cebaceaccebbcf80ceb5cf82 cebaceb1ceb9 cebaceaccebbcf80ceb7ceb4ceb5cf82

Καθώς πλησιάζουμε στις εκλογές, σκέφτηκα να βάλω μερικά εκλογολεξιλογικά άρθρα κι  έτσι την περασμένη εβδομάδα είχαμε ένα άρθρο για τη λέξη «ψήφος». Την ψήφο (ή τον ψήφο; ) ή τέλος πάντων το ψηφοδέλτιο το ρίχνουμε στην κάλπη, οπότε σήμερα, όπως κάποιοι ήδη ζητήσατε στα σχόλια του προηγούμενου άρθρου, θα δούμε  τη λέξη «κάλπη». Κάποια  από αυτά που θα πούμε  σήμερα έχουν ήδη δημοσιευτεί σε προηγούμενα άρθρα, που δεν είναι περίεργο τη στιγμή που τόσες και τόσες εκλογικές διαδικασίες έχει δει το ιστολόγιο στα 14+ χρόνια που λειτουργεί.

Η κάλπη είναι τύπος της ελληνιστικής περιόδου, ενώ ο τύπος κάλπις είναι λέξη ομηρική. Σήμερα η κάλπη είναι ένα μεγάλο κιβώτιο, σε σχήμα κύβου, ξύλινο ή από διαφανές πλαστικό, με μια σχισμή στην επάνω πλευρά του για να ρίχνουμε τον φάκελο με το ψηφοδέλτιο. Στην αρχαιότητα, όμως, η κάλπις είχε διάφορες σημασίες που όλες τους αναφέρονται σε κάποιου είδους δοχείο, στάμνα, υδρία, αγγείο.

Στον Όμηρο η κάλπις είναι κανάτι για νερό. Στην  Οδύσσεια, στη ραψωδία ζ, η Αθηνά παρουσιάζεται στον Οδυσσέα παρθενικῇ εἰκυῖα νεήνιδι κάλπιν ἐχούσῃ -κι έμοιαζε κόρης τρυφερής, τη στάμνα τζη κρατούσε, το αποδίδει ο Ψυχουντάκης.

Αλλού είναι αγγείο που το χρησιμοποιούσαν σαν τεφροδόχο, αλλά επίσης και μια λήκυθος όπου έβαζαν κλήρους ή που χρησίμευε ως ψηφοδόχος. Στον διάλογο «Ερμότιμος» του Λουκιανού γίνεται λόγος για τον τρόπο που κληρώνονται οι αντίπαλοι στους αγώνες της  πάλης:

Κάλπις ἀργυρᾶ πρόκειται ἱερὰ τοῦ θεοῦ. ἐς  ταύτην ἐμβάλλονται κλῆροι μικροί, ὅσον δὴ κυαμιαῖοι τὸ μέγεθος, ἐπιγεγραμμένοι.

kalpiΣτις πρώτες εκλογικές διαδικασίες του νεοελληνικού κράτους, που γίνονταν με σφαιρίδια, οι κάλπες ήταν ορθογώνια μεταλλικά κουτιά. Υπήρχε μία κάλπη για τον κάθε υποψήφιο, δηλαδή σε μια εκλογική περιφέρεια που εξέλεγε 10 βουλευτές μπορεί να υπήρχαν  σε κάθε εκλογικό τμήμα 30 ή 40 κάλπες.

Εσωτερικά, η κάλπη ήταν χωρισμένη στα δύο. Στο δεξιό μέρος, που είχε χρώμα λευκό, ήταν το Ναι· στο αριστερό, που είχε χρώμα μαύρο, το Όχι. Μπροστά η κάλπη είχε έναν σωλήνα, που μέσα έβαζε ο ψηφοφόρος το χέρι του και έριχνε το σφαιρίδιο, δεξιά αν ήθελε να υπερψηφίσει τον υποψήφιο και αριστερά αν ήθελε να τον καταψηφίσει, χωρίς να φανερώνεται η προτίμησή του. Τα σφαιρίδια ήταν μικρά, σαν κορόμηλα, για να μπορούν να κρύβονται εντελώς μέσα στη γροθιά του ψηφοφόρου. Σε ένα φύλλο του Ρωμηού περί το 1885, ο Φασουλής συμβουλεύει τον Περικλέτο:

Ζήτησε το σφαιρίδιον, βάλε στην κάλπη χέρι
και τι ποιεί η δεξιά η άλλη να  μην ξέρει.

Όπως γράφει ο Παπαδιαμάντης στους Χαλασοχώρηδες (όπου υπήρχαν πέντε υποψήφιοι για να  εκλεγεί ο ένας): Αι πέντε κάλπαι συνδεδεμέναι όπως ήσαν διά του χονδρού σύρματος, αλλόκοτοι, ατερπείς, πένθιμοι κατά το ήμισυ, λευκαί και μαύραι, ωμοίαζον με πέντε καταδίκους του κατέργου, το ήμισυ της κεφαλής ξυραφισμένους, δέσμιους με την αυτήν άλυσιν, κύπτοντας επιπόνως, εκτελούντας την ημερησίαν αγγαρείαν εις τον ναύσταθμον.

Όταν τελείωνε η ψηφοφορία, άνοιγαν τις κάλπες και μετρούσαν τα Ναι και τα Όχι για κάθε υποψήφιο και εκλέγονταν αυτοί με το μεγαλύτερο θετικό ισοζύγιο. Μια λεπτομέρεια είναι ότι σε περίπτωση που το άθροισμα των Ναι και των Όχι ήταν μεγαλύτερο από τον αριθμό των ψηφισάντων, τα πλεονάζοντα σφαιρίδια αφαιρούνταν από το Ναι.

Εύλογα, για τον υποψήφιο που απέτυχε, καθιερώθηκε να λέμε ότι «τον μαύρισαν» ή ότι «έφαγε μαύρο» ή «έφαγε φούμο». Κι επειδή η γλώσσα είναι συντηρητική, οι φράσεις αυτές ακούγονται ακόμα και σήμερα, ενώ το σύστημα εκλογής με σφαιρίδια τελευταία φορά εφαρμόστηκε στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 (εκτός της Θράκης, όπου έκανε ντεμπούτο η ψηφοφορία με ψηφοδέλτια, όπως γίνεται  σήμερα).

Κατάλοιπο της ίδιας εποχής είναι και η φράση «το έριξε δαγκωτό», επειδή όποιος ήθελε να εκδηλώσει το άχτι του ή τη λατρεία του για κάποιον υποψήφιο δάγκωνε το σφαιρίδιο πριν το ρίξει στο Όχι ή στο Ναι -αν και το δάγκωμα ήταν επίσης ένας εύκολος τρόπος για να ελέγχεται αν ο (αγορασμένος) ψηφοφόρος τήρησε την υπόσχεσή του.

Αργότερα οι κάλπες ήταν κυβόσχημα κουτιά από ξύλο, με τη σχισμή στο επάνω μέρος για  να ρίχνουν οι ψηφοφόροι τον φάκελο με το ψηφοδέλτιο, ενώ στις μέρες μας συνήθως είναι από διαφανές πλαστικό. Σε προηγούμενο λεξιλογικό μας άρθρο, ο φίλος μας ο Θρασύμαχος είχε υποστηρίξει ότι κάλπες ήταν μόνο εκείνες με τα σφαιρίδια, ενώ οι σημερινές είναι σωστότερο να λέγονται «ψηφοδόχοι» -τα λεξικά όμως δεν υποστηρίζουν αυτή την άποψη.

Η λέξη κάλπη είναι σχεδόν ομόηχη με τον κάλπη, τον απατεώνα δηλαδή, αλλά αυτό είναι συμπτωματικό. Ο κάλπης έχει τουρκική ετυμολογία (kalp), άσχετο αν καμιά φορά οι κάλπες βγάζουν κάλπικο αποτέλεσμα.

Μετά τις εκλογές του 1981, όταν το ΚΚΕ εσωτ. έμεινε εκτός Βουλής, ο Μανόλης  Αναγνωστάκης είχε δημοσιεύσει στην Αυγή ένα άρθρο με τίτλο «Οι  ιδέες και οι κάλπες» και δυο μέρες  αργότερα  ο Ριζοσπάστης απάντησε με άρθρο «Οι κάλπικες ιδέες και οι κάλπες». Η λογοπαικτική συσχέτιση της κάλπης με τον κάλπη πρέπει να έχει γίνει και άλλες φορές.

Οι παλιοί θα θυμούνται ότι στις προεδρικές εκλογές του 1985, σε κλίμα οξυμένο μέσα σε αντιδικίες για τη διαδικασία και τα έγχρωμα ψηφοδέλτια, ο βουλευτής Ιωαννίνων της ΝΔ Λευτέρης  Καλογιάννης άρπαξε την κάλπη και πήγε να  βγει από την αίθουσα κι έτσι κέρδισε το παρατσούκλι Καλπογιάννης. Αργότερα, την έδρα την κληρονόμησε  (με γονική παροχή νομίζω), αλλά όχι και το παρατσούκλι, ο γιος του, ο Σταύρος Καλογιάννης, ο οποίος είναι από τους απερχόμενους βουλευτές της σημερινής Βουλής (και δεν κατεβαίνει στις επικείμενες εκλογές).

Επίσης, πριν από τις εκλογές του 2009 είχε γίνει πρόσκαιρα διάσημο ένα σαρδάμ του Γιώργου Παπανδρέου, όταν είχε πει «ραντεβού στις κάλτσες» ή κάτι τέτοιο. Το θυμάστε;

Ένα άλλο λογοπαίγνιο που έχω δει μερικές φορές είναι το «καλπάζοντας προς τις κάλπες» ή κάτι παρόμοιο. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι στα αρχαία υπήρχε και μια ομόηχη λέξη «κάλπη», που σήμαινε τον καλπασμό.

Δεν νομίζω να πηγαίνουμε καλπάζοντας προς τις κάλπες της 21ης Μαΐου, αλλά μένουν ακόμα 17 μέρες  και ίσως δούμε κάποιο δυνατό φίνις. Ή λέτε να βγουν κάλπηδες από τις κάλπες;

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *