cebf cf80cebfceb9ceb7cf84ceaecf82 cf80cebfcf85 ceb1ceb3cebdcf8cceb7cf83ceb5 cf84ceb7cebd ceb5ceb3 cebacebbceb9cebcceb1cf84ceb9

Ηλίας Κεφάλας, Γραφέας του φυσικού έπους, Θράκα, Λάρισα 2021.

Ω φύση, ολάκερη ζωή κι ολάκερη σοφία!
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

Όταν ο Ηλίας Κεφάλας αντί για ένα motto σαν εναρκτήριο λάκτισμα, όπως συνηθίζουμε οι γραφείς και μόλις το έπραξα εγώ, αναγκάζεται να παραθέσει στην αρχή του βιβλίου του 6 (ολογράφως: έξι) φράσεις ή αποσπάσματα που μιλούν για τη Φύση –και ποιος ξέρει με πόσα άλλα ερωτοτροπούσε, αλλά έσφιξε την καρδιά του και τα απέρριψε σαν πληθωριστικά– καταλαβαίνουμε, προτού καν διαβάσουμε το πρώτο ποίημα, τι άρρηκτος ομφάλιος λώρος τον δένει με τη Μάνα Γαία. Οι συστηματικοί αναγνώστες και, βέβαια, οι μελετητές του έργου του, όπως θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει και τον ομιλούντα –πέραν της στενής φιλίας και συνεργασίας μας 40 σχεδόν χρόνων– το γνωρίζουμε άριστα. Η λογοτεχνική του φλέβα, και δη η ποιητική, αν δεν είναι αυτούσια μία ρίζα ενός δέντρου στον Μέλιγο, είναι αναμφίβολα συγκοινωνούν δοχείο με κάποια ρίζα. Και όχι μόνο η συγγραφική φλέβα. Ας προσθέσουμε και εκείνη του καλλιτέχνη φωτογράφου, για να είμαστε πιο ακριβείς και δίκαιοι.

Δεν είναι τυχαίο ότι, όταν μου ζητήθηκε προ ετών από τον Γιώργο Θεοχάρη να γράψω κάτι για το αφιέρωμα στον Ηλία που ετοίμαζε το Εμβόλιμον, χωρίς δεύτερη σκέψη διάλεξα ως θέμα τη σχέση του με τα δέντρα. Το σημείωμά μου είχε τίτλο «Στον Εθνικό Δρυμό της Ποίησης» και έκλεινε ως εξής: «Ακολουθώντας κι εμείς τη δειγματοληπτική έστω αυτή καταγραφή μας στο πλαίσιο ενός ευσύνοπτου άρθρου, πειθόμαστε για την οικειότητα και βιωματικότητα που δένουν τον Ηλία Κεφάλα και το πλούσιο ποιητικό έργο του με τα φύλλα, τα δέντρα και τη Φύση γενικότερα, σε βαθμό που να υποψιαζόμαστε για υπερωριακή απασχόληση τους… δενδρίτες στους νευρώνες του! Όπως και να έχει, συνειδητοποιούμε τώρα ότι η γη σηκώνει τον δείκτη της με αυτό το δέντρο-δάχτυλο, ζητώντας να μιλήσει με τη γραφίδα και τον φακό του Ηλία Κεφάλα· ενός γνήσιου και ρομαντικού τέκνου της, που το έχασε η Φιλολογία, αλλά το κέρδισε η Φυλλολογία!» (Γιάννης Β. Κωβαίος, «Στον Εθνικό Δρυμό της Ποίησης», Αφιέρωμα στον Ηλία Κεφάλα, Εμβόλιμον, τχ. 83-84, Άνοιξη-Καλοκαίρι-Φθινόπωρο 2017.)

Ο Γραφέας του φυσικού έπους είναι η 16η ποιητική συλλογή που εκδίδει ο Κεφάλας και το 38ο συνολικά βιβλίο του. Σε αυτόν τον τόμο συγκέντρωσε 74 ποιήματα των ετών 2016 έως 2020, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων άπτεται, εννοείται, των φυσικών στοιχείων και φαινομένων, χωρίς να λείπουν πάντως και ελάχιστα ποιήματα με άλλη θεματική, όπως ιστορικοπολιτικές νύξεις, ερωτικές πινελιές, αλλά και αποστάγματα ποιητικής: «Τόσα χρόνια μέσα / στους σωρούς των λέξεων / κι ούτε μια λέξη / δεν βρέθηκε να με στεγάσει / ολόκληρον». Για να μας βγάλει, πάντως, έξω στις ηλιαχτίδες, να μας περπατήσει στο δάσος, με άλλα λόγια να μας μυήσει στο έπος, ο ποιητής εξουσιοδοτεί ένα «Πρωινό πουλί», όπως τιτλοφορεί το πρώτο ποίημα. Και βέβαια, τα προσφιλή του πετούμενα δίνουν το «παρών» και σε άλλα ποιήματα. Συνομιλώντας με ένα δέντρο δηλώνει «ο ξενοδόχος των πουλιών» του, ακούει «αθέατες αγριόπαπιες να ολολύζουν», το φτάρνισμα ενός οδοκαθαριστή «ενοχλεί το καναρίνι» του, γνωρίζει ότι «κουρασμένα πουλιά εκκλησιάζονται» σε ένα ερημικό ξωκλήσι. Αποκορύφωση δε της τιμής προς αυτά το δυνατό μήνυμα: «Για μας τους ποιητές δεν υπάρχει / παρά μόνο το σκοτεινό δωμάτιο / και τα πουλιά που πετούν ελεύθερα / από κράτος σε κράτος». (Σε όσους έχουμε επισκεφθεί τη Μεγάλη Πρέσπα, μένουν χαραγμένες βαθιά οι εικόνες από το Τριεθνές με τις ανέμελες πτήσεις των πουλιών ανάμεσα σε Ελλάδα, Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία).

Το ποίημα «Στη Θεσσαλία», όπου μάλιστα ξαφνιάζει ως motto ο στίχος της Emily Elizabeth Dickinson «Θα σου φέρω πάχνες της Θεσσαλίας», λειτουργεί σαν οδικός χάρτης για την πλούσια σπορά της χλωρίδας από τον ποιητή σε δεκάδες ποιημάτων του: «Εδώ πλέον ζούμε / ανάμεσα σε ρίζες / και μίσχους θαυμαστούς» εξηγεί ο ίδιος. Απαριθμώ λοιπόν: Από σπαθόχορτα, μυοσωτίδες, γλυσίνες, πανσέδες, κρόκους, χαμομήλια, ανεμώνες, κισσό, λευκόφλουδες σημύδες, πλατύφυλλο λωτό, ιξό, πυξό, δρυ, ιτιές, έλατο, πεύκο, κυπαρίσσι, λεύκα, φουντουκιά, μυγδαλιά, κυδωνιά, ροδιά, ροδακινιές, καστανιές, ίουλους, βρύα, κολοκυθιά, δυόσμο, ακόμη και πράσα, που χρωματίζουν και αρωματίζουν τους στίχους του, μέχρι ποικίλα χορταρικά, που μαζεύει με την Αθηνά στον κήπο τους, για να φτιάξουν χορτόπιτα, αυτά και άλλα καθιστούν τη συλλογή επίτομο λεξικό Βοτανολογίας και τον Ηλία Κεφάλα επίτιμο… φυλλόλογο. Δεν το λες, μάλιστα, και πολύ λογοπαίγνιο αυτό, ιδίως αν πέσεις στον απίστευτο στίχο: «Με φύλλα σύριγγες υιοθετεί το φως ο πεύκος».

Φυσικά, εκτός από την ορνιθοπανίδα που μνημονεύσαμε πιο πάνω, σε θαμνώδεις στίχους κυκλοφορούν και άλλα ζωντανά, όπως ο σκατζόχοιρος… Θωμάς με την οικογένειά του, σκυλιά, γάτες, μέχρι και μαύρα χέλια σε ελώδεις απο-στροφές του λόγου, ή έχουν αφήσει τα διαπιστευτήριά τους, όπως το πουκάμισο ενός φιδιού και το καύκαλο μιας καμένης χελώνας. Στο σημείο αυτό αξίζει, νομίζω, να μελετήσουμε ολόκληρο το ποίημα «Τα βήματα», ώστε να αντιληφθούμε κατά το δυνατόν πώς και πόσο «συγγενεύει» με τα πλάσματα της φύσης, αλλά και τα λεγόμενα «μεταφυσικά» φαινόμενα, πολλά από τα οποία εμείς οι παραέξω τα τρέμουμε, τα σιχαινόμαστε και τα ξορκίζουμε, ο «φυσικός άνθρωπος», όπως χαρακτήριζε ο Παπαδιαμάντης τον εαυτό του στα χρόνια μέχρι την ενηλικίωση και τη μοιραία αστικοποίησή του: «Μην ταραχτείτε και μην πάει / ο νους σας πάλι στο κακό / μ’ αυτά τα ανάρια βήματα / που ακούγονται στον τοίχο. / Μπορεί ποντίκι άκακο να τριγυρνά / μπορεί να ερωτοτροπούν οι κατσαρίδες / μπορεί του μαύρου χώματος / οι κρύες να σηκώνονται ανάσες. / Ή ποιος το ξέρει; / Μπορεί κι η γριά Σαββούλα / –ερείπιο του χρόνου– / να σέρνει τα στραβά ποδάρια της / δυο νύχτες τώρα πεθαμένη». Και μπορεί μεν ο ποιητής μας να «συγγενεύει» κάπως εξ αγχιστείας με τον πυρήνα του φυσικού περιβάλλοντος –του «περιέχοντος», όπως το αποκαλεί πολύ ακριβέστερα ο Πολύβιος ο Μεγαλοπολίτης– αφού έζησε στην πρωτεύουσα 23 ολόκληρα χρόνια, αλλά και άσκησε σε Αθήνα και Τρίκαλα ένα κατ’ εξοχήν αστικό, υπηρεσιακό, επάγγελμα. Ωστόσο, δεν υπέστειλε ποτέ το αρχέτυπο του «φυσικού ανθρώπου», γι’ αυτό άλλωστε και αναδεικνύεται επάξια μέσα από το μεγαλύτερο μέρος των παρά δύο τεσσαράκοντα βιβλίων του Γραφέας του φυσικού έπους.

Μιλώντας για «έπος» μη μας διαφεύγει ότι αποτελεί την πρωτόπλαστη λογοτεχνία όλων των πολιτισμών. Τη λογοτεχνία, με άλλα λόγια, που γεννιέται από παρθένους ποιητές και απευθύνεται στη «νηπιακή ηλικία» των ακροατών που μοιράζονται τον ίδιο πολιτισμό· στην ηλικία του ηρωικού, του θαυμαστού. Θα ακολουθήσει η λυρική ποίηση, δηλαδή η «εφηβεία» κάθε πολιτισμού με το συναίσθημα στα ύψη, και θα ολοκληρωθεί η εξέλιξη με τη δραματική ποίηση και τον πεζό λόγο, δηλαδή την «ενηλικίωση», εξελικτικό στάδιο του έλλογου και της επιχειρηματολογίας. Η επική ποίηση, λοιπόν, συντίθεται σχεδόν αποκλειστικά από συγκλονιστικά, συχνά υπερφυσικά, φαινόμενα και γεγονότα, στα οποία πρωταγωνιστούν υπερήρωες. Μάλιστα, «έπος» και «μύθος» είναι συνώνυμες λέξεις, σημαίνουν τον λόγο. Ο Κεφάλας αφηγείται και υμνεί το έπος της Φύσης, επομένως –σαν τον Όμηρο στην «Οδύσσεια», τον Ησίοδο και στα δύο έργα του, αλλά και τον Αίσωπο αργότερα με τους δανεισμένους κυρίως από τη Φύση και το ζωικό βασίλειο μύθους του– σκαρώνει και θρύλους και παραμύθια. Ο Πηνειός π.χ. αφηνιάζει σαν άγριο άλογο από μια ξαφνική καταιγίδα και πηδώντας «σαν έφηβος» από τις όχθες του «το γλεντάει» εισβάλλοντας σε πόλεις και χωριά, σε υπόγεια και πλατείες και παρασέρνοντας ό,τι βρίσκει στο πέρασμά του, μέχρι να «χορτάσει» μετά από μέρες και να «μαζευτεί εντελώς». Σε άλλο ποίημα, το νερό φόρεσε τα πέπλα του και φώναζε στον άνεμο «έλα, θέλω να σε παντρευτώ». Αλλού, ο ανοιχτόκαρδος χιονάνθρωπος «όλη τη νύχτα τα ’λεγε» με την γκρινιάρα καμινάδα, ενώ αλλού το βουνό παραπονιέται στον γραφέα πως… πιάστηκε και σκέφτεται με τις βροχές να πάει «λίγο παραπέρα / μονάχα δυο-τρία βήματα». Ο ποιητής καταπίνει τη γλώσσα του, ξέροντας καλά ότι αυτό προοιωνίζεται μια επικίνδυνη κατολίσθηση. Σε άλλο ποίημα, το φθινόπωρο «πλησιάζει αμήχανο» με τη μορφή «μιας ανήσυχης παιδούλας» και, σε άλλο, στο κοιμητήρι «κινείται απόκοσμα μια μελανοντυμένη», ενώ στο «Ρέκβιεμ για το τανυσμένο δέντρο» παρακολουθούμε τη φυσική φθορά του με αυτούς τους στίχους: «Αυτό το τανυσμένο δέντρο / που ήθελε να φτάσει το θεό / πατώντας στις χωματένιες φτέρνες του / ξάφνου πέτρωσε κι έτριξε / κι έκλαψε σαν άνθρωπος / πριν απομείνει σιωπηλό για πάντα».

Ο αναγνώστης μοιράζεται στα δυο. Από τη μια, ηδύνεται και βέβαια ξεχνιέται σαν παιδί με την κεχαριτωμένη και τρυφερή μυθοπλασία του ποιητή, από την άλλη όμως νιώθει και ένα ρίγος να τον διαπερνά γνωρίζοντας ότι η πραγματικότητα του πλανήτη σήμερα και αύριο υπερβαίνει κατά πολύ τον ρομαντισμό πνευματικών δημιουργών τύπου Κώστα Κρυστάλλη, 130 ολόκληρα χρόνια μετά. Οι πρωτοφανούς σφοδρότητας πλημμύρες πριν από λίγες εβδομάδες στη Γερμανία και γενικότερα στην Κεντρική Ευρώπη με σχεδόν 200 νεκρούς και ασύλληπτες υλικές καταστροφές, ακολούθως στην πανάρχαια ελληνική πόλη Σινώπη και στη βυζαντινή Κασταμονή του Πόντου με σχεδόν 100 νεκρούς, οι δικές μας του 2017 στη Μάνδρα με τους 24 νεκρούς και αναρίθμητες άλλες δε συνάδουν και πολύ με τα… τερτίπια του Πηνειού στο κατά Ηλίαν ανάγνωσμα. Και βλέπω στο διαδίκτυο ότι ο Πηνειός δεν αστειεύεται καθόλου τα τελευταία χρόνια, αφού έχει πλημμυρίσει αρκετές φορές το ’18, το ’19, το ’20, το ’21 με εκτεταμένες καταστροφές κυρίως στις καλλιέργειες, αλλά και γκρεμίζοντας γέφυρες και άλλες υποδομές. Βέβαια, και στο παρελθόν –χωρίς το φαινόμενο του θερμοκηπίου– έχει αφήσει θύματα και ανυπολόγιστες ζημιές, με αποκορύφωμα το 1833, με 20 νεκρούς στη Λάρισα. Τα δε Τρίκαλα έχουν θρηνήσει το 1907 περίπου 100 νεκρούς από τον αγαπημένο Ληθαίο, που άφησε και 1.200 κατεστραμμένα σπίτια και 6.000 αστέγους.

Άραγε, ο Ηλίας Κεφάλας αγνοεί τις συμφορές αυτές και σφυρίζει αδιάφορα; Προφανώς και δεν αγνοεί, με την έννοια της άγνοιας. Αγνοεί όμως εσκεμμένα, με την έννοια της απαξίωσης. Σαν γνήσιος «φυσικός άνθρωπος» αρνείται να ενοχοποιεί τη Φύση για τις καταστροφές, όπως κάνουν παρακολουθώντας από την τηλεόραση τις θεομηνίες, στο καφενείο ή στο καθιστικό, οι περισσότεροι από εμάς μηρυκάζοντας το σλόγκαν «η Φύση μάς εκδικείται!». Διότι, ασφαλώς, εμείς αυτομαστιγωνόμαστε με όλες τις ανεγκέφαλες και ανερμάτιστες επεμβάσεις μας, η Φύση ούτε χαίρεται, ούτε θυμώνει, ούτε πολύ περισσότερο επινοεί σατανικούς τρόπους τιμωρίας του ανθρώπινου είδους… Η περιβόητη «κλιματική κρίση» είναι απλούστατα κατά συρροήν βαρύτατες εγκληματικές πράξεις και παραλείψεις προσώπων και φορέων. Και ο Γραφέας του φυσικού έπους δεν είναι ούτε μάζα, ούτε εμπρηστής, ούτε όμως και «οικολόγος». Είναι «φυσικός άνθρωπος», ο οποίος τυγχάνει και άξιος ποιητής. Γι’ αυτό επιμένει στο ερημικό εκείνο ξωκλήσι, όπου «εκκλησιάζονται τ’ άνθη / και τα κουρασμένα πουλιά», να μας κοινωνεί από το δισκοπότηρο της Πλάσης και να μας πείθει να την πονάμε! Μας δείχνει, για παράδειγμα, πώς ενός πλάτανου «η ανεξίκακος σκιά / σαν ενοδία και υπαίθρια θεά / πραΰνει και φιλιώνει όλο τον κόσμο». Άλλες γροθιές ανεπιτήδευτης φυσιολατρίας στα στομάχια μας: «Τραγούδα λοιπόν δέντρο / Είσαι το κέντρο του Γαλαξία μας». «Όμως θαυμάζω τον πλατύφυλλο λωτό / και κάτω απ’ τη λαδιά σκιά του / φρονώ την κάθε σκέψη περιττή». «Φύλλα χρυσά / φύλλα χλωρά / κρατώ στη φούχτα μου / κι είναι τα μόνα μου νομίσματα / ν’ ανταπεξέλθω στη ζωή». «Τι νύχτα γλιστερή και αστερόφωτη / Κι εγώ με την καρδιά μου άδεια από λύπες / δοκίμαζα σκύβοντας άγρια χαρά». «Μόνος μου τραγουδούσα / ένα παμπάλαιο τραγούδι / στην όχθη του Πηνειού / όταν αργά κατάλαβα πως ο σκοπός μου / είχεν αλλάξει για χάρη των νερών / Και τραγουδούσα πια ένα νέο τραγούδι / συντονισμένο στα συρτά φλοισβίσματα».

Το μυστικό του; Να σας το μαρτυρήσω:

«Ένα – ένα κλαδί / ένα – ένα δέντρο / ανέρχεται στον ουρανό / το δάσος / Μα εγώ μένω στο χώμα / άνθος μικρό της ρίζας / μνήμη πικρή των ημερών / γραφέας του φυσικού έπους / Έτσι με ανταμείβει το δάσος / και με διοχετεύει από τις ρίζες του / στους μυστικούς φωταγωγούς.».

Ποιητή, εκεί λοιπόν στους μυστικούς φωταγωγούς, μεσίτευε προς το δάσος σου να ευλογηθεί με φωτοσύνθεση και η δική μας στάση απέναντι στη Φύση!

Τρίκαλα, 25 Αυγούστου 2021

⸙⸙⸙

[Παρουσίαση στο πλαίσιο του 9ου Πανθεσσαλικού Φεστιβάλ Ποίησης, που διοργάνωσαν οι εκδόσεις Θράκα, σε συνεργασία με τους Δήμους των πρωτευουσών της Θεσσαλίας και άλλους φορείς (23-27.8.2021). Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Γιάννης Β. Κωβαίος. Δείτε τα περιεχόμενα του πέμπτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.].

b2ap3 amp ilias kefalas

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *