cebcceb9ceb1 cebaceb1cf84cf8ecf84ceb5cf81ceb7 cf84cf89cebd cf80cf81cebfcf83ceb4cebfcebaceb9cf8ecebd ceb1cebdcf84ceb9ceb3cf8ccebd

7b2


“Antigone is the easiest ancient work for a modern Christian audience to understand” – Ludwig Tieck

Από την πρώτη παρουσίαση της Αντιγόνης σε Γερμανική μετάφραση το 1841 (μελοποιημένη από τον Μέντελσον) μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό των παραστάσεων εμπεριέχουν μια Αντιγόνη «πλασμένη» από τη φιλοσοφία του Χέγκελ, που αποδοκιμάζει τους νόμους του κράτους έναντι αυτών των θεών. Το Σοφόκλειο έργο πιθανολογείται πως διδάχθηκε το 441 π.Χ. και παρότι τα γεγονότα είναι μεταγενέστερα της γραμμικής αποτύπωσης του Θηβαϊκού κύκλου (Οιδίποδας Τύραννος, Οιδίποδας επί κολωνώ) παρουσιάστηκε πριν από αυτά. Στο έργο, η Αντιγόνη τιμωρείται σε θάνατο από τον Κρέοντα, στην προσπάθειά της να θάψει τον αδερφό της Πολυνείκη.

Η «Αντιγόνη» που παρουσιάστηκε στο αρχαίο θέατρο Επιδαύρου στο πλαίσιο του φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου, σε σκηνοθεσία Τσέζαρις Γκραουζίνις, αποτυπώθηκε με μια αισθητική ανισορροπία η οποία αυξανόταν όσο η παράσταση πλησίαζε προς το τέλος. Η αισθητική του Ζεϊμπέκικου με τα «ώπα», σε συνδυασμό με τα αλά Μπρέγκοβιτς ακούσματα στην αρχή ως μια προσπάθεια αποσύνθεσης της δραματικής φόρμας, όχι μόνο δεν έφεραν το επιθυμητό αποτέλεσμα αλλά οδήγησαν σε αναβίωση ενός ξεπερασμένου μικροαστισμού με παραστασιακές μετα-εθνικές αφηγήσεις. Η διάσπαση της ροής κάθε λίγο, με το χαμήλωμα των φώτων, ώστε να εκβιαστεί το χειροκρότημα του πλήθους αποσυντόνιζε την όποια προσπάθεια συγκέντρωσης. Παράλληλα, οι κωμικές στιγμές ως προσπάθεια διάσπασης της τραγικότητας και ανάδειξης του μεταδραματικού θεάτρου, θα είχαν επιτυχία αν στο έργο υπήρχαν και άλλοι τρόποι θεατρικής έκφρασης (Μπρεχτικής για παράδειγμα) που θα είχαν ως σκοπό να «κλονίσουν» τις πολιτισμικές ιεραρχίες, κάτι που επ΄ουδενί δεν φάνηκε.

Η εμπορική αισθητική επιλογή του σκηνοθέτη δεν επέτρεψε βαθύτερες αναγνώσεις της Αντιγόνης. Χάριν παραδείγματος, οι σύγχρονες αναγνώσεις του έργου που στηλιτεύουν την αιμομιξία δεν βρήκαν τη θέση τους στην παράσταση ενώ είδαμε το ξεπερασμένο σπρεχκορ (χορωδιακές ομιλούμενες δράσεις προηγούμενου αιώνα) και τον χιλιοπαιγμένο θρήνο της Αντιγόνης, τα οποία ως στοιχεία δεν αποτύπωσαν το τέλος της πατρογραμμικής κατάρας των Λαβδακιδών.

4b3


Αρνητικό πρόσημο παίρνει και η έωλη προσπάθεια ανάδειξης μιας φεμινιστικής γραμμής, εδραζόμενη σε κάποιες ατάκες του τύπου «δεν θα κάνεις αυτό… γιατί είσαι γυναίκα» του Κρέοντα macho-man Βασίλη Μπισμπίκη. Ο Τσέζαρις Γκραουζίνις στην συγκεκριμένη παράσταση φάνηκε πιστός στην ξεπερασμένη αλά Ροντήρη εμμονή της κλασσικής δραματικής μορφής, δεν πρόβαλλε καμία καινοτομία και αποτύπωσε ένα δράμα τηλεοπτικών χαρακτήρων και όχι ένα δράμα παθών, όπως θα έπρεπε να είναι η Αντιγόνη. Επίσης, δεν κατάφερε να σπάσει την κλασσική γραμμή που επιτάσσει η εθνική θεατρική μας πασαρέλα (Επίδαυρος) και κινήθηκε στην πεπατημένη, χωρίς ιδεολογικές ρήξεις με το αρχαίο δράμα.

Οι ηθοποιοί δρώντας ως τηλεοπτικοί «αστέρες» αποδυνάμωσαν ακόμα περισσότερο την παράσταση, καθώς δεν κατάφεραν κινησιολογικά τους απαραίτητους επιτονισμούς που απαιτούνται*. Ο Βασίλης Μπισμπίκης βοώντας, κράζοντας και «ξεχειλίζοντας αντρίλα» ώθησε σε ορίζοντα εξαφάνισης τον ρόλο του Κρέοντα, εστιάζοντας στο μικροαστικό ύφος μιας τηλεοπτικής περσόνας. Η Έλλη Τρίγκου, αδύναμη ως Αντιγόνη, σε μια προσπάθεια τεχνητής συναισθηματικότητας (στόμφο και τράβηγμα των φωνηέντων) δεν αποτύπωσε σε καμία περίπτωση το δυναμισμό της γυναίκας διεκδικήτριας του έργου. Στον Κώστα Κορωναίο φάνηκε πως ο σκηνοθέτης δεν του έδωσε να καταλάβει που βρισκόταν, καθώς στο ρόλο του φύλακα, ο ηθοποιός λειτούργησε με κωμικό τρόπο με αποτέλεσμα -στο συγκεκριμένο σημείο- η παράσταση να εκπέσει σε κωμωδία. Παράλληλα, στο ρόλο του αγγελιαφόρου ο Γιώργος Παπαγεωργίου δεν απέδωσε τη σπαρακτική συντριβή των νέων, που θα καθήλωναν το κοινό στο άκουσμά τους. Ο Στρατής Χατζησταματίου σίγουρα θα είχε θέση σε μια κωμική τηλεοπτική σειρά με τον τρόπο που απέδωσε τον Αίμμωνα ενώ η Δανάη Μιχαλάκη απέδωσε την Ισμήνη αρκετά κοινότυπα. Ο Χρήστος Σαπουντζής απέδωσε την διαβατήρια επιτέλεση του Τειρεσία αν και επιλέχθηκε σκηνοθετικά να μη φανεί ο ερμαφρόδιτος χαρακτήρας του Μάντη. Ενώ η Μαρίνα Αργυρίου ως Ευρυδίκη δεν καταλάβαμε αν γέλαγε ή αν έκλαιγε, όταν έμαθε τα κακά νέα. Όσον αφορά τον χορό -με κορυφαίο τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη- μπορούμε να τον επαινέσουμε για το ζεϊμπέκικο που χόρευε κάθε τρεις και λίγο αλλά για τίποτα άλλο.

1b1


Η μουσική από το Δημήτρη Θεοχάρη, θα κολλούσε άριστα σε τηλεοπτική σειρά σε συγκερασμό με τη μη θεατρική μιμητική των ηθοποιών. Όσον αφορά το σκηνικό, ο Kenny McLellan, άντλησε την έμπνευσή του από την ίδια ακριβώς μούσα που ενέπνευσε τον Στάιν στην Ορέστεια, τον Αγγελόπουλο στο Θίασο και τον Ευαγγελινό φέτος στη Γιουροβίζιον. Τα κοστούμια φάνηκαν σα να είναι παρμένα από την τηλεοπτική σειρά Άγριες Μέλισσες ή από το Ουζερί Τσιτσάνης… Η μετάφραση από τον Γιώργο Μπλάνα απέδωσε εξαιρετικά την ποιητική διάθεση του έργου, μακριά από τους ξεπερασμένους φιλολογικούς κλασικισμους της ακρίβειας των αρχαίων κειμένων προκαλώντας μια αναθέαση του έργου.

Συμπερασματικά, η παράσταση Αντιγόνη σε σκηνοθεσία Τσέζαρις Γκραουζίνις, κινήθηκε μακριά από τα σύγχρονα μεταδραματικά όρια αποτύπωσης της αρχαίας τραγωδίας, με μια εμπορική απόδοση της ψυχικής διάστασης των ηρώων, χωρίς ηθικές αντιστοιχήσεις με τις αναγνώσεις του Σοφόκλειου έργου και με μια σκηνοθετική προσέγγιση που δεν έχει κάτι νέο να πει.

* Τον καλύτερο ρόλο  στην παράσταση διεκδικεί επάξια μια γάτα η οποία παραβρέθηκε σε δυο σκηνές, με συνεχή κίνηση του σώματος, δεν φοβήθηκε λεπτό τις αγριοφωνάρες του Μπισμπίκη και έδειξε το υποκριτικό της ταλέντο καθώς στο τέλος εγκατέλειψε στωικά το έργο, αξιοπρεπώς, χωρίς να κοιτάξει πίσω της,πατώντας  τη θυμέλη.

Φωτογραφίες: Εβίτα Σκουρλέτη

The post Μια κατώτερη των προσδοκιών «Αντιγόνη» από τον Τσέζαρις Γκραουζίνις first appeared on Τέταρτο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *