό και το νερό, ως περιβάλλον της αρχής κάθε ανθρώπινης ζωής, κατέχει τέτοια κεντρική και καίρια θέση. Η εσωτερική περιοχή της ανθρώπινης ύπαρξης είναι λοιπόν το ζητούμενο, κάτι που ίσως μοιάζει εύκολο χωρίς όμως να είναι. Γιατί προϋποθέτει και απαιτεί το κόψιμο ενός ομφάλιου λώρου, που ενδεχομένως είναι ακόμα πιο ισχυρός ή ακατάλυτος ακόμα και από αυτόν της κυοφορίας και της γέννησης. Είναι ο ομφάλιος λώρος που δένει τον άνθρωπο με το υπερφίαλο και το αλαζονικό, είναι η ακατανίκητη έλξη του προς την ύβρη και την υπερβολή, προς την πρόκριση του «εγώ», ενός «εγώ» σύμφυτου με την ακόρεστη επιθυμία. Η κατάδυση, λοιπόν, δεν είναι τίποτα άλλο παρά η απογύμνωση, η απομάκρυνση του ανθρώπου από αυτό το «εγώ» και η κατάβαση ή, καλύτερα, η ανύψωσή του στα επίπεδα εκείνα όπου η παγιωμένη βεβαιότητα και γνώση χάνουν τον σταθερό και στέρεο χαρακτήρα τους και ανάγονται σε ένα επίπεδο αρχής, σε μια νέα αφετηρία, από την οποία εκκινώντας ο άνθρωπος θα συγκροτήσει το νόημα του εαυτού και του κόσμου.

Παρά την κατίσχυση και τη συχνή παρουσία της Ιδέας, ως έννοιας και θεωρητικής αρχής, ως πυρήνα της ποιητικής σκέψης και έκφρασης που οδηγεί και ανακαλεί με άκρα ευθύτητα τον Πλάτωνα και τη σχετική θεωρία του, περισσότερο κεντρική και προεξάρχουσα θέση έχει η λέξη, ο λόγος, το σύστημα εκείνο της λεκτικής σύμβασης που βοηθάει τον άνθρωπο όχι μόνο στην επικοινωνία, αλλά και στον προσδιορισμό του περιβάλλοντος κόσμου, κυρίως όμως στον αυτοπροσδιορισμό και την αυτογνωσία. Πρόκειται για τη βαθιά πίστη της ποιήτριας στη λογική, η οποία όμως δεν θα υπάρχει ξέχωρα από το συναίσθημα, αλλά θα το έχει αφομοιώσει κατά τέτοιον τρόπο ώστε να μπορεί κανείς να μιλήσει για μια εκλογίκευση του συναισθήματος ή για μια αισθηματοποίηση της λογικής. Γι’ αυτό ακριβώς το βάρος της αγάπης είναι τόσο μεγάλο, γιατί ακριβώς η έννοια και η πράξη της συνυφαίνει, παρά την πάγια αντίληψη, τη λογική και το συναίσθημα, συγκερνά την προδιάθεση και την πράξη κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να αναδεικνύεται στη μόνη οδό για την απόδειξη και την επικύρωση της ανθρώπινης ουσίας. Αλλά και όλες οι άλλες συναισθηματικές αντιδράσεις εισέρχονται στο ποιητικό εργαστήρι της Αλεξοπούλου για να μελετηθούν όχι στη μία και μόνη, στην κυρίαρχή τους διάσταση, αλλά στον τρόπο με τον οποίο καθεμιά από αυτές μπορεί, στην πραγματικότητα, να οδηγεί και να εκβάλλει σε έναν πλουτισμό του ανθρώπου, σε ένα βίωμα και μια εμπειρία θετική ακόμα κι αν η εκκίνηση και η αφετηρία υπήρξε αρνητική, ψυχοφθόρα, «ανθρωποβόρα». Η ποιήτρια εδώ τεχνουργεί ουσιαστικά μια πρόταση ευθείας και ευθύβολης ενατένισης του κέντρου εκείνου στο οποίο εδράζουν τα συναισθήματα και οι αντιδράσεις, του πυρήνα εκείνου στον οποίο πάλλεται και ζει η ανθρώπινη ψυχή με όλα όσα κουβαλά, εικόνες, μνήμες, ιδέες, αντιλήψεις, βιώματα, αισθήσεις. Πρόκειται για το υλικό εκείνο που καλεί τον άνθρωπο να το μετουσιώσει σε πρόσωπο και ταυτότητα, στο αληθινό πρόσωπο και τη γνήσια ταυτότητα με την οποία ο άνθρωπος εισήλθε στη ζωή και πρόκειται να εξέλθει από αυτή, να μεταβεί στο επίπεδο του άχρονου, του μη-χρόνου, εκεί όπου όλα καθίστανται ανύπαρκτα, υπαρκτά όμως με έναν άλλο τρόπο, μια άλλη λογική, τη λογική της ενέργειας στην οποία θα μετουσιωθεί η ανθρώπινη ύλη. Υπαρξιακή, λοιπόν, θα μπορούσε ενδεχομένως xr e alexopoulou23να θεωρηθεί η ποίηση της Αλεξοπούλου, με έντονη τη συμβολική και συμβολιστική διάσταση που συνυφαίνει σε ένα «όλον», ενιαίο και αδιαίρετο, το πριν, το μετά και το τώρα της ανθρώπινης (παρ)ουσίας.

 

Πορείες κατάδυσης
Χρύσα Ευστ. Αλεξοπούλου
Εκδόσεις Περισπωμένη
48 σελ.
ISBN 978-618-52-1256-8
Τιμή €9,00
001 patakis eshop

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *