cf83cf84ceb7cebd ceb5cf86cf83cf85cebd

Μια και σήμερα είναι αργία, κι επειδή  τα σχετικά με την Καθαρά Δευτέρα μάλλον τα έχουμε εξαντλήσει, λέω να σας απασχολήσω με  κάτι άλλο. 

Πριν όμως ξεκινήσω,  επειδή έχει και η γιορτινή μέρα τα δικαιώματά της, να θυμίσω ότι για την ετυμολογία  της λέξης  Κούλουμα είχαμε γράψει πέρυσι: Γιατί κουμουλώνουμε τα Κούλουμα;,  ενώ για τη λαγάνα πριν από μερικά χρόνια.

Λοιπόν,  εδώ και είκοσι περίπου μέρες άρχισα να δημοσιεύω άρθρα στην Εφημερίδα των Συντακτών,  σε μια εβδομαδιαία στήλη που έχει τίτλο Μέσα στις λέξεις και υπότιτλο Σημειώσεις για τη γλώσσα και όχι μόνο (ή: … για τις λέξεις και όχι μόνο). Τα άρθρα δημοσιεύονται κάθε Τετάρτη, στην προτελευταία σελίδα της εφημερίδας. Εδώ βλέπετε την αρχή από το πρώτο άρθρο. 

efsynΟι παλιότεροι θα ξέρουν ότι επί πολλά χρόνια, από το 2008 έως το 2020, δημοσίευα κάθε πρώτη  Κυριακή του μήνα ένα άρθρο στην Αυγή, σε μια στήλη με τον  όχι τυχαίο τίτλο Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία. Αυτόν τον τίτλο τον χρησιμοποιούσα ήδη στον παλιό μου ιστότοπο για μια σειρά άρθρα με «ιστορίες λέξεων». Λίγο αργότερα, άρχισε να εκπέμπει το ιστολόγιό μας, πάλι με τον  ίδιο τίτλο. Η συνεργασία με την  Αυγή, που ξεκίνησε έπειτα από πρόταση του φίλου Στρατή Μπουρνάζου, τερματίστηκε το 2020, όταν σταμάτησε η έκδοση του ενθέτου «Ενθέματα». Για ένα διάστημα, ανάλογα άρθρα, με τον ίδιο τίτλο, δημοσίευα στο ηλεπεριοδικό 2020.

Στα τέλη του χρόνου μού έκαναν πρόταση από την Εφημερίδα των Συντακτών για μια σταθερή συνεργασία. Δέχτηκα ευχαρίστως, επειδή εκτιμώ την εφημερίδα, ξέρω πολλούς από τους συντελεστές της, και χαίρομαι να βοηθάω σε ένα συνεταιριστικό εγχείρημα -που μάλιστα έχει προκαλέσει την οργή του συστήματος που μας κυβερνά, καθώς ο πρωθυπουργικός ανιψιός ζητάει εκατομμύρια από την ΕφΣυν για όσα έγραψε για την εμπλοκή του στο σκάνδαλο των  υποκλοπών.

Οπότε, μετά χαράς στην ΕφΣυν. Ωστόσο, τώρα οι όροι είναι διαφορετικοί, αφού η στήλη είναι εβδομαδιαία και όχι μηνιαία -αλλά και έχει μικρότερη έκταση, 450 περίπου λέξεις, ενώ στην Αυγή το αντίστοιχο όριο ήταν  στις 800 λέξεις. Αλλά και το περιεχόμενο των  σημειωμάτων δεν θα είναι ακριβώς το ίδιο, αφού δεν θα είναι  μόνο ιστορίες λέξεων αλλά  θα έχουν μεγαλύτερη  ποικιλία, πάντοτε όμως με  θέμα γλωσσικό. 

Τα άρθρα που έδινα στην Αυγή (όπως και στο  2020.gr) τα αναδημοσίευα στη συνέχεια στο ιστολόγιο, όπου άλλωστε προσπαθώ να αναδημοσιεύω και ολες τις άλλες μου συνεργασίες. 

Το ίδιο θέλω να κάνω και με τα άρθρα στην  ΕφΣυν, να τα αναδημοσιεύω εδώ. Αλλά υπάρχουν δυο προβλήματα. Το  ένα είναι  η έκταση: 430-450 λέξεις, πολύ λιγότερο δηλαδή από τα άρθρα του ιστολογίου που, τα περισσότερα έχουν πάνω από 1000 λέξεις. 

Το δεύτερο, εξίσου σημαντικό πρόβλημα, είναι ότι, τουλάχιστον στην αρχή, τα άρθρα στην ΕφΣυν θα λένε πράγματα που ήδη έχω πει σε παλιότερα άρθρα του ιστολογίου, άρα που εσείς τα ξέρετε.

Οπότε, δεν ξέρω τι να κάνω. Η λύση που έχω σκεφτεί προς το παρόν είναι να δημοσιεύω κάθε τόσο δύο ή τρία άρθρα μου στην ΕφΣυν σε ένα άρθρο του ιστολογίου -κάτι σαν «μεγαμεζεδάκια», θα έλεγε κανείς, αφού δεν θα υπάρχει ενιαίο θέμα. Βέβαια,  δεν αποκλείεται, αν ένα θέμα είναι φρέσκο, να το αναδημοσιεύω εδώ σε ιδιαίτερο άρθρο,  ενδεχομένως επαυξημένο. 

Οπότε, προχωράμε βλέποντας και κάνοντας. Προς το παρόν, σήμερα θα αναδημοσιεύσω τα τρία πρώτα άρθρα μου στην Εφημερίδα των Συντακτών.

1. Ομόφυλοι και ομοφυλόφιλοι, τεκνοθεσία και υιοθεσία

Ξεκινάμε αυτή την καινούργια στήλη, που θα έχει ως αντικείμενο τη γλώσσα στις διάφορες πτυχές της, με δυο ζευγάρια όρων που απασχόλησαν τη δημόσια συζήτηση τον τελευταίο καιρό, με αφορμή το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομοφύλων ζευγαριών.

Πολλοί επικριτές του νομοσχεδίου διαμαρτυρήθηκαν για την επιλογή του όρου· άκουγα στη Βουλή έναν βουλευτή της Νίκης να υποστηρίζει ότι «η εθνομηδενιστική κυβέρνηση παραποίησε σκόπιμα την ελληνική γλώσσα υιοθετώντας την ορολογία ομόφυλα ζευγάρια, εννοώντας όμως πονηρά τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια.» Θεώρησαν δηλαδή ότι το «ομόφυλος» είναι ευφημισμός, ίσως για λόγους πολιτικής ορθότητας ή κορεκτίλας, όπως τους αρέσει να λένε.

Όμως δεν είναι έτσι. Σύμφωνα με το λεξικό, ομόφυλος είναι (και) αυτός που ανήκει στο ίδιο φύλο με κάποιον άλλον. Ο γάμος είναι μια αστική ένωση, όπου ουδόλως ενδιαφέρει ο σεξουαλικός προσανατολισμός των δύο εταίρων. Έως τώρα, πολλά ομοφυλόφιλα άτομα παντρεύονταν, αλλά με άτομο άλλου φύλου· τώρα δίνεται η δυνατότητα και για γάμο με άτομο του ίδιου φύλου.

Στη συγκέντρωση των αντιτιθέμενων στο νομοσχέδιο είδα αφίσα του νεκραναστημένου ΛΑΟΣ με το σύνθημα «Όχι στην τεκνοθεσία, όχι στην υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια», λες και η τεκνοθεσία είναι κάτι διαφορετικό από την υιοθεσία.

Όχι όμως. Οι όροι είναι απολύτως συνώνυμοι. Ο όρος «τεκνοθεσία» εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια, επειδή θεωρείται πιο συμπεριληπτικός από την «υιοθεσία», αφού βεβαίως δεν υιοθετούμε μόνο γιους αλλά και θυγατέρες (όταν όμως γεννήθηκε η λέξη, στην αρχαία Ελλάδα, κυρίως αγόρια υιοθετούσαν). Περί το 2010, και αφού προτάθηκε και το εναλλακτικό «παιδοθεσία», άρχισε να… υιοθετείται ο όρος «τεκνοθεσία». Από τα σύγχρονα μεγάλα λεξικά μας, δίνω καλό βαθμό στο Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας, το μοναδικό που έχει λημματογραφήσει τον όρο.

Κι έτσι, η τεκνοθεσία συνυπάρχει πλάι στην υιοθεσία· αυτό δεν σημαίνει ότι θα εγκαταλείψουμε τις μεταφορικές σημασίες που έχει προσλάβει το ρήμα «υιοθετώ». Θα τεκνοθετούμε μεν παιδιά αλλά θα συνεχίσουμε να λέμε π.χ. ότι η κυβέρνηση υιοθέτησε τις προτάσεις της αντιπολίτευσης. Με την ίδια λογική, ενώ συχνά λέμε «στελέχωση του οργανισμού» αντί για «επάνδρωση», θα συνεχίσουμε να λέμε για «μη επανδρωμένα αεροσκάφη» -αυτά βέβαια μπορούμε να τα πούμε και δρόνους.

Έχω την υποψία ότι οι αντίπαλοι του νομοσχεδίου θεώρησαν πως η τεκνοθεσία είναι κάτι διαφορετικό από την υιοθεσία. Ίσως νόμισαν πως ο όρος εννοεί την απόκτηση παιδιού με τη βοήθεια παρένθετης μητέρας. Πρόκειται φυσικά για παρεξήγηση. Το νομοσχέδιο άλλωστε δεν αφορούσε την παρένθετη κύηση (ο επίσημος όρος του σχετικού νόμου είναι «Ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή», με ακρώνυμο ΙΥΑ) και κακώς κατά τη γνώμη μου αρκετοί συνέδεσαν τα δύο θέματα. Αλλά στα σημειώματα αυτά θα εξετάζουμε κυρίως γλωσσικά θέματα, χωρίς να παίρνουμε θέση επί της ουσίας. Ας σημειώσουμε πάντως τον χρήσιμο νεολογισμό «παρενθεσία», που είδα να τον χρησιμοποιεί και η ΕφΣυν -και που ακόμα δεν υπάρχει σε κανένα λεξικό.

2. Ενοχλεί ακόμα η βουλεύτρια;

Δεν εννοώ συγκεκριμένη γυναίκα που έχει εκλεγεί στο Κοινοβούλιο· αναφέρομαι στον όρο «βουλεύτρια». Καθώς μεθαύριο έχουμε την παγκόσμια ημέρα της γυναίκας, η στήλη θα ασχοληθεί με τα επαγγελματικά θηλυκά ουσιαστικά.

Όταν εξελέγη, το 1952, η πρώτη γυναίκα στη Βουλή των Ελλήνων, μεγάλη αμηχανία επικράτησε για το πώς θα αποκαλείται. Προτάθηκαν πολλοί όροι: η βουλευτής, η βουλευτίς, η βουλευτίνα, η βουλευτού, η βούλευτις, η βουλεύτρια, η βουλεύτρα! Τελικά, μέχρι πρόσφατα, επικρατούσε ο επίκοινος τύπος, η βουλευτής, ενώ σε πιο ανεπίσημες χρήσεις ακούγεται η βουλευτίνα.

Το θέμα είναι ότι, όπως η αόρατη «γυάλινη οροφή» στις μεγάλες εταιρείες δυσκολεύει τις γυναίκες να καταλάβουν ανώτατες θέσεις, παρόλο που μπορεί να αποτελούν την πλειοψηφία των εργαζομένων της εταιρείας, έτσι και στη γλώσσα μας δυσκολευόμαστε να δεχτούμε θηλυκούς, έμφυλους τύπους σε ορισμένα επαγγέλματα, ιδίως υψηλού κύρους. Πιο σωστά, η δυσκολία βρίσκεται στην κοινωνία, διότι η γλώσσα διαθέτει αντίστοιχους τύπους. Έχουμε χορεύτριες και νοσηλεύτριες, αλλά όχι βουλεύτριες· έχουμε μετανάστριες και μεταφράστριες, αλλά όχι δικάστριες· έχουμε εργάτριες, αλλά δυσκολευόμαστε στις συνεργάτριες και τις αναβαθμίζουμε σε συνεργάτιδες· έχουμε ταξιθέτριες, αλλά δυσκολευόμαστε με τις σκηνοθέτριες.

Κάποιοι φέρνουν το παράδειγμα των αγγλικών, όπου οι τύποι κατά κανόνα είναι επίκοινοι (δηλ. ίδιοι και για τα δύο φύλα) και όπου τα τελευταία χρόνια οι ελάχιστοι έμφυλοι τύποι μετατρέπονται ώστε να μη δηλώνουν φύλο (chairman που έγινε chair, αλλά και actor αντί για actress). Ωστόσο, τα αγγλικά είναι γλώσσα που δεν γνωρίζει γραμματικό γένος, σε αντίθεση με τα ελληνικά. Στις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες που έχουν γραμματικά γένη, έχουν δημιουργηθεί έμφυλοι τύποι, π.χ. στα γαλλικά το la présidente αντικατέστησε το Madame le président.

Είναι βέβαια και θέμα τριβής· ο νέος τύπος ξενίζει, παρόλο που κάποιος μορφολογικά ίδιος, που όμως τον έχουμε συνηθίσει, γίνεται αβίαστα αποδεκτός. Έτσι, ενώ έχουμε τηλεθεάτριες, δυσκολευόμαστε με τις θεάτριες· έχουμε ακόμα και ανακρίτριες, όχι όμως κρίτριες, παρόλο που στα σχετικά πάνελ των τηλεοπτικών εκπομπών υπάρχουν πολλές γυναίκες.

Με τη συχνότερη χρήση, μειώνεται η αντίσταση που οφείλεται στο ότι ο όρος είναι νεόκοπος. Χαρακτηριστικό είναι εδώ το παράδειγμα του όρου «βουλεύτρια». Το 2010 ήταν σχεδόν ανύπαρκτος, ενώ σήμερα χρησιμοποιείται ευρέως και έχει μπει και σε ορισμένα λεξικά.

Αρχικά, ο όρος «βουλεύτρια» άρχισε να χρησιμοποιείται από κόμματα (και από βουλεύτριες) της Αριστεράς, αν και όχι από όλα. Τα έντυπα του ΚΚΕ δεν τον χρησιμοποιούν, ενώ η Λιάνα Κανέλλη τον έχει αποδοκιμάσει. Πριν από μερικά χρόνια, ο Ριζοσπάστης δημοσίευσε είδηση με τίτλο «Αποχώρησε βουλευτής του ΜΕΡΑ» και στο κυρίως άρθρο παρέθετε δήλωση του Γιάνη Βαρουφάκη στο οποίο γινόταν λόγος για την «αποχώρηση της βουλεύτριας» -διότι γυναίκα είχε αποχωρήσει.

Σήμερα, θα ήταν λάθος να πούμε ότι ο όρος «βουλεύτρια» είναι σήμα κατατεθέν της ανανεωτικής αριστεράς· σταδιακά, έχει υιοθετηθεί από εκπροσώπους όλου του πολιτικού φάσματος. Ωστόσο, η έντονη και χλευαστική αντίδραση στη χρήση του έρχεται κυρίως από τα δεξιά.

Οι προφητείες σε γλωσσικά θέματα συνήθως πέφτουν έξω, αλλά μπορούμε θαρρώ να συμπεράνουμε με ασφάλεια πως ο όρος «βουλεύτρια» έχει πια εδραιωθεί στη γλώσσα μας.

3. Το τέλος του Συντάγματος

Ψηφίστηκε λοιπόν το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά (κατά τον επίσημο ευφημισμό: μη κρατικά) πανεπιστήμια, παρά τις ρητές και πεντακάθαρες πρόνοιες του άρθρου 16 του Συντάγματος, το οποίο απαγορεύει την ίδρυση ανώτατων σχολών από ιδιώτες και προβλέπει ότι η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται από ΝΠΔΔ και ότι οι καθηγητές των ΑΕΙ είναι δημόσιοι λειτουργοί.

Ψηφίστηκε, διότι όπως είπε ο υπουργός κ. Πιερρακάκης, ναι μεν χρειάζεται αναθεώρηση το άρθρο 16 αλλά η χώρα (διάβαζε: οι επενδυτές που αδημονούν να ιδρύσουν ιδιωτικά ΑΕΙ) δεν μπορεί να περιμένει.

Οι συνταγματολόγοι υπηρεσίας, που προσπάθησαν να δικαιολογήσουν την καταστρατήγηση του Συντάγματος,  έκαναν λόγο για «τελεολογική» ερμηνεία του, η οποία, κατ’ αυτούς, επιτρέπει τη λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ έστω κι αν όροι όπως «αποκλειστικά» και «απαγορεύεται» δεν είναι επιδεκτικοί ερμηνείας.

Αλλά αυτά τα έχετε  διαβάσει ήδη σε άλλες  στήλες της  ΕφΣυν. Εμείς εδώ λεξιλογούμε, οπότε θα σταθώ στον  όρο «τελεολογική» ή «τελολογική» αν προτιμάτε -τα λεξικά δέχονται και τους δύο τύπους.

Λέγοντας «τελολογική» αναφερόμαστε στον σκοπό που (θεωρούμε ότι) είχε ο νομοθέτης όταν θέσπιζε τη διάταξη. Η τελολογία (ή τελεολογία) είναι φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία ο κόσμος, τα όντα και τα φαινόμενα έχουν μια προκαθορισμένη σκοπιμότητα. Η λέξη δεν είναι αρχαία ελληνική, πρόκειται  για δάνειο από το γαλλικό téléologie, téléologique, που βέβαια είναι όροι φτιαγμένοι με ελληνογενείς πρώτες ύλες: τέλος και λόγος.

Το τέλος, βλέπετε, έχει τρεις βασικές έννοιες στη γλώσσα μας.

Καταρχάς, τέλος είναι το τέρμα, το έσχατο σημείο, τοπικά ή χρονικά: το τέλος του μήνα, το τέλος των σπουδών μου, στο τέλος του διαδρόμου, οι σημειώσεις βρίσκονται στο τέλος κάθε κεφαλαίου. Ή είναι η παύση, ο τερματισμός μιας κατάστασης: το οριστικό τέλος στη σχέση τους.

Αλλά όχι μόνο. Τέλος είναι και το χρηματικό ποσό που πληρώνουμε ως αντάλλαγμα για πραγματικές ή υποτιθέμενες υπηρεσίες, όπως τέλος ακίνητης περιουσίας, δημοτικά τέλη, τέλη κυκλοφορίας· τέλος ονομαζόταν και ο πρόγονος του ΕΝΦΙΑ, το ΕΕΤΗΔΕ, που προσφυώς ο λαός αποκάλεσε «χαράτσι».

Υπάρχει και μια τρίτη σημασία, «σκοπός», που επιβιώνει στους τελικούς συνδέσμους (π.χ. να) και τις τελικές προτάσεις της γραμματικής: δεν λέγονται έτσι επειδή μπαίνουν στο τέλος της πρότασης αλλά επειδή δηλώνουν σκοπό. (Η ταύτιση του τέλους-τέρματος με τον σκοπό υπάρχει επίσης στα αγγλικά, όπου end σημαίνει το τέλος αλλά και τον σκοπό).

Με αυτή τη σημασία πλάστηκε η τελεολογία ή τελολογία, που χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση σαν πολιορκητικός κριός για την παραβίαση του Συντάγματος.

Κι έτσι το τέλος, ως σκοπός, έφερε το τέλος, ως κατάργηση, του Συντάγματος,  διότι η πρόσφατη μεθόδευση άνοιξε ασκό Αιόλου, αφού στο εξής, κάθε ευκαιριακή πλειοψηφία θα μπορεί να νομοθετεί αντισυνταγματικά, αντί να υποβάλλεται στην κοπιώδη, χρονοβόρα και αβέβαιη διαδικασία της αναθεώρησης. Είπαμε όμως, οι επενδυτές δεν μπορούν να περιμένουν.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *