cebaceb1cebbceb1cebcceaccf81ceb9 cf87cf89cf81ceafcf82 cf87ceb1cf81cf84ceaf

squid 250547749 250Την περασμένη εβδομάδα είχαμε άρθρο για τα καβούρια. Σήμερα συνεχίζουμε θαλασσινά, με άλλα θαλασσινά, κι έτσι θ’ αφιερωσουμε το σημερινό μας άρθρο στα καλαμάρια. Θα επαναλάβουμε έτσι μερικά πράγματα που είχαμε πει σε παλιότερο άρθρο αφιερωμένο σε όλα τα «φρούτα της θάλασσας«, αλλά εδώ θα τα αναπτύξουμε πολύ εκτενέστερα.

Το καλαμάρι είναι κεφαλόποδο, δεκάποδο, που η επιστημονική του ονομασία είναι Loligo vulgaris. Υπάρχουν γιγαντιαία καλαμάρια που ξεπερνάνε τα 10 μέτρα, στην Ιαπωνία και αλλού, αλλά στα μέρη τα δικά μας είναι σαφώς πιο ματζόβολα. Το μυθικό Κράκεν θα μπορούσε να είναι κάποιο γιγάντιο καλαμάρι. Υπάρχουν και τα θράψαλα, που είναι πιο μεγάλα και θέλουν κατάψυξη για να μαλακώσει η σάρκα τους (ή όχι;).

Το καλαμάρι ή καλαμαράκι το τρώμε βεβαίως, αλλά υπάρχει και το άλλο το καλαμάρι, ή έστω υπήρχε μέχρι σχετικά πρόσφατα, εννοώ το μελανοδοχείο. Δεν θέλω να δείξω τα χρόνια μου, αλλά όταν ήμουν μαθητής δημοτικού, επί δικτατορίας, στην εκπαίδευση είχε επανέλθει, σε ένδειξη εκσυγχρονισμού ίσως, η πένα και το μελανοδοχείο. Όχι μόνο η καλλιγραφία, αλλά και η καθημερινή Αντιγραφή γίνονταν με καλαμάρι και πένα -κι εγώ, εξαρχής κακογράφος και απρόσεχτος, έκανα τις πιο εντυπωσιακές μουτζούρες της καριέρας μου.

Βέβαια, τα σημερινά παιδιά έχουν γλιτώσει από αυτό το καλαμάρι αν και, όσα παιδιά τουλάχιστον λένε τα κάλαντα, μνημονεύουν κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς το χαρτί και το καλαμάρι που κρατάει εκείνο το παλικάρι ο Δεσκεμές.

Επειδή τα δυο καλαμάρια ετυμολογικώς συνδέονται, εδώ θα μιλήσουμε και για τα δύο. Αν σας πω ότι η αρχή της λέξης «καλαμάρι» είναι το καλάμι, δεν θα το αποκλείσετε αφού η ηχητική ομοιότητα είναι πρόδηλη, αλλά θα παραξενευτείτε -τι σχέση έχει το ένα με το άλλο; Η ιστορία είναι ενδιαφέρουσα.

Οι αρχαίοι το καλαμάρι το λέγανε «τευθίς», θηλυκό. Υπήρχε και το υποκοριστικό, το τευθίδιον, αλλά και το τεύθος, μεγαλύτερο. Αυτά για το ζώο. Στο μεταξύ, η λέξη «καλαμος» στα αρχαία σήμαινε, πέρα από το καλάμι, και τη γραφίδα -το λέμε ακόμα και σήμερα για κάποιον  ότι είναι, ξερωγώ, «δεινός χειριστής του καλάμου».

Η λέξη περνάει στα λατινικά, ως calamus και theca calamaria (και οι δυο λέξεις ελληνογενείς) ονομάζεται η θήκη των καλάμων γραφής. Ο λατινικός όρος ξαναπερνάει στα ελληνικά ως καλαμάριον, αντιδάνειο, και διευρύνεται ώστε να σημαίνει όχι μόνο τη θήκη μέσα στην οποία φυλασσόταν η πένα, αλλά και το δοχείο μέσα στο οποίο βουτούσαν την πένα, δηλ. το μελανοδοχείο. Με τη σημασία της θήκης τη βρίσκουμε καταρχάς στον Ωριγένη και στα πρακτικά της Οικουμενικής συνόδου του 451.

Το μελανοδοχείο ονομάστηκε λοιπόν «καλαμάριον» στα ελληνικά, και από εκεί ξαναπέρασε στη Δύση, ως ελληνικό δάνειο, όπου εμφανίζεται τον 8ο αι. στα Ordines Romani. Στα βυζαντινά κείμενα το καλαμάρι(ν) με τη σημασία του μελανοδοχείου εμφανίζεται συχνά σε συμφράσεις με το χαρτί, π.χ. λαβών χάρτην και καλαμάριν.

Όσο για το θαλασσινό ζώο, αυτό ονομάστηκε καλαμάρι χάρη στην ομοιότητά του με το μελανοδοχείο, επειδή, όπως ξέρουμε, αμολάει μελάνι. H πρώτη εμφάνιση του όρου με τη σημασία του θαλάσσιου ζώου στα ελληνικά υπάρχει σε βυζαντινά ιατρικά κείμενα που όμως δεν έχουν ασφαλή χρονολόγηση, ενώ αν θέλουμε ασφαλή χρονολόγηση έχουμε τον Πτωχοπρόδρομο, που λέει για «ὀκταποδίτσια καὶ σηπιὰς καὶ τὰ καλαμαρίτσια / καὶ καριδίτσας ἐκζεστὰς ἢ καὶ τηγάνου ἐκ τούτων».

Η ονομασία του ζώου από το μελανοδοχείο έγινε όμως και στα ιταλικά (σήμερα calamaio) απ’ όπου η λέξη πέρασε στα γαλλικά (calmar) και στις ιβηρικές γλώσσες. Θα πρόκειται για παράλληλη εξέλιξη με τα ελληνικά.

Κι επειδή το μελανοδοχείο έγινε το σήμα κατατεθέν του γραφιά, του εγγράμματου, του γραμματικού, «καλαμαράς» ονομάστηκε ειρωνικά ο λόγιος, ο άνθρωπος των γραμμάτων, για να τονιστεί η διαφορά του από τον απλό λαό. Τη λέξη πρώτη φορά τη βρίσκουμε στον Κεκαυμένο, μάλλον με τη σημασία του γραφειοκράτη. Και βέβαια, καλαμαράδες ονομάζουν οι κουμπάροι στην Κύπρο τους ελλαδίτες, επειδή μιλάνε μη ιδιωματικά ελληνικά, «καλαμαρίζουν».

Υπάρχει και η Καλαμαριά, η πόλη πλάι στη Θεσσαλονίκη, αλλά φαίνεται ότι δεν έχει σχέση με το καλαμάρι παρά μόνο παρετυμολογική. Στη Βικιπαίδεια (και στο ΛΝΕΓ) βρίσκω ότι «η ονομασία Καλαμαριά πρωτοεμφανίστηκε το 1083 και αναφερόταν σε όλη την περιοχή νοτιοανατολικά της Θεσσαλονίκης και όχι μόνο στην περιοχή του σημερινού δήμου. Προέρχεται από τη φράση Σκάλας μεριά, όπου Σκάλα εννοείται η αποβάθρα τού στόλου που αποτελούσε έδρα του βυζαντινού Θέματος της Καλαμαριάς (μεσν. Κατεπανίκιον Καλαμαρίας

Πάμε στα φρασεολογικά. Το κεφαλόποδο δεν έχει αφήσει ίχνος στη φρασεολογία μας, ενώ για το μελανοδοχείο έχουμε τη φράση «τα είπε χαρτί και καλαμάρι», που τη χρησιμοποιούμε κυρίως όταν κάποιος μεταφέρει τα λεγόμενα άλλου με κάθε λεπτομέρεια, λες και είχε μαζί του χαρτί και καλαμάρι και κρατούσε σημειώσεις.

Για παράδειγμα, στο «Ιδιόκτητο» του Παπαδιαμάντη:

Η γραία μετεβίβαζε «χαρτί και καλαμάρι» τα παραγγελλόμενα, προσθέτουσα μόνον με το στόμα της το δημώδες γνωμικόν: η τιμή τιμή δεν έχει, κυρά μου!

Στα αγγλικά το καλαμάρι, εννοώ το κεφαλόποδο, είναι squid, λέξη που θα την έμαθαν όλοι από το Squid game, που μόνο εγώ σε όλον τον πλανήτη δεν ξέρω τι ακριβώς είναι και γιατί ονομάστηκε έτσι -αλλά είμαι βέβαιος ότι θα μου πείτε στα σχόλια.

Καθώς έγραφα το άρθρο διάβασα ότι όχι μόνο τα χταπόδια αλλά και τα καλαμάρια είναι πανέξυπνα. Όλο και κάποιος θα βρεθεί να πει ότι κι αυτά πρέπει ν’ αποφεύγουμε κατ’εξαίρεση να τα τρώμε. Από την άλλη, ο καπετάν Αντρέας Ζέππος έλεγε ότι καλαμάρια και γαρίδες βγάζουν μόνο οι μερακλήδες. Ας κλείσουμε έτσι.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *