cebaceb1ceaecebaceb1cebcceb5

Η χώρα εξακολουθεί να βρίσκεται μέσα σε πύρινο κλοιό (άλλο κλισέ….),  ενώ, μοιραία σχεδόν, οι προβολείς φεύγουν από τον  Έβρο, που άλλωστε κείται μακράν, και εστιάζουν στην Πάρνηθα.

Εμείς εδώ όμως λεξιλογούμε κι έτσι σκέφτηκα, ομοιοπαθητικά ας πούμε, να λεξιλογήσουμε σήμερα  ακριβώς γι’ αυτό το ρήμα που μας καίει εδώ και μέρες.

kaikame

Το ρήμα είναι  πανάρχαιο,  ομηρικό μάλιστα. Στο Α της Ιλιάδας, όταν ο Απόλλωνας σπέρνει θανατικό στους Αχαιούς,  αἰεὶ δὲ πυραὶ νεκύων καίοντο θαμειαί -και των νεκρών παντού πυρές εκαίαν στη μετάφραση του Πολυλά. Ανάγεται σε ινδοευρ. ρίζα *qau-.

Οι σημασίες του αρχαίου ρήματος ήταν σε γενικές γραμμές ίδιες με τις σημερινές. Υπήρχαν οι κυριολεκτικές χρήσεις, υπήρχαν και οι μεταφορικές, όπως ας πούμε το κάομαι την καρδίαν της Λυσιστράτης, ίδιο με το σημερινό «μου καίγεται η καρδιά».

Σήμερα, καίω σημαίνει, καταρχάς, καταστρέφω κάτι με τη φωτιά, ή έστω το αλλοιώνω με υψηλή θερμοκρασία (π.χ. έκαψα το φαγητό), κάποτε και με πολύ χαμηλή θερμοκρασία (ο παγετός έκαψε τα αμπέλια). Μπορούμε να το πούμε επίσης όταν θερμάνουμε κάτι σε υψηλή θερμοκρασία, π.χ. έκαψε το σίδερο, ή όταν κάτι είναι πολύ ζεστό (το φαγητό καίει, άφησέ το να κρυώσει – καίει ο τόπος έξω) ή ακόμα και όταν κάποιος έχει πυρετό (Καις, πάρε ασπιρίνη).

Μια πρώτη μεταφορική χρήση έχουμε όταν το χρησιμοποιούμε για πόνο ή ερεθισμό που μοιάζει με κάψιμο -καίει το στομάχι μου, ας πούμε. Αλλά και η μουστάρδα ή το πιπέρι ή άλλα μπαχαρικά καίνε, δηλ. έχουν γεύση ερεθιστική -ή καυτερή όπως λένε. Πράγματι, ένα φαγητό μπορεί να είναι καυτό, δηλαδή πολύ ζεστό, αλλά μπορεί και καυτερό, δηλ. με δυνατά μπαχαρικά.

Το ρήμα το χρησιμοποιούμε και για συσκευές: Άφησες ανοιχτό το κλιματιστικό και καίει τόση ώρα άδικα ή για την κατανάλωση οχημάτων: Το αυτοκίνητό μου καίει πετρέλαιο. Το τζιπ του καίει πάρα πολλή βενζίνη.

Πάμε στις εντελώς μεταφορικές χρήσεις. Κάτι καίει όταν προκαλεί μεγάλο ενδιαφέρον, όταν απασχολεί πολύ κάποιους. Η ανεργία είναι πρόβλημα που καίει -ή, καυτό πρόβλημα. Ή, όταν κάτι διεγείρει -πρβλ. το Κάτι να καίει της παλιάς ελληνικής ταινίας.

Καίγομαι όταν αντιμετωπίζω ένα οξύ πρόβλημα.

Αλλά καίγομαι επίσης όταν παθαίνω μεγάλη ζημιά, συνήθως από αποκαλύψεις: Μας έκαψε με αυτά που κατέθεσε στο δικαστήριο. Ή όταν υφίσταμαι τις συνέπειες: Αν μάθει η μάνα μου τι έκανα, κάηκα. Πιο ανώδυνα, καίγομαι σημαίνει ότι αποκλείομαι από το παιχνίδι σε διάφορα χαρτοπαίγνια -Τράβηξε από το 17 και κάηκε.

Τέλος, το «καίω» το λέμε για κάτι που προκαλεί μεγάλη λύπη (καίγεται η καρδιά μου, όπως τον καιρό της Λυσιστράτης) ή μεγάλη ψυχική αναστάτωση  (καίει καρδιές με την ομορφιά της).

Καθώς το «καίω» είναι από τα ρήματα που μένουν τα ίδια στα αρχαία και στα νέα ελληνικά, έχει παράγωγα και λόγια και λαϊκά: το καύσιμο και το κάψιμο, ζευγάρι που το έχει χρησιμοποιήσει σε πρόσφατο βιβλίο του ο Φοίβος Παναγιωτίδης. (Βέβαια, στην καθαρεύουσα των  γιατρών το κάψιμο λέγεται καύσος) ή η κάψα,  το κάμα και το έγκαυμα. Από την  κάψα έχουμε την  καψούρα και το καψόνι, που κάποιοι το γράφουν καψώνι επειδή το συνδέουν με ρήμα «καψώνω».

Άλλα παράγωγα με ενδιαφέρον  είναι ο καημένος και ο καημός. Παλιότερα συχνά γράφονταν με υ, καϋμένος και καϋμός, από συσχέτιση με το καυμός, καυτός, αλλά αφού ετυμολογούνται από το «εκάην» σήμερα τα γράφουμε με η. Ορθογραφικό θέμα έχει και η μετοχή, καμένος, που παλιότερα γραφόταν συχνά με μμ, που επιβιώνει σε μερικά επίθετα (Πάνος Καμμένος -αλλά Διογένης Καμένος). Τα Καμένα Βούρλα πάντως γράφονται πλέον με ένα μ.

Πάμε στα φρασεολογικά τώρα.

  • Όταν ετοιμάζουμε γλέντι λέμε, θα το κάψουμε απόψε. Για ένα τρικούβερτο γλέντι λέμε κάηκε/θα καεί το πελεκούδι, δηλαδή το κομμάτι ξύλου που χρησιμοποιείται για προσάναμμα.
  • Όταν κάποιος αδιαφορεί εντελώς για κάτι, όταν  δεν  νοιάζεται καθόλου, λέμε καρφί δεν του καίγεται. Ο Νατσούλης έχει μια παραμυθένια εξήγηση για έναν θαυματοποιό των βυζαντινών χρόνων, αλλά κατά τη  γνώμη μου η η αρχή της μπορεί να βρίσκεται σε παλιές πυρκαγιές στις πόλεις, όταν ανάμεσα στους αγωνιούντες περίοικους ο ξένος μπορούσε να είναι ξένοιαστος, μια και όχι απλώς το σπίτι του δεν κινδύνευε, αλλά ούτε καν ένα καρφί του. Πάντως, το καρφί της φρ. θα μπορούσε να προέρχεται από το κάρφος = άχυρο. Συχνά, προς επίταση, λέμε: καρφάκι δεν του καίγεται.
  • Κάποιες φορές ορκιζόμαστε λέγοντας να πέσει φωτιά να με κάψει ή να με κάψει ο Θεός (π.χ. αν λέω ψέματα). Μπορεί να ειπωθεί και ως κατάρα (Φωτιά να σε κάψει).
  • Όταν κάποιος προκαλεί μεγάλη ζημιά σε άλλον, μπορούμε να πούμε του έκαψε τη γούνα. Το γούνινο πανωφόρι ανέκαθεν ήταν κάτι ακριβό και δυσαναπλήρωτο. Μια φορά που η Καστοριά είχε νικήσει τον ΠΑΟΚ, ο τίτλος σε θεσσαλονικιά εφημερίδα ήταν Τον έκαψε τη γούνα.
  • Συναφής φράση: έχει καεί η γούνα μου, δηλ. έχω πικρή πείρα από κάτι και παίρνω προφυλάξεις.
  • Λέμε συχνά Εδώ ο κόσμος καίγεται…. όταν συμβαίνουν σοβαρά και δυσάρεστα πράγματα -και αν τύχει κάποιος να αδιαφορεί και να ασχολείται με επουσιώδη θέματα, συμπληρώνουμε «και η γριά χτενίζεται», που ο Χάρρυ Κλυνν  το είχε πει λιγάκι πιο αθυρόστομα και με ερασμιακή προφορά. Να μην το πω ολογράφως, διότι μας διαβάζει και η μητέρα μου. Να θυμηθούμε και το αρχαίο Των οικιών υμών εμπιπραμένων, υμείς άδετε, με τις παραλλαγές του π.χ. σε πρώτο πληθυντικό, που έχει την αρχή σε αισώπειο μύθο.
  • Μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά, λέμε όταν τις συνέπειες τις υποστούν όχι μόνο οι φταίχτες αλλά και  άλλοι, αμέτοχοι  ή αθώοι.
  • Καίει και δεν καπνίζει, μια παλιά φράση για κάποιον μοχθηρό και ύπουλο.
  • Για τον ψύλλο καίει το πάπλωμα, για κάποιον που από πείσμα υφίσταται δυσανάλογες ζημιές.
  • Όποιος καεί στο χυλό, φυσάει και το γιαούρτι, λέμε για τις περιπτώσεις που κάποιος, επειδή έχει πικρή πείρα από προηγούμενη αποτυχία, παίρνει υπερβολικές προφυλάξεις. Υπάρχουν διάφορες παραλλαγές, κυρίως στο πρώτο σκέλος (π.χ. με γάλα ή κουρκούτι).
  • Καμένη γη, η τακτική του στρατού που υποχωρεί να  καταστρέφει πόρους και υποδομές ώστε ο επιτιθέμενος να μην έχει εύκολο ανεφοδιασμό, τακτική που εφάρμοσαν οι Ρώσοι εναντίον του Ναπολέοντα. Είναι σχεδόν υποχρεωτικό κάθε νέα κυβέρνηση να κατηγορεί την προηγούμενη λέγοντας ότι «παρέλαβε καμένη γη» -μέχρι και ο Άδωνης το είπε για την υπηρεσιακή κυβέρνηση ενός μηνός μετά τις εκλογές του Μαΐου.
  • Μάρκα  μ’ έκαψες,  ειρωνική αναφορά σε προϊόν κακής ποιότητας
  • Είναι καμένο χαρτί, λέμε κυριολεκτικά για χαρτί που δεν  μπορεί να χρησιμοποιήσει ο παίκτης σε χαρτοπαίγνιο, αλλά κυρίως μεταφορικά για κάποιον που δεν  μπορεί πλέον να αξιοποιηθεί για μια υπόθεση.
  • Ζήτω που καήκαμε, φράση που τη λέμε ειρωνικά σε περιπτώσεις αποτυχίας ή ατυχίας -ενίοτε και προειδοποιητικά. Στη  Λέξιγκραμ βρίσκω την παραδειγματική φράση «αν βγουν ξανά κυβέρνηση, ζήτω που καήκαμε», που τη λες και παράδοξα προφητική.

Πολλά θα άφησα  απέξω, αλλά θα τα συμπληρώσετε στα σχόλια -θα το κάψουμε σήμερα!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *