cebccebfcebbcf8dceb2ceb9ceb1

molyviΣτα μεζεδάκια του Σαββάτου αναφέραμε τις ξεκαρδιστικές αγγλικούρες του Άδωνη Γεωργιάδη ο οποίος, μιλώντας στο BBC για τα Γλυπτά του Παρθενώνα, αφηγήθηκε τη  γνωστή (αλλά όχι αληθινή, όπως θα δούμε παρακάτω) ιστορία από την πολιορκία της Ακρόπολης, όταν οι πολιορκούμενοι Τούρκοι, μην έχοντας  μολύβι για να  φτιάξουν βόλια, άρχισαν να βγάζουν τον μόλυβδο  που ήταν μέσα στις μαρμάρινες  κολόνες του  ναού  -και τότε  οι Έλληνες τούς πρόσφεραν δικό τους μολύβι.

Ο Άδωνης, αγνοώντας την αγγλική λέξη για τον μόλυβδο,  είπε  το  αμίμητο they took the molyv from  the  columns. Αλλά αυτά τα αναλύσαμε το Σάββατο. Σήμερα είναι άλλη μέρα, Δευτέρα, μέρα που  λεξιλογούμε -οπότε θα λεξιλογήσουμε για τη λέξη «μολύβι», μετατρέποντας το τερπνό σε ωφέλιμο,  κατά κάποιον τρόπο.

Στην  εικόνα  που συνοδεύει  το άρθρο βλέπετε μολύβια, αλλ’ αυτή δεν είναι η μοναδική σημασία της λέξης. Μολύβι επίσης  είναι ο μόλυβδος, σε λαϊκή ονομασία, και κατά συνεκδοχή μολύβι είναι η σφαίρα, το βλήμα του όπλου.

Όσο για την ιστορία που ανέφερε ο Άδωνης, ενώ είναι γνωστή και διαδεδομένη, φαίνεται πως είναι εθνικός μύθος. Πράγματι  οι κίονες του Παρθενώνα είχαν μολύβι ως συνδετικό μέταλλο μέσα τους, και πράγματι οι πολιορκούμενοι Τούρκοι επιχείρησαν  να το πάρουν για να το χρησιμοποιήσουν για βόλια, αλλά δεν φαίνεται να έχει ιστορική βάση ο ισχυρισμός ότι οι Έλληνες πολιορκητές τούς πρόσφεραν το δικό τους  μολύβι.  Όπως διαβάζουμε σε ανασκευαστικό άρθρο στον ιστότοπο freeinquiry, ανάμεσα στους πολιορκητές ήταν  ο Κυριάκος Πιττάκης (1798-1863) ο οποίος μετά την  απελευθέρωση έγινε έφορος αρχαιοτήτων. Στην κηδεία του γιού του Πιττάκη το 1862 και έναν χρόνο αργότερα στην κηδεία του ίδιου του Πιττάκη ακούστηκε πρώτη  φορά ο μύθος, από επίσημα χείλη, π.χ. από τον Αλέξανδρο Ραγκαβή: «Οι οθωμανοί, στενώς πολιορκούμενοι εν τη Ακροπόλει, είχον σχεδόν εξαντλήσει τα πολεμοφόδια και ιδίως τας σφαίρας των. Αλλή μη ανεχόμενοι την ιδεαν τού να εγκαταλείψωσι το ενδοξον φρούριον εις τους μέχρι χθες δούλους των, ήθελον να παρατείνωσι την αντίστασιν και παρατηρήσαντες ότι μεταξύ των τμημάτων των αρχαίων κιόνων και κατά τους τόρμους τους συνδέοντας των ναών τα μάρμαρα υπήρχε μόλυβδος χυτός, απεφάσισαν αυτόν να συλήσωσιν και εξ αυτού να συμπληρώσωσι την προμήθειαν των σφαιρών. Τούτο μαθών ο Πιττάκης, συνεννοήθη μετά των λοιπών πολιορκητών, και οι αθηναίοι έπεμψαν ποσότητα μολύβδινων σφαιρών εις τους εν Ακροπόλει οθωμανούς, όπως παραιτηθώσι τού έργου τής καταστροφής

Δυστυχώς δεν δίνεται παραπομπή για τα παραθέματα, ενώ και ο ιστότοπος freeinquiry έχει συγκεκριμένη τοποθέτηση, ας πούμε αντιχριστιανική, αλλά η επιχειρηματολογία μού φαίνεται στέρεη -και ομολογώ ότι δεν έχω συναντήσει σε πηγές της εποχής το επεισόδιο της προσφοράς μολυβιού στους πολιορκούμενους. (Ελπίζω στα σχόλιά σας να βοηθήσετε στην  τεκμηρίωση ή στη  διάψευση).

Το μολύβι πάντως ως υλικό ήταν περιζήτητο στην Επανάσταση για να  φτιαχτούν  οι σφαίρες, τα βόλια. Γράφει ο Κολοκοτρώνης:

 Ὁ Νικήτας ἐτράβιξε εἰς τὸ Ἄργος, ἐχάλαε τὰ Τζαμιά, τοὺς Μιναρέδες, καὶ μᾶς ἔστειλε μολύβι γιατὶ εἴχαμεν ἔλλειψι ἀπὸ μολύβι καὶ χαρτί, καὶ ἐπήραμε τὴν Βιβλιοθήκην τῆς Δημιτζάνας καὶ ἄλλων Μοναστηρίων καὶ ἐδέναμε φουσέκια· μπαροῦτι εἴχαμε, ἔκαμνε ἡ Δημιτζάνα.

(Στη Δημητσάνα  οι αδελφοί Σπηλιωτόπουλοι είχαν σκαρφιστεί, πριν ακόμα τον ξεσηκωμό, μια ευφυέστατη μέθοδο για να  φτιάχνουν μπαρούτι κάτω από τη  μύτη των Τούρκων. Υποθέτω πως στην κορυφή των μιναρέδων, όπως και στους τρούλους των  εκκλησιών, χρησιμοποιούσαν μόλυβδο).

Αλλά αφού λεξιλογούμε, να  ξεκινήσουμε από την αρχή -και στην  αρχή έχουμε τη λέξη «μόλυβδος», που είναι βέβαια αρχαία, πανάρχαιη μάλιστα αφού σε γραμμική Β  διασώζεται ο τύπος mo-ri-wo-do. Στα αρχαία η λέξη απαντά με πολλούς τύπους, π.χ. μόλιβος στο Λ237 της Ιλιάδας (ἀργύρῳ ἀντομένη μόλιβος ὣς ἐτράπετ᾽ αἰχμή – η άκρη της στον άργυρο κυρτώθη ωσάν μολύβι, μεταφράζει ο Πολυλάς) αλλά και βόλυβδος, βόλυμος κτλ. Αυτή η ποικιλία των τύπων δείχνει ότι πρόκειται για δάνειο, ίσως από την  Ιβηρική, και μάλιστα θεωρείται ότι και το λατινικό plumbum είναι παράλληλο δάνειο από την ίδια πηγή. Ο Σαντρέν δεν  αποκλείει να είχαν  οι Μυκηναίοι επαφές με την Ιβηρική, αλλά θεωρεί πιθανότερο να πρόκειται για λέξη που ταξίδεψε από εκεί προς τα μέρη μας.

Στα ελληνιστικά χρόνια και στην ύστερη αρχαιότητα εμφανίζονται οι τύποι μολύβδιον, μολύβιον/μολίβιον και τελικά το μεσαιωνικό μολύβιν, μολύβι με πάντοτε παρόντα τον αναγραμματισμένο τύπο βολίμι. Στον Μεσαίωνα βρίσκουμε όλες τις σημασίες της λέξης που υπάρχουν και σήμερα, δηλαδή αφενός τον μόλυβδο, αφετέρου το βλήμα του πυροβόλου όπλου και, κατά τρίτο, το όργανο γραφής («εις τούτα τα χαρτιά να ζωγραφίσω ή με μολύβιν τάχα να τα σκιάσω» σε κυπριακό ερωτικό δίστιχο). Επιπλέον, το μολύβι το χρησιμοποιούσαν στη μολυβδομαντεία: έλιωναν μολύβι, το έριχναν στο νερό, και από τα σχήματα που σχηματίζονταν πρόβλεπαν τα μελλούμενα.

Επειδή  ο μόλυβδος έχει το μεγαλύτερο ειδικό βάρος από τα περισσότερα μέταλλα (αν και ο χρυσός και ο υδράργυρος έχουν περισσότερο) γι’ αυτό και στη λαϊκή χρήση το μολύβι έγινε συνώνυμο του μεγάλου βάρους. Ήδη από τον  Μεσαίωνα υπάρχει η παροιμιώδης φράση  «εβούλισεν σαν μολύβι» και μολύβι λέγεται και το βαρίδι που χρησιμοποιούν πχ οι ψαράδες.

Οι σφαίρες όντως περιείχαν μόλυβδο και γι’ αυτό πολλές φορές  η  λέξη «μολύβι» χρησιμοποιείται για να  δηλώσει ομοβροντία πυροβολισμών («άδειασαν όλο το μολύβι τους πάνω στον εχθρό») αλλά το μολύβι με το οποίο γράφουμε ονομάστηκε έτσι από παρανόηση.

Πράγματι, τα μολύβια μας δεν  περιέχουν  μόλυβδο αλλά γραφίτη -μια λεπτή βέργα μέσα σε ξύλο. Βρίσκω ότι το 1565 βρέθηκε στην  Αγγλία ένα μεγάλο κοίτασμα πολυ καθαρού γραφίτη,  που μπορούσε εύκολα να τεμαχιστεί σε ράβδους. Οι άνθρωποι της εποχής θεώρησαν ότι πρόκειται για είδος μολύβδου και το ονόμασαν plumbago, ενώ αλλού ο γραφίτης αναφέρεται ως black lead. Από αυτό το κοίτασμα φτιάχτηκαν  τα πρώτα μολύβια, που ονομάστηκαν στα αγγλικά lead pencil, αλλά και σε άλλες γλώσσες αναλόγως π.χ. Bleistift στα γερμανικά, όπου Blei ο μόλυβδος. Γενικευμένη επομένως  η παρανόηση.

Παρεμπιπτόντως, το  pencil αρχικά σήμαινε το πινέλο, με το οποίο έγραφαν κιόλας, και ανάγεται στο λατινικό penicillus, ουρίτσα, που κάποτε θα το αναλύσουμε εκτενέστερα, ας πούμε όταν λεξιλογήσουμε για την πενικιλίνη -είναι υποκοριστικό του penis  = ουρά, που κι αυτό έχει ψωμί έστω κι αν  μπαίνει σε ου φωνητά. Mε την εμφάνιση των  μολυβιών από γραφίτη -που εθεωρείτο μόλυβδος- ο όρος (lead) pencil χρησιμοποιήθηκε πλέον για αυτά τα νέα εργαλεία γραφής.

Έχουμε βέβαια και μολύβια για το μακιγιάζ, για τα μάτια ή για τα χείλια ας πούμε, ενώ μεταφορικά μολύβι λέμε και σήμερα κάθε τι το δυσάρεστα βαρύ (π.χ. το φαγητό μού κάθισε στο στομάχι σαν  μολύβι ή αισθάνομαι σαν να με πλακώνει μολύβι).

Έχουμε και τον πανέμορφο Μόλυβο, τη Μήθυμνα της Μυτιλήνης, αλλά φαίνεται πως η  ονομασία αυτή προέκυψε παρετυμολογικά από κάποιο φράγκικο Mont d’Olives (όρος των ελαιών, ας πούμε) ή κάτι ανάλογο.

Ο γραφίτης του μολυβιού είναι μαλακός και γι’ αυτό μπορεί να αφήνει, τριβόμενος, τα σημάδια στο χαρτί. Όταν διαβάζω, μ’  αρέσει να έχω  ένα μολυβάκι να σημειώνω στο περιθώριο ή και πάνω στις λέξεις -μου φαίνεται λιγότερο βάρβαρο από το να χρησιμοποιώ στιλό, επειδή  το μολύβι σβήνει, αν και σελίδες κατάστικτες από σημειώσεις δεν μπορούν να αποκατασταθούν.

Στα διαγωνίσματα που γράφαμε, ας πούμε στο πανεπιστήμιο, ο επιτηρητής ή ο καθηγητής ανακοίνωνε τη λήξη με τη στερεότυπη φράση «Κάτω τα μολύβια». Τώρα που γράφω πληκτρολογώ,  αλλά την επικαλούμαι για να δηλώσω πως το άρθρο έφτασε στο τέλος του -αφήνοντας πάρα πολλά απέξω, από το μολυβόνερο ως τη μολυβοκοντυλοπελεκητή εκκλησιά. Αλλά γι’ αυτό υπάρχουν τα σχόλια!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *