ceb4ceb7cebcceaecf84cf81ceb7cf82 cebaceb1cf84ceb1cebbceb5ceb9cf86cf8ccf82 cf80ceafcf83cf89 ceb1cf80cf8c cf84ceb6ceaccebcceb9ceb1

piso thola tzamia

Η νέα ποιητική συλλογή του Δημήτρη Καταλειφού, δεύτερη κατά σειρά μετά τις Συμπληγάδες γενεθλίων, παρουσιάζει, κατ’ αρχάς, ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο μέτρο και στον βαθμό που αποτελεί κομμάτι της δημιουργικής αρχής ενός ώριμου συγγραφέα. Αυτό, βεβαίως, καταδεικνύει τη δυνατότητα της τέχνης του λόγου να λειτουργεί σαν έδρα και πεδίο για ένα είδος απολογισμού της ζωής, κυρίως όμως σαν σημείο εκκίνησης, σαν αφετηρία για μία νέα οπτική, για έναν διαφορετικό τρόπο σύλληψης και ενατένισης του περιβάλλοντος κόσμου. Παράλληλα με την επισήμανση αυτή, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η εμπλοκή με την ποίηση ενός ανθρώπου που χάραξε και εξακολουθεί να χαράσσει τη δημιουργική του πορεία στο θέατρο ως ηθοποιός, σκηνοθέτης και δάσκαλος θεάτρου. Η μετάβαση αυτή από μια τέχνη καθαρά εξωστρεφή, όπως είναι το θέατρο, στην εσωστρέφεια του ποιητικού λόγου αξίζει να προβληματίσει, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε συμπεράσματα για τη φύση των δύο μορφών τέχνης, τη λειτουργία τους και τον τρόπο με τον οποίο επενεργούν στη δημιουργική συνείδηση καθοδηγώντας την, κάθε φορά, σε μια διαφορετική έκφραση. Θα μπορούσε, λοιπόν, κανείς να υποθέσει ότι στην περίπτωση του Καταλειφού πραγματοποιείται μια συμφιλίωση, μια γεφύρωση των επιμέρους εκφάνσεων της δημιουργικής διάθεσης και πράξης και ένας συγκερασμός τους που τοποθετείται και λαμβάνει χώρα όχι πια μέσα στην τέχνη, αλλά μέσα στην ίδια τη ζωή του ποιητικού υποκειμένου.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Μια πρώτη ανάγνωση της συλλογής μπορεί, πράγματι, να προσανατολίσει τον αναγνώστη προς την κατεύθυνση μιας ποίησης εξομολογητικής η οποία, όμως, όπως κάθε εξομολόγηση, όσο πιθανό είναι να αποκαλύπτει, άλλο τόσο πιθανό είναι και να αποκρύπτει. Έτσι, στην περίπτωση πολλών από τα ποιήματα του Καταλειφού, ενώ φαίνεται ότι ο ποιητής ανοίγεται και ανοίγει το εσωτερικό του πεδίο μπροστά στην αναγνωστική συνείδηση, στην ουσία αφήνει πολλά να εννοηθούν, να υπονοηθούν, να εξαχθούν, συστήνοντας έτσι μια ποιητική φωνή που ακροβατεί ανάμεσα σε αυτό που φαίνεται –κάτι που ο ίδιος ο ποιητής το δηλώνει και το εκθέτει– και σε αυτό που αναφαίνεται, σαν αποτέλεσμα αυτή τη φορά της έκλαμψης του νου του αναγνώστη, σαν προϊόν μια διεργασίας ανάκλησης όλων εκείνων των στοιχείων που αποτελούν κοινά βιώματα, εμπειρίες, αισθήσεις και αισθήματα. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, και με δεδομένη την οικείωση του ποιητή στη θεατρική τέχνη και τεχνική, για μια απολύτως ιδιότυπη λειτουργία της τραγικής ειρωνείας από τη στιγμή που ο δημιουργός μοιάζει να αγνοεί ή να αντιπαρέρχεται σημεία και στοιχεία που γνωρίζει ή καλείται να αναγνωρίσει ο αναγνώστης. Η όλη προσέγγιση, το όλο στήσιμο του λεκτικού σκηνικού, βεβαίως, πραγματοποιείται από τον ποιητή, γι’ αυτό και η «άγνοιά» του δεν προβάλλεται, ούτε αναδεικνύεται με την ένταση που κάτι τέτοιο συμβαίνει στο θέατρο: Όσο κι αν κοστολογώ τον εαυτό μου,/ εγώ δεν κάνω επ’ ουδενί καμία έκπτωση./ Επιπλέον έχω πρόσωπο, το οποίο δεν κρύβω,/ ενώ εκείνος το καλύπτει επιμελώς./ Σε κάθε περίπτωση,/ συνεχίζω προσιτός τη βόλτα μου/ και με αίσθημα υπεροχής απέναντί του. («Βιτρίνα»)

{jb_quote}Από αυτήν ακριβώς τη διπλή διάσταση και προοπτική προκύπτει και η ιδιαιτερότητα της φωνής του ποιητή, που μοιάζει στην κυριολεξία με φωνή, μοιάζει, δηλαδή, να ακούγεται καθώς διαβάζει κανείς τα ποιήματα.{/jb_quote}

Γεγονός, άλλωστε, είναι ότι τα ποιήματα της συλλογής ελάχιστα δείχνουν να συγγενεύουν με το θέατρο, με τις μεθόδους και τις τεχνικές του, με τη φιλοσοφία του. Κι αυτό γιατί, στην πρώτη τους ανάγνωση, δείχνουν να έχουν εναγκαλιστεί πλήρως τους ποιητικούς κώδικες και τρόπους και να οικοδομούνται σύμφωνα με αυτούς. Αν, μάλιστα, ήθελε κάποιος να εντάξει και να τοποθετήσει τα ποιήματα του Καταλειφού σε μια συγκεκριμένη περιοχή, θα μπορούσε κάλλιστα να τα εναποθέσει στην αυτοαναφορική ποίηση, σε εκείνο δηλαδή το ποιητικό είδος στο οποίο προεξάρχει και κατευθύνει η αναδυόμενη εσωτερικότητα του ποιητικού υποκειμένου, η διάθεσή του να ξεδιπλώσει τη στιγμή της ζωής του –νοούμενη ακόμα και στη διάρκειά της– στα μάτια του αναγνώστη. Και εδώ όμως αξίζει, ίσως, να τεθεί και να αναπτυχθεί ένας προβληματισμός που θα μπορούσε να ανατρέψει ή να διευρύνει την παραπάνω εντύπωση και εικόνα. Δεν είναι μόνο η διαπίστωση ότι η αυτοαναφορικότητα αυτή συχνά υπονομεύεται και ο ποιητικός λόγος του Καταλειφού δείχνει να αποκτά ή να εκτρέπεται προς μια αντιπροσωπευτικότητα ή ενδεικτικότητα, η οποία κάνει κάποια από τα ποιήματά του να απομακρύνονται από τον πυρήνα του «εαυτού» σαν ομόκεντροι κύκλοι που δημιουργούνται γύρω από ένα σημείο. Πολύ περισσότερο είναι που αυτή η διττή και διφυής υπόσταση της ποίησής του, η οποία ταλαντεύεται ανάμεσα στο «εγώ» και στο «εσείς» ή το «αυτοί», αποτελεί στην πραγματικότητα μια αναλογία, μια αντιστοιχία αυτού που συμβαίνει στο θέατρο με τον ηθοποιό και τον σκηνοθέτη. Ο ηθοποιός, συγκεκριμένα, έτσι όπως μαθητεύει στην ερμηνεία του ρόλου του εστιάζει τόσο βαθιά στο είναι του ήρωά του, έτσι που να ταυτίζεται με το πρόσωπο το οποίο καλείται να ενσαρκώσει. Ο σκηνοθέτης, από την άλλη, εστιάζει τη διδασκαλία του στην αντιπροσωπευτικότητα των ηρώων του, στον τρόπο δηλαδή με τον οποίο αυτοί θα μπορέσουν να αποτελέσουν φιγούρες και φυσιογνωμίες ανθρώπων με καθολική, πανανθρώπινη εμβέλεια. Αν λοιπόν λάβει κανείς υπόψη τη μακροχρόνια θητεία του Καταλειφού στο θέατρο και, μάλιστα, στη διττή του ιδιότητα ως ηθοποιού και σκηνοθέτη, μπορεί να αντιληφθεί αυτή τη σύνδεση και την αναλογία με την εκκίνηση από τον εαυτό, είτε τον πραγματικό, είτε τον ενδεικτικό. Ο ποιητής, δηλαδή, όπως ακριβώς έχει μάθει να κάνει στο θέατρο, μετέχοντας εξίσου στην υπόκριση και τη διδασκαλία, έτσι και στην ποίηση μετέχει και μοιράζεται ανάμεσα στην (εν)σάρκωση του εαυτού και στην αναγωγή του στο καθ-όλου, το καθολικό, το πανανθρώπινο.

di kataleifos22Από αυτήν ακριβώς τη διπλή διάσταση και προοπτική προκύπτει και η ιδιαιτερότητα της φωνής του ποιητή, που μοιάζει στην κυριολεξία με φωνή, μοιάζει, δηλαδή, να ακούγεται καθώς διαβάζει κανείς τα ποιήματα. Δεν είναι μόνο το στέρεο, σταθερό πάτημα στις λέξεις που ανακαλεί και θυμίζει τον υποκριτικό/θεατρικό τρόπο, είναι κυρίως η βεβαιότητα της αβεβαιότητας, είναι η σιγουριά ενός λόγου που μοιάζει να έχει βρει το στίγμα του, μοιάζει να μπορεί να βαδίζει πάνω σε μια εκ των προτέρων χαραγμένη γραμμή που έχει μελετηθεί και με ακρίβεια τεχνουργηθεί, στην πραγματικότητα, όμως, είναι τόσο ρευστός και ρέων, έτσι που να προσεγγίζει το άπιαστο, το άφθαστο της ζωής και της τέχνης.

 

Πίσω από τζάμια θολά
Δημήτρης Καταλειφός
Εκδόσεις Πατάκη
σ. 120
ISBN: 978-960-16-9880-9
Τιμή: 9,50€
001 patakis eshop

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *