ceb4ceafcf87cf89cf82 cf86cf81ceadcebdceb1 ceb1cf86ceaeceb3ceb7cebcceb1 cf84cebfcf85 cf87cf81ceaecf83cf84cebfcf85 ceb3ceb9ceb1cebdcebd

Μέρα αργίας και γιορτής και χαλάρωσης και η σημερινή, οπότε ταιριάζει θαρρώ ένα αφήγημα. Ο φίλος μας ο Χρηστάρας, κατά κόσμον Χρήστος Γιαννακός, μου έστειλε τις προάλλες ένα αφήγημά του, υβριδικό όπως το αποκαλεί ο ίδιος. Θα προσέξετε επίσης ότι το αφήγημα χαρακτηρίζεται από κρυπτολεκτική διάθεση στα κύρια ονόματα -μπορείτε να το πάρετε και σαν κουίζ, αλλά στο τέλος του διηγήματος δίνει τις σχετικές εξηγήσεις. Θυμίζω ότι πέρυσι είχαμε δημοσιεύσει στο ιστολόγιο ένα μικροδιήγημα και ένα άρθρο του Χρήστου Γιαννακού για τον Μάριο Χάκκα. 

Εξομολογούμαι ότι, ενώ όταν ήμουν νεότερος καθόλου δεν μου άρεσε να οδηγώ, τώρα το απολαμβάνω. Οπότε χάρηκα και το κείμενο του Χρηστάρα, όσο αφηγείται ακριβώς την εμπειρία της οδήγησης στη δυτική Αττική, μέρη που τα έχω επίσης περπατήσει, αν και δεν συνιστώ το επικίνδυνο παιχνίδι στο οποίο επιδίδεται. Οι δυο από τις τρεις φωτογραφίες που το συνοδεύουν είναι δικές του. 

Περισσότερα δεν χρειάζονται, μονάχα να ευχηθούμε χρόνια πολλά στους Μανώληδες, τους Μανόληδες και τις Εμμανουέλες, και να σας θυμίσω πως συνεχίζεται, ως την Παρασκευή, η ψηφοφορία για τη Λέξη της χρονιάς!

Δίχως Φρένα

(συνοδεύει το σκίτσο Πασακάλια του Χαλκιδαίου μουσουργού)

Πηγαίνω στη δουλειά με το αυτοκίνητο, όταν υπακούω σε μια διάθεση να σκέφτομαι πίσω από το τιμόνι. Δεν είναι απλώς πως οδηγώ μόνος· ν’ απομονώνομαι μπορώ και με αρκετούς άλλους παρόντες, όπως, παραδείγματος χάριν, στο τραίνο. Η άσκηση της οδήγησης συμπληρώνει κατά ένα βαθύτερο, κινητικό τρόπο τις ατραπούς και τους δαιδάλους που υπεισέρχεται ο νους. Πρόκειται για έναν τρόπο πρόσληψης των γεγονότων. Αποχωρείς, για να δεις τα πράγματα από κάποια απόσταση. Βέβαια, οι έγνοιες του δρόμου διακόπτουν συχνά τη σκέψη, μα τούτο δεν είναι απαραίτητα ενοχλητικό. Μπορείς να συνεχίσεις, έστω και με διαφορετική διάθεση, την προηγούμενη αλληλουχία των ειρμών ή απλά ν’ αλλάξεις θέμα. Συνήθως, δεν καταλήγεις σε τελικά συμπεράσματα για το δείνα ή το τάδε ζήτημα που σε απασχολεί. Γιατί όμως να βιαστείς να πάρεις αποφάσεις; Πρωτίστως, σημασία έχει η επεξεργασία.

Αφήνοντας πίσω το ύψωμα του Δαφνιού, την αρχαία δυτική πύλη της Αθήνας, κατηφορίζεις προς τον κόλπο της Ελευσίνας. Σε προϋπαντούν κάποια από τα τριανταέξι είδη πουλιών της αλμυρής λίμνης των Καθαρμών, μα δεν είναι δυνατό να εξωραΐσουν τη λερή παραλία του κρατικού διυλιστηρίου με τους βραχίονες φόρτωσης πλοίων, τους λόφους των σκωριών και το ασφυκτικό πεδίο εμπορίας καυσίμων. Πάντως, τα καλύτερα στοιχεία της περιοχής παραπέμπουν σε άρτο και θεάματα: βιομηχανική αρχαιολογία και οικογενειακές ψαροταβέρνες.

Λίμνη Κουμουνδούρου ή Καθαρμών (πηγή: http://www.atticawetlands.eu). Η εθνική οδός στη λωρίδα ξηράς.

Προχωρώντας θα περάσεις κάτω από δύο ανισόπεδες διαβάσεις που ενώνουν την εθνική οδό με την αστική περιοχή της Ελευσίνας.

Μια έξοδος απ’ τον αυτοκινητόδρομο, μέσω της οποίας παρακάμπτονται τα διόδια, οδηγεί προς την παλιά εθνική οδό, τα ελευσίνια ναυπηγεία, το πρώην ιδιωτικό διυλιστήριο και τους παραλιακούς οικισμούς της δυτικότερης Αττικής. Αφού μείνουν πίσω κι αριστερά οι βαριές εγκαταστάσεις, μπορεί να δεις σε κάποιον κολπίσκο γερμένο το κουφάρι ενός καραβιού με τα κοίλα του μισοβυθισμένα προς την ακτή· περιμένει στωικά, λες, τη σειρά του για το διαλυτήριο πλοίων. Όπως ένα τεράστιο μάτι, στα ρηχά βουρκωμένο, ανταλλάσσει βλέμματα με τον οδηγό που τρέχει στον καμπυλωτό δρόμο. Η φθαρμένη, στο σχεδόν ειδυλλιακό φόντο μιας ρόδινης ανατολής κουπαστή μοιάζει με καμαρόφρυδο ενάλιας γιγάντισσας που κατατρύχει στον βιότοπό της κάθε τι τεχνητό. Αντιστικτικά, θυμάμαι τότε το «Ταξίδι στα Κύθηρα», το «Μεθυσμένο καράβι» ή τη «Θαλασσινή αύρα» των Γάλλων ποιητών, που έθεταν το νου τους σε ταξίδια ονειρικά. Περίφημες αν και ψυχοφθόρες περιπλανήσεις.

Γιατί όχι ένα ποίημα του Χαλκιδαίου εκτελωνιστή, του Σινο-Κεφαλλονίτη μαρκονιστή ή του Κερκυραίου αντιναυάρχου; Υποθέτω λόγω χρονικής προτεραιότητας.

Σ’ ένα σημείο του παραθαλάσσιου δρόμου η Σαλαμίνα φαίνεται πολύ κοντά. Θα μπορούσε κανείς να περάσει απέναντι κολυμπώντας;! Στη συνέχεια, παρά τη γραφική κόστα, τις βαρκούλες και τα οστρακοταβερνεία, η περιοχή αποπνέει υποβάθμιση. Όπως και αλλού στην Αττική, η ανεξέλεγκτη ρυμοτομία προσδίδει ένα χαρακτηριστικό βάθος πεδίου στην όλη εικόνα.

Απ’ τη μέση του δρόμου σε κοιτά ξαφνικά το χαμόγελο της νεκρής αλεπούδας.

Βρίζοντας για την κάκιστη ασφαλτόστρωση, περνάς το μαυσωλείο της Χαρτοποιίας και μετά τη Νέα Πέραμο με τα στρατόπεδά της. Παράλληλα στη νέα εθνική βλέπεις στα βόρεια και δεξιά τα Μέγαρα. Κοντεύεις πια στην Κακιά Σκάλα, όπου αρχίζουν οι γκρεμοί δίπλα στη θάλασσα. Η πλαγιά έχει ανασκαφεί και διαμορφωθεί, για να κατασκευαστεί ο φιδωτός παραλιακός δρόμος, η ιστορία της δυσβατότητας του οποίου είναι γνωστή από τα μυθικά χρόνια του φευγάτου εραστή τής Αριάγνης. Η οδός που αντικατέστησε την ατραπό στρώθηκε κατά τα ρωμαϊκά χρόνια.

Άποψη από την Κακιά Σκάλα προς τα Μέγαρα. Προαστιακός και ακτές Βαρδάρι, Βαρέων.

Να, η ερειπωμένη εγκατάσταση επεξεργασίας ασβεστολίθου. Ένα καταστραμένο στρατιωτικό φυλάκιο του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Το υποστατικό της ιχθυοκαλλιέργειας ακούμπησε στο εγκαταλειμμένο σπιτάκι που στέγαζε το φύλακα της παλιάς σιδηροδρομικής γραμμής. Χαμηλότερα από το πολυβολείο της πλαγιάς, ένα παραλιακό ξενοδοχείο μονάζει στον γραφικό κολπίσκο.

Μνήμες κατά την πορεία θανάτων: εικονοστάσια, ομοιώματα ναΐσκων, οδόσημα κινδύνου -όπως έγραφε ο ποιητής απ’ τη Νιγρίτα.

Όπου επενέβησαν άνθρωποι το τοπίο γυμνώθηκε. Μολονότι κάθε άλλο παρά δασοσκεπής και υδάτινη, από την αρχαιότητα έως τα νεότερα χρόνια, η περιοχή δεν απέφυγε τη σχετική αποψίλωση στην οποία προέβησαν οι κάτοικοι της Αττικής τόσο για τις βιοτικές τους ανάγκες όσο και για τις αυθαιρεσίες τους. Παλαιά κι άγρια είδη δέντρων αντικαταστάθηκαν, φυσικά, από το προσαρμόσιμο κι εξόχως εύφλεκτο πεύκο που δασύνεται κατά τόπους. Ακόμα κι οι κουκουναριές, που γίνονταν εργαλεία βασανισμού από τον πιτυοκάμπτη ληστή, προς τη μεριά του Ισθμού, ανήκαν σε διαφορετικό είδος από το συριακό πευκάκι που έφεραν οι Ρωμαίοι. Δεν λείπουν πάντως οι συγκινητικές μες στ’ ασημιά τους αγριελιές και οι αγριοσυκιές με τους μικροσκοπικούς, μελωμένους καρπούς.

Τι θλιβεροί κείνοι οι σκονισμένοι θάμνοι εκατέρωθεν του δρόμου! Θα ’λεγε κανείς πως αντιπροσωπεύουν μια κατάσταση ερήμωσης του νου.

Κοιτώντας προς τα νότια θαυμάζεις από ψηλά τον Αργοσαρωνικό και τα νησιά του. Η διαφάνεια ποικίλει ανάλογα με την εποχή, τη μέρα και την ώρα. Χωρίς να το θέλω, επειδή ο όρος έχει εμποτισθεί με αρκετή εθνικιστική μεταφυσική, μου έρχεται στο νου η «ελληνικότητα». Γιατί να μη σημαίνει απλώς την ιδιότητα του ελληνικού με την εθνική ή τη γεωγραφική σημασία;

Εντούτοις, λόγω τοποθεσίας, ένας άλλος Γάλλος είναι κι εδώ παρών με το «Θαλασσινό κοιμητήριό» του.

Με τον γκρεμό πλάι μου παίζω ένα παιχνίδι, που το ονομάζω «Δίχως Φρένα». Σαν αρχίζει το στενό, κατηφορικό κομμάτι του δρόμου, απλώς δεν φρενάρω καθόλου. Για να πετύχει η προσπάθεια, πρέπει η ταχύτητα του οχήματος να έχει ρυθμιστεί απ’ τα πριν έτσι ώστε να είναι αρκετά μεγάλη για να προσφέρει τη συγκίνηση στις απότομες στροφές, αλλά όχι τέτοια που να οδηγήσει το αυτοκίνητο εκτός επιθυμητής τροχιάς: δεξιά στη βραχώδη πλαγιά ή αριστερά στον γκρεμό.

Χαρά και ζάλη· κομμένη ανάσα· μηνίγγια που σφύζουν.

Από την Κακιά Σκάλα προς την Κινέτα. Αριστερά οι γκρεμοί, δεξιά η παλιά σιδηροδρομική γραμμή.

Ακόμα κι εκεί που η άσφαλτος διασταυρώνεται με την παλιά χάραξη των γραμμών του τραίνου, η πέδηση μπορεί να επιτευχθεί επιλέγοντας χαμηλότερες ταχύτητες στο κιβώτιο. Ας σημειωθεί ότι ο δρόμος αυτός κατά τις πρωινές ώρες που ταξιδεύω δεν έχει πυκνή κίνηση. Το «Δίχως  Φρένα» παιχνίδι διακόπτεται όταν η κυκλοφορία στη λωρίδα μου το επιβάλλει ή όταν φτάσω στην Κινέττα, όπου αρχίζει η περιοχή κατοικίας -και όπου η ανατολή του ήλιου από τον ροδαλό, θαλασσινό ορίζοντα μπορεί να σε αναγκάσει να σταματήσεις, για να στοχαστείς τις χαρές που σου μένουν.

Παρακινδυνευμένο; Εννοείται πως κάθε φορά που επιδίδομαι στην ίδια τολμηρή άσκηση υποβάλλω τον εαυτό μου στη βάσανο της αυτοκριτικής. Ναι, θεωρώ σφάλμα να στερήσω, κατά τέτοιον τρόπο, την υπόστασή μου από τους ανθρώπους που με αγαπούν. Ποιος όμως μπορεί να ισχυριστεί πως δεν επιθυμεί να ζει* με ορισμένες από τις πιο συγκινητικές αντιφάσεις του;

 

*Κατά σειρά εμφάνισης: Νίκος Σκαλκώτας, Σαρλ Μποντλέρ, Αρτύρ Ρεμπό, Στεφάν Μαλαρμέ, Γιάννης Σκαρίμπας, Νίκος Καββαδίας, Τάσος Κόρφης, Θησέας, Βύρων Λεοντάρης, Σίνις, Πολ Βαλερί.

 

Χρήστος Γιαννακός

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *