Το Σάββατο που μας πέρασε, έκανε επίσκεψη ο Πάπας στη Μασσαλία, όπου έκανε λειτουργία και μίλησε στους πιστούς στο γήπεδο Βελοντρόμ, εκεί που έπαιξε κι ο Παναθηναϊκός τις προάλλες. Μάλλον δεν θα πληροφορηθήκατε την είδηση, και όχι άδικα, αλλά εγώ που όταν είμαι στο εξωτερικό ακούω γαλλικό ραδιόφωνο στο αυτοκίνητο την άκουσα πολλές φορές και την εμπέδωσα, μάλιστα μπόρεσα ν’ ακούσω κι ένα μικρό μέρος από το κήρυγμα απευθείας, αν και δεν κατάλαβα παρά μόνο ένα «ατραβέρσο» που είπε, διότι ο Πάπας μιλούσε πολύ σιγά και είχε και πολύ θόρυβο στο γήπεδο.
Ήταν πάντως μια θαρραλέα κίνηση, αφού ο Πάπας πήρε το μέρος των απόκληρων που πνίγονται στη Μεσόγειο, και γι’ αυτό άλλωστε πήγε στη μεσογειακή Μασσαλία και όχι στο Παρίσι. Πρόσεξα λοιπόν ότι το κήρυγμα του Πάπα το έλεγαν «ομελί» στο ραδιόφωνο, homélie, που είναι λέξη ελληνικής ετυμολογίας, η ομιλία.
Στα γαλλικά μπήκε από τα λατινικά: το αρχαίο ομιλία έγινε homilia στα εκκλησιαστικά λατινικά, και από εκεί omelie στα παλιά Γαλλικά και homélie στα σημερινά Γαλλικά επειδή πριν από καναδυό αιώνες θυμήθηκαν ότι η ομιλία είχε δασεία. Παρομοίως, από τα Γαλλικά η λέξη πέρασε στα παλιότερα λαϊκά Αγγλικά ως omelye κι ύστερα την περίλαβαν οι λόγιοι και τη σουλουπώσανε σε homily.
Homily και homélie είναι το κήρυγμα, και ειδικότερα εκείνο το κήρυγμα στο οποίο αναπτύσσεται μια περικοπή από το Ευαγγέλιο. Η λέξη άλλωστε με τη σημασία αυτή υπάρχει και στα ελληνικά, όμως στα γαλλικά και στα αγγλικά η εκκλησιαστική σημασία είναι η μοναδική -στα αγγλικά το homily σημαίνει μεταφορικά και την κουραστική νουθεσία, αλλά αυτό είναι επέκταση της εκκλησιαστικής σημασίας, με την έννοια «μου έκανε κήρυγμα». Αντίθετα, στα ελληνικά η λέξη «ομιλία» έχει άλλες πολύ πιο διαδεδομένες και σημαντικές σημασίες -ομιλία είναι η ικανότητα του ανθρώπου να μιλάει, είναι και η χρήση της ικανότητας αυτής ως μέσο έκφρασης και επικοινωνίας, είναι και ο ιδιαίτερος τρόπος που έχει ο καθένας μας να μιλάει, είναι και η ανάπτυξη ορισμένου θέματος ενώπιον ακροατηρίου (έδωσε μια ομιλία για τον Λαπαθιώτη), είναι και η συνδιάλεξη (χρόνος ομιλίας, στην κινητή τηλεφωνία), υπάρχουν κι άλλες χρήσεις της λέξης, και κάπου εκεί υπάρχει και η εκκλησιαστική.
Είπαμε ότι η ομιλία είχε δασεία, κι αυτό επιβιώνει στον όρο «καθομιλουμένη», που έχει μείνει έτσι να τονίζεται στην παραλήγουσα σαν είδος απολιθώματος. Αλλά δεν είδαμε την ετυμολογία της λέξης.
Η ομιλία λοιπόν προέρχεται από το ρήμα «ομιλώ», που είναι ήδη ομηρικό. Η αρχική σημασία είναι «συναναστρέφομαι», «είμαι μαζί με κάποιον», ακόμα και «συγκεντρώνομαι». Στο π644 της Ιλιάδας το «περί νεκρόν ομίλεον» δεν σημαίνει βέβαια «μιλούσαν για τον νεκρό» αλλά «μαζεύονταν γύρω από το πτώμα του».
Η σημασία η σημερινή, «συζητώ, συνομιλώ» είναι ελληνιστική και αναπτύχθηκε από την προηγούμενη -όταν κάποιος συναναστρέφεται με κάποιον άλλον, συζητούν. Στην Καινή Διαθήκη, αυτή η σημασία επικρατεί, π.χ. «ωμίλουν προς αλλήλους περί πάντων των συμβεβηκότων τούτων» στο Ευαγγέλιο κατά Λουκά.
Να πούμε εδώ ότι είχε και μιαν άλλη σημασία το ρήμα, όταν γινόταν λόγος για γυναίκα: έχω σεξουαλική σχέση, συνουσιάζομαι, ας πούμε όταν ο Ξενοφών στην Κύρου Ανάβαση γράφει » καὶ Μήδων δὲ καὶ Περσῶν καλαῖς καὶ μεγάλαις γυναιξὶ καὶ παρθένοις ὁμιλεῖν» ο Ζευγώλης το μεταφράζει κάπως πιο σεμνά «να αναπτύξουμε δεσμούς», αλλά το Λίντελ Σκοτ εξηγεί to have sexual intercourse.
Το ρήμα ομιλώ προέρχεται από το ουσιαστικό «όμιλος», που σήμαινε «συγκεντρωμένο πλήθος ανθρώπων», π.χ. στην Ιλιάδα Ψ651-2: Πηλεΐδης δὲ πολὺν καθ᾽ ὅμιλον Ἀχαιῶν ᾤχετ᾽, που οι Καζαντζάκης-Κακριδής το αποδίδουν «ο Αχιλλέας ξανάγυρε μες στο πολύ τ’ ασκέρι». Η λέξη όμιλος προέρχεται από το «ομό-» και το παραγωγικό τέρμα -ιλος (πρβλ. στρόβιλος). Δεν ευσταθεί η προέλευση από ομο- + ίλη, διότι δεν υπάρχουν ίχνη από το δίγαμμα που αρχικά είχε η ίλη κι έπειτα, αφού ίλη ήδη σημαίνει «στρατιωτική ομάδα» θα ήταν πλεοναστικό το ομο-.
Η σημασία του ομίλου δεν έχει αλλάξει και πολύ μέχρι σήμερα, όπου η λέξη χρησιμοποιείται για ομάδα ανθρώπων που έχουν κοινά ενδιαφέροντα, ενώ τα τελευταία χρόνια πολύ συχνές είναι και οι αναφορές σε ομίλους επιχειρήσεων, και έχει προκύψει και το επίθετο ενδοομιλικός, πχ ενδοομιλικές συναλλαγές και άλλα τερτίπια για αποφυγή φορολόγησης.
Πολύ συχνή είναι βέβαια η χρήση της λέξης στον αθλητισμό, όπου υπάρχουν πάρα πολλοί όμιλοι σε ονομασίες αθλητικών συλλόγων, από τον Παναθηναϊκό Αθλητικό Όμιλο έως τον Όμιλο Αγωνιστικού Μπριτζ. Βέβαια, ένας είναι ο Όμιλος, ο ΟΦΗ, αφού οι οπαδοί του φωνάζουν (ή φώναζαν) «Όμιλος!» (Δεν έχω πάει σε αγώνα στη Γεράπετρα να δω αν και του ΟΦΙ οι φίλαθλοι λένε το ίδιο).
Ο ομιλητής, πάλι, αρχικά είχε τη σημασία του μαθητή ή του πιστού συντρόφου, π.χ. ενός φιλοσόφου, δασκάλου ή και ηγεμόνα, π.χ. ¨Κρίτων τε Σωκράτους ην ομιλητής». Η σημασία «κάποιος που μιλάει σε ακροατήριο» υπήρχε στα ελληνιστικά χρόνια αλλά ήταν σπάνια. Επανεισήχθη στα νεότερα ελληνικά ως απόδοση του γαλλικού orateur. Και για να κάνω μια γκρίζα αναγγελία, την Πέμπτη 28 του μηνός, στις 8.30 το βράδυ, θα είμαι ομιλητής στην παρουσίαση του βιβλίου του Σταύρου Παναγιωτίδη «Μύθοι, παρεξηγήσεις και άβολες αλήθειες της ελληνικής ιστορίας», στον Ιανό.
Και η ομιλία είχε αρχικά τη σημασία της συναναστροφής και την ειδικότερη σημασία της σεξουαλικής επαφής, ενώ η σημασία «διάλεξη, λόγος» είναι ελληνιστική. Πάντως, το «ομιλίαι κακαί φθείρουσι ήθη χρηστά» του Παύλου, που επαναλαμβάνει ένα παλιότερο γνωμικό του Μενάνδρου, σημαίνει βέβαια «κακές συναναστροφές», όχι «κακά λόγια»!
Το ρήμα, «ομιλώ» στα μεσαιωνικά χρόνια έγινε «μιλώ». Σήμερα διατηρούνται και οι δυο τύποι, και μάλιστα κλίνονται διαφορετικά, αφού το ομιλώ είναι συνηρημένο δεύτερης τάξης, σε -έω, και κάνει «ομιλείς, ομιλείτε», από την εκπομπή που είχε ο Μπαμπινιώτης το «Ομιλείτε ελληνικά» μέχρι το «Ομιλείτε παρακαλώ» της τηλεφωνήτριας, ενώ το μιλώ είναι της πρώτης τάξης, σε -άω, μη μιλάς δεν είναι απαραίτητο, αν και σε διαλέκτους ή σε παλιότερα κείμενα βρίσκουμε και το «μιλεί».
Οι σημασίες και τα φρασεολογικά του «μιλώ» είναι πάρα πολλές και λέω να τις αφήσω για άλλη φορά. Να κλείσω όμως με ένα τραγούδι του Μίκη σε ποίηση του Μανόλη Αναγνωστάκη με ακριβώς αυτόν τον τίτλο, Μιλώ. Πάρτε το και για πολιτικό σχόλιο.