cebf ceb5ceb9cf81cebccf8ccf82 cf84cebfcf85 cf87cf81cf8ccebdcebfcf85 cebaceb1ceb9 cf84cebfcf85 cebacf8ccf83cebccebfcf85 ceb3cf81

Βάλτερ Πούχνερ, Μηνολόγιο του άγνωστου αιώνα, Νίκας, Αθήνα 2022.

Ο σπουδαίος νεοελληνιστής Βάλτερ Πούχνερ, ομότιμος καθηγητής Θεατρολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, παρασημοφορημένο μέλος της Ακαδημίας Επιστημών Αυστρίας, με έργο πολύπλευρο και διεθνώς αναγνωρισμένο, στην ποιητική του συλλογή Μηνολόγιο του άγνωστου αιώνα δημιουργεί μια μεγαλειώδη σύνθεση, απόρροια της ευρυμάθειας και της βαθιάς καλλιέργειας που τον διακρίνει.

Στο έργο ένας αφηγητής εξιστορεί σε πρώτο πρόσωπο την ιστορία του πλανήτη. Ακολουθώντας τους γεωλογικούς αιώνες, των οποίων η διάρκεια μετριέται σε εκατομμύρια χρόνια, αντιστοιχίζοντας τα εκατομμύρια αυτά χρόνια με τριάντα αριθμημένες ημέρες, έναν μήνα (Μηνολόγιο: μηναίο εκκλησιαστικό βιβλίο), προσεγγίζει τα κοσμολογικά ζητήματα και συνδιαλέγεται με τη ματαιότητα και τον θάνατο, την ηδονή και οδύνη του έρωτα, το αέναο γίγνεσθαι, στο οποίο όλα τελειώνουν και όλα διαρκώς ξαναρχίζουν.

Αφιερωμένο στον γαλάζιο πλανήτη, το έργο διακρίνεται για την κυκλική δομή και το βιβλικό του ύφος. Ακολουθώντας γραμμική αφηγηματική πορεία, αρχίζει από την Πρώτη μέρα και συνεχίζει έως την Τριακοστή.

Πρώτη μέρα
Μόνος μου στην ακροθαλασσιά βοήθησα να βγει ο ήλιος. […] (σελ. 11)

Ο αφηγητής ατενίζει την ανατολή του ήλιου στην άκρη της θάλασσας. Χαιρετίζει το νεογνό φως, βρέφος της ημέρας και υμνεί τα στοιχεία της ζωής, τον ήλιο και το νερό, μέσα από μια λατρευτική και δοξαστική ενατένισή τους.

Ο δρόμος της ημέρας ξεκινά, και στη Δεύτερη μέρα αποτυπώνεται το θάμβος της ζωής, αλλά και της λεκτικής δημιουργίας, της λογοτεχνικής δηλαδή αναπαράστασης, που με εργαλείο της τη γλώσσα, το δέντρο της γλώσσας και τα φύλλα του λεξιλογίου (σελ. 12), δημιουργεί ποίηση.

Η ποίηση είναι φως. (σελ. 12)

Με διαρκείς αντιπαραθέσεις του φωτός και της σκιάς (του αρνητικού μέρους της προσωπικότητας, κατά τον Καρλ Γιουνγκ), της γλώσσας και της σιωπής, με μια σειρά από ρηματικές εκφράσεις (μιλά, παίζει, διυλίζει, γεννάει, φωτίζει, είναι σιωπή, είναι ιδέα, έχει ψυχή, γεννάει, δημιουργεί), στις οποίες υποκείμενο είναι το φως, ο ποιητής δοξολογεί τη δυναμική επενέργεια του φωτός. Ο ήλιος, το φως, η Ιδέα του Αγαθού, «αρχὴ του παντός». Κάνει διαυγή την ύλη, το τοπίο, τις ιδέες, τη σχέση του ζωντανού λόγου με τον λόγο της ποίησης. Είναι η δύναμη που θρυμματίζει το κακό και φέρνει τη χαρά.

Παίζοντας λεκτικά με το φως και τις εκφάνσεις του, με την αντίθεση της νύχτας και του σκοταδιού, με τα όνειρα και το ασυνείδητο, το ά-λογο μέρος της ψυχής (Φρόυντ), μας οδηγεί στην έννοια του χρονότοπου, της διασύνδεσης του χρόνου με τον χώρο, κατά τον Μπαχτίν. Ο χρόνος, μια ολότητα στη διαδικασία των γενεών, διαπερνά την ιστορία της γης και του πολιτισμού. Ο ιστορικός άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με τη διαλεκτική των πραγμάτων. (Τη διατύπωσε αιώνες πριν ο φιλόσοφος Ηράκλειτος με τη ρήση του: πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί). Οι πάντα μεταβαλλόμενες και πάντα σε σύγκρουση πολιτισµικές αξίες και ο συμπαντικός χρόνος, η διαρκής αλλαγή, μητέρα των πραγμάτων. Το ζωογόνο Φως, αντίθετο του ζόφου, και η Νύχτα, το Έρεβος, το σκοτάδι.

Την Πέμπτη μέρα ο ποιητής υπεισέρχεται στην έννοια της «προόδου», αφήνοντας να διαφανεί το εύρος και το βάρος της επίδρασης του ανθρώπινου πολιτισμού πάνω στη Γη. Ο υλόφρων άνθρωπος κατά την πορεία της εξέλιξης κατασκεύασε μέταλλα και πετρώματα, χημικές ενώσεις, ραδιενεργές ουσίες και υλικά αναλλοίωτα, απομυζώντας απερίσκεπτα και καταστρέφοντας τη φύση, υποβαθμίζοντας την ομορφιά της.

[…] της μέρας μαύρο σύννεφο τοξικό […] με όλο το φάσμα των δηλητηρίων της προόδου […] (σελ. 15).

Το ανθρώπινο είδος, αμελητέα ποσότητα πριν μερικές δεκάδες χιλιάδες χρόνια, σήμερα είναι ο κυρίαρχος του πλανήτη. Ο homo sapiens, απομακρυσμένος από το ουμανιστικό όραμα, έχοντας διαρρήξει τη σχέση του με τη φύση, αφήνει στο πέρασμά του από τον πλανήτη γεωλογικά αποτυπώματα που δεν τον τιμούν. Η φθορά προοιωνίζει το τέλος.

[…] Δίνεις ζωή με τρόπο γλυκό, παίρνεις ζωή με τρόπο άγριο. Έγινες τώρα πιο πλούσιος; Χόρτασες με τα μαύρα ίχνη που άφησες; Ας έρθουν οι σωρείτες να σε πνίξουν. Ξέρεις τον μύθο του Φαέθοντα; […] (σελ. 16).

Ο αφηγητής στρέφεται προς τον ήλιο φονιά, φωτιά, το φως που καίει, τον άρρωστο, που βρέχει σωματίδια. Με διαρκείς επικλήσεις και επιφωνήματα, γεμάτος αγωνία και σαρκασμό, εκφράζει την ανησυχία του για τη μετατροπή της προόδου σε κόλαση.

[…] Ήλιος μαύρος, θανατηφόρος αντί ζωοδόχος. Πατέρα, παραφρόνησες, πατέρα, σκοτώνεις τα πλάσματά σου, πατέρα, στη θράκα ψήνονται σάρκες, αναστενάρηδες να προχωρούμε από δω και πέρα, κάρβουνα έγιναν οι ψυχές. Πατέρα, η οργή σου θα κάψει και των νεκρών τα κόκαλα, και δε θα έχεις πια τίποτε να φωτίσεις. […] (σελ. 15)

Στηλιτεύει τον αποκλεισμό των χαμηλών κοινωνικών τάξεων από τα επιτεύγματα της προόδου.

[..] Η πρόσβαση στο φως έγινε θέμα κοινωνικής θέσης. […] (σελ. 18)

Οι σύγχρονοι άνθρωποι των σπηλαίων κατάντησαν αλυσοδεμένοι δεσμώτες σε διαμερίσματα από μπετόν, πέτρωμα που κατασκεύασαν. Τα στενόχωρα σπίτια τους βλέπουν στον φωταγωγό· ξέφωτο στο δρυμό του σκυροδέματος, λαρύγγι των χθόνιων θεών στα υπόγεια· τόσος ουρανός αναλογεί στον Κάτω Κόσμο […] Ένα μικρό χωράφι ουρανός για κοινή χρήση, λίγη αγορασμένη μεταφυσική· […] (σελ. 17). Έρχονται σε επαφή με θορύβους, καυγάδες, σκυλάδικα τραγούδια.

[…] Με τόσο λίγο φως, πώς να πιστέψεις στον ήλιο; (σελ. 18)

Η Έβδομη μέρα είναι η Κυριακή και ξημερώνει σε κεφαλοχώρι αμφιθεατρικό. Το λάλημα του κόκορα, η ανατολή του ήλιου, οι παιδικές φωνές, η αναμονή του κηρύγματος της ημέρας του Κυρίου. Το πνευματικό φως μέσα στη δόξα της φύσης και του τοπίου.

[…] Η λειτουργία πλησιάζει προς το τέλος της, κι αγάλι αγάλι έρχεται από πίσω, από το μέρος της Ανατολής, ο εναρκτήριος φάρος της ημέρας στο ανήλιο μέρος του βουνού, όπου η μέρα όμως θα είναι μεγαλύτερη και θα δει την τραγωδία της δύσης, το μεγαλειώδες θέαμα, το μέγα μάθημα της ματαιότητας, πως το φως από το σκοτάδι έρχεται και στα σκοτάδι γυρίζει. […] (σελ. 20)

Όγδοη μέρα.

Τελείωσε η πρώτη εφτάδα. Πακέτο γλιστρά στην τσουλήθρα του χρόνου. Το έργο επαναλαμβάνεται. Αλλά δεν είναι ποτέ το ίδιο. Κάθε μέρα ο ίδιος ήλιος είναι άλλος.

Και μας παίζει άλλο παιχνίδι. […](σελ. 21)

Ποταμώ ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ, έλεγε ο Ηράκλειτος, ο φιλόσοφος του αιώνιου γίγνεσθαι («Δεν μπορείς να μπεις στο ίδιο ποτάμι για δεύτερη φορά»).

Ο Γάλλος θεωρητικός της λογοτεχνίας και φιλόσοφος Ρολάν Μπαρτ, ως προς τον τρόπο με τον οποίο οργανώνουμε και ταξινομούμε την πραγματικότητα, αναγνώριζε πέντε κώδικες. Από ένας από αυτούς, ο συμβολικός κώδικας, αποτελούνταν από αντιθέσεις σχετικές με τα πιο βασικά δίπολα: αρσενικό-θηλυκό, μέρα-νύχτα κ.λπ. Ο Ηράκλειτος, για τις αντιθέσεις, είχε χρησιμοποιήσει τον όρο παλίντονος αρμονία, θέλοντας να εξάρει την αρμονία που προκύπτει από την ισορροπία τους.

Ο ποιητής Βάλτερ Πούχνερ, χρησιμοποιώντας διαρκώς ζεύγη αντιθέτων (φως-σκιά, μέρα-νύχτα, καλό-κακό, τέχνη-ζωή) για την παραγωγή του συμβολικού μηνύματος και της εκ των αντιθέσεων αρμονίας, ενεργοποιεί στη συνέχεια τα θεματικά μοτίβα του κατακλυσμού, των πολέμων, της βίας. Κυριαρχούν επίθετα σκοτεινά και με αρνητική σημασία. Παρηχήσεις, μεταγλώσσα, ασύνδετο σχήμα, αποδίδουν την οδύνη, τον όλεθρο, τις ρητορείες, το χάος, την ύπνωση των μαζών μέσα στη λαίλαπα. Η πνευματικότητα και η ηθική χάνονται.

Ενδέκατη μέρα

Με το πρώτο αόριστο φως φάνηκαν οι διαφορές. Του πριν και του μετά. Οι στροφές της καταστροφής. Στίχοι ασυνάρτητοι. Χαλίκια στη μουσική. Πολτός η ποίηση. […]

Τέτοια μέρα να μην ξανάρθει. Σχεδόν βιβλική. […] (σελ. 24)

Η ανάκαμψη ακολουθεί, σύμφωνα με το σχήμα της διαλεκτικής: θέση-αντίθεση-σύνθεση. Κερδισμένοι βγαίνουν η μνήμη, η δράση, η αρμονία, οι απολαύσεις, η τέχνη του ζην. Όμως η ανθρώπινη αλαζονεία και ματαιοδοξία επαναφέρει την απώλεια του ανθρωπισμού. Έλλειψη επικοινωνίας, αγάπης, κατανόησης, αλληλοσεβασμού. Ο στίχος καταφεύγει σε υπερρεαλιστικές εικόνες, προκειμένου να εκθέσει την απορρύθμιση, την ανασφάλεια, την εντροπία.

Οι επόμενες ημέρες αφιερώνονται στον έρωτα, τον στοχασμό, τον θάνατο, την ολοκάρπωση (η λέξη απαντά μόνο σε εκκλησιαστικά κείμενα και δηλώνει το ολοκληρωτικό δόσιμο, την ανάλωση ενός καιόμενου ψυχή τε και σώματι πιστού):

Δέκατη τέταρτη μέρα

[…] Σε χρόνο ενδιάμεσο, στην κιβωτό του συμπαντικού εγκιβωτισμένο, αφιερώνει μία μέρα στον έρωτα, μία μέρα στο στοχασμό, μία μέρα στη γιορτή του θανάτου και μία μέρα στην ολοκάρπωση. (σελ. 27)

Οι αναφορές Στο άγγιγμα του έρωτα, Δέκατη πέμπτη μέρα, είναι αριστουργηματικές. Αναδεικνύουν τη δύναμη και την αντιφατικότητα του συναισθήματος. Ο έρωτας, κυρίαρχο στοιχείο της ζωής, που συνεργεί στη συνέχειά της, δεν είναι καθόλου εύκολο συναίσθημα. Εμπεριέχει την ηδονή και την οδύνη ταυτόχρονα.

Ενσυναίσθηση, πληθώρα επιθέτων (ενδεικτικά: ωραίες, όμορφες, έντονες, φρικτές, βασανιστικές, αγωνιώδεις, ευδαιμονικές, ταραγμένες, καρποφόρες, φοβισμένες, ριψοκίνδυνες), ουσιαστικών (ενδεικτικά: γαλβανισμοί, αισθήσεις, εμβιότητα, οργασμός, κορύφωση, φως, καθρέφτης, άνθος, βάθος, φάρος), ύφος κοφτό, ασθματικό.

Οι πιο ωραίες ώρες, οι πιο όμορφες στιγμές, […] οι πιο φρικτές καραντίνες, οι βασανιστικές εμμονές, αγωνιώδεις, ευδαιμονικές […] Ο οργασμός του οργανισμού, η κορύφωση της ματαιότητας, που τόσο όμορφα λάμπει μέσα στο πρόσκαιρο. (σελ. 28)

Τη Δέκατη έκτη μέρα εξαίρεται το θαύμα του εγκεφάλου. Η διαύγεια του στοχασμού. Ο ορθολογισμός και η φιλοσοφία, η επιστήμη, τα μαθηματικά. Η κβαντική αβεβαιότητα, η φαντασία, τα όνειρα, η ουτοπία, η ποίηση, η τέχνη.

[…] Οι στοχασμοί συχνά δεν έχουν αίσιο τέλος. Μα ένα υπερήφανο μεγαλείο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο θαύμα από το μυαλό. (σελ. 31)

Δέκατη έβδομη μέρα

Η γιορτή του θανάτου. […]

Το τέλος της παρουσίας μας στη γη, η επιστροφή σε μια άυλη πατρίδα.

[…] Της ματαιότητας η επαλήθευση. Το μόνο βέβαιο βεβαιώνεται. Η τάξη των έμβιων κλείνει τον κύκλο της. Το πρόσκαιρο της περατότητας στην οργανική του βάση. […] (σελ. 32)

Υπερρεαλιστικές και συμβολικές εικόνες -στις επόμενες ημέρες- αναπαριστούν την εξέλιξη της ζωής μέσα από τους κύκλους του χρόνου, τη σοφία, τη συμπαντική αρμονία και ενότητα, την ανανέωση, τη δημιουργική ώθηση της νέας αρχής, το Απεριόριστο μέσα από το οποίο όλα προέρχονται και στο οποίο όλα επιστρέφουν.

Εικοστή τέταρτη μέρα

Ο θάνατος του πλανήτη δεν είναι διερευνήσιμος. Και του γαλάζιου αδιερεύνητος. Στη μαύρη τρύπα του δυνητικού, στην αντιύλη που τρώει το φως κι όλα τα άλλα κύματα, πρέπει να υπάρχουν όλες οι δυνατότητες και όλοι οι χρόνοι. Ίσως εκεί να είμαστε κι εμείς, και το χαμένο μας αμαρτωλό παρελθόν. […] (σελ. 41)

Με κενά αφήγησης, επιστημονικό λεξιλόγιο, περιγράφεται η αστρική κοσμογονία, το τέλος της εποχής των παγετώνων, περίοδο κατά την οποία εμφανίστηκε ο ανθρώπινος πολιτισμός, όλοι οι χρόνοι του σύμπαντος και της Γης. Η στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης. Η αδιερεύνητη ύλη και αντιύλη.

Εικοστή πέμπτη μέρα

Το τίποτε εξ ορισμού δεν υπάρχει. Και το όλο ποτέ δεν ολοκληρώνεται. Η ενέργεια του κενού, που δημιουργεί από το τίποτε κάτι, το θαύμα της ποίησης, που δημιουργεί από το τίποτε κάτι, το βάρος της φωταχτίδας, που έλκεται από την ύλη, γεννούν τη δυνατότητα. […] (σελ. 42)

Ο κόσμος βαδίζει με την εμπειρία και την επιθυμία. Τα μήλα της γνώσης δεν είναι απαγορευμένος καρπός, αλλά δεν χρειάζεται να φάμε τη μηλιά όλη. (σελ. 44) Η επιστήμη και η τεχνολογία προώθησαν τον πολιτισμό. Όμως υπάρχουν όρια στην εφαρμογή της γνώσης. Η φύση δεν είναι σκλάβα μας. (σελ. 44) Οι άνθρωποι φτιάχνουν κοινωνίες και η ζωή συνεχίζει τον αέναο κύκλο της, με τις συγκινήσεις, τις απογοητεύσεις, την αέναη κίνηση, τον θάνατο. Αδιάλειπτο κυνηγητό, πόνος, μόχθος, οδύνη, ματαιότητα. Ο άνθρωπος Σίσυφος, καταδικασμένος να ανεβάζει αιώνια την πέτρα στην κορυφή του βουνού και έπειτα να την παρατηρεί να κατρακυλά πάλι κάτω, τρέχοντας ξωπίσω της.

Εικοστή έβδομη μέρα

[…] Θα κλάψουμε, θα πονέσουμε, θα στερηθούμε, θα χαρίσουμε, θα συμπονέσουμε, θα φιλοσοφούμε, θα πεθάνουμε ως μέρος της ζωής. (σελ. 45)

Ζωή και θάνατος. Φιλότης και νείκος· οι δύο ισοδύναμες και αντίρροπες δυνάμεις: η κοσμική δύναμη που, σύμφωνα με τον Εμπεδοκλή, ενώνει τα στοιχεία (αγάπη) και αυτή που τα διαχωρίζει (μίσος). Η υφήλιος, ο χρόνος, η γεωγραφία, οι άτλαντες, το ταξίδι. Το σώμα και τα ορμέμφυτα αφενός, το πνεύμα, η τέχνη, το βιβλίο, η ποίηση, αφετέρου. Διονυσιασμός και έρωτας, έμπνευση. Προχωρούμε με τα αρχέτυπα, τα κοινά σε όλη την ανθρωπότητα μοτίβα που σχηματίζουν μέρος του συλλογικού ασυνείδητου (Carl Jung).

[…] Η Λήθη ξεχασμένη, η Μνήμη συμπαντική, έτοιμη να ξαναδημιουργήσει τα πάντα. […] (σελ. 42)

Το Μηνολόγιο του άγνωστου αιώνα του Βάλτερ Πούχνερ είναι μια ευφυής και πολυεπίπεδη ποιητική σύνθεση. Μόνον πλευρές της επιχειρούμε στο σύντομο αυτό κριτικό σημείωμα. Ιδιαίτερα πνευματώδης και πυκνός ο ποιητικός λόγος, παραστατικός, ρυθμικός, ακολουθεί στοχαστικά τον ειρμό του χρόνου και του κόσμου, αναδεικνύοντας την αρμονική του ολότητα και εντάσσοντας την ποίηση μέσα σ’ αυτή.

Ο ποιητής Βάλτερ Πούχνερ παίζοντας διαρκώς με το φως και το σκοτάδι, βάζοντας το φως να κυριαρχεί, την αγάπη, τον έρωτα, το όνειρο, εκφράζει την αισιόδοξη και ανθρωπιστική του αντίληψη για τον κόσμο. Θεατρικής δομής και λυρική η ποίησή του, βαθιά πνευματική και συναισθηματική, αποφθεγματική, έντονα διακειμενική, έχει ως σύμβολό της το άλας, τη δημιουργική δύναμη. Κυρίαρχο στη σύνθεση είναι το ασύνδετο σχήμα που προσδίδει γοργό και αγχώδη ρυθμό, ενώ ξεχωρίζει ο θαυμαστός πλούτος της λόγιας και εκκλησιαστικής γλώσσας, όπως και οι ιδιαίτερα ευφάνταστες εικόνες και προσωνυμίες.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Édouard Boubat. Δείτε τα περιεχόμενα του έκτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

9789602963692

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *