του Θανάση Αγάθου (*)
Η ποιητική συλλογή Σε ιδίωμα δέντρων του Σωτήρη Βαρνάβα, που κυκλοφορεί σε μιαν αισθητικά άρτια έκδοση από τον Γκοβόστη (με μια ωραία σύνθεση του Γιάννη Ψυχοπαίδη στο εξώφυλλο), είναι ένας ύμνος στην ποίηση και στη φύση και ένα εκτεταμένο σχόλιο για τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσά τους. Ήδη από το πρώτο ποίημα της συλλογής («Βιβλιοδεσία», σ. 13) το λεξιλόγιο της ποιητικής και, ευρύτερα, της λογοτεχνικής δημιουργίας διαπλέκεται με το λεξιλόγιο της φύσης: χειρόγραφα, χαρτιά, σελίδες, βιβλίο, βιβλιοδεσία, βιβλιοθήκη από τη μια πλευρά, δέντρα, δάσος, νερό, ρίζες, χώμα, φύλλα, ξύλο αγριαπιδιάς από την άλλη. Στο δεύτερο ποίημα («Σε ιδίωμα δέντρων»), που ευφυώς δίνει τον τίτλο στη συλλογή, η σύνδεση του δέντρου με τη λέξη, πρωταρχική μονάδα της ποιητικής τελετουργίας, υλοποιείται χάρη στην καθοριστική συνδρομή του καραβιού (δημιουργήματος των δέντρων) φορτωμένου με λέξεις, που αρχίζει ένα ταξίδι «σε ονείρου ωκεανό» (σ. 14), κρυπτικό και γι’ αυτό γοητευτικό. Όλα τα ποιήματα της συλλογής, τοποθετημένα στη σωστή θέση και τιτλοφορημένα πάντα πολύ εύστοχα, συνδέονται στενά μεταξύ τους και αποτελούν ψηφίδες ενός λυρικού διαλόγου του ποιητικού υποκειμένου με την ίδια τη γραφή και τη θεραπευτική δύναμη των φυσικών στοιχείων.
Ο κόσμος του δάσους, σκοτεινός και μυστηριακός συνάμα, ορατός και αόρατος, φανερός και κρυμμένος, κατέχει προνομιακή θέση στα ποιήματα της συλλογής του Βαρνάβα, καθώς τα στοιχεία του προκαλούν και προσκαλούν τον ποιητή να συνομιλήσει μαζί τους, να τα μετασχηματίσει σε δημιουργία, να τα ενδύσει με λέξεις, να τα μυήσει στο σύμπαν της ποίησης και να μυηθεί ο ίδιος στο σύμπαν της φύσης. Το ποίημα λοιπόν ετοιμάζεται να γεννηθεί στη μέση του δάσους («Κάτι από αόριστο», σ. 18), τα δέντρα μετασχηματίζονται σε χειρόγραφα και μετά σε σελίδες βιβλίου («Βιβλιοδεσία», σ. 13) και τα φλεγόμενα φύλλα μεταμορφώνονται σε λέξεις («Το Σ της σιωπής και το Φ του φθινοπώρου», σ. 38).
Στη συλλογή του Βαρνάβα σημαντική είναι και η θέση των λουλουδιών, που λειτουργούν συχνά ως γέφυρα ανάμεσα στο σύμπαν της φύσης και το σύμπαν της ποίησης. Οι ανεμώνες και οι λευκές μαργαρίτες αναμένουν τη στιγμή της ποιητικής αποτύπωσης («Από το ημερολόγιο ενός δέντρου», σ. 17)· οι παπαρούνες φυτρώνουν «πάντα στην ώρα τους» στα χαρτιά του ποιητή («Υπέροχος ύπνος», σ. 27)· το ποιητικό υποκείμενο έχει σε κάθε σελίδα του «δυο μεγάλα αληθινά κόκκινα τριαντάφυλλα» («Τριαντάφυλλα», σ. 30)· το χαμόγελο των λουλουδιών μετασχηματίζεται σε ποίημα («Το ρολόι», σ. 71).
Ανάλογο διαμεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στη φύση και την ποίηση καλούνται να διαδραματίσουν και ο ουρανός, ο ήλιος και το υγρό στοιχείο. Το ποίημα ταξιδεύει τις σκέψεις «με φως απ’ το ίδιο άστρο», ανταποδίδοντας «γεύση από ουρανό και από ήλιου ροή» («Ομοιότητα», σ. 16)· ο ήλιος, με τη βοήθεια του ονείρου, μετατρέπεται σε χειρόγραφα («Ανατύπωση», σ. 36)· το παράθυρο που έβλεπε στη θάλασσα χτίστηκε μεν αλλά μπορεί να ανοίξει με ένα ποίημα («Χτισμένο παράθυρο», σ. 15)· η «πράσινη φυλλωσιά στην όχθη/αναμετριέται με τα θολά νερά στο ποτάμι» («Αποθεραπεία», σ. 25)· το ποιητικό υποκείμενο μπορεί να αντιληφθεί τον ερχομό της βροχής μόνο μέσα από τα γραπτά του («Το ρολόι», σ. 71)· τα στοιχεία της φύσης επιλέγουν να αποδώσουν τον κώδικα της δημιουργίας «σε ύφος ουρανού» («Περισυλλογή», σ. 76)· το ποίημα καθίσταται το σημείο συνάντησης της θαλασσινής αρμύρας και της λάμψης του φωτός («Επίλογος του φθινοπώρου», σ. 60).
Επιπλέον, ο Βαρνάβας αναμετριέται συχνά με τον χρόνο, αδιαφορώντας, ωστόσο, όπως υποστηρίζει ο Αλέξης Ζήρας στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, για τα τυπικά, συμβατικά όριά του. Αντιλαμβάνεται την εναλλαγή των εποχών του έτους μέσα από τα χαρτιά του («Το ρολόι», σ. 71)· δείχνει μιαν ιδιαίτερη αδυναμία στο φθινόπωρο, αφού του αφιερώνει δύο ποιήματα της συλλογής («Ο πρόλογος του φθινοπώρου», «Επίλογος του φθινοπώρου», σ. 49-50) και το επαναφέρει συχνά και σε άλλα ποιήματα· αναρωτιέται μήπως η εχθρική συμπεριφορά του χρόνου οφείλεται στη χρεοκοπία που αυτός αποκομίζει «δήθεν αφιλοκερδώς προσφέροντας/τις όμορφες στιγμές της φυλλωσιάς του» («Ζημίας αίτιο», σ. 35)· παρουσιάζει το παρόν και το παρελθόν να διαπλέκονται μέσα από τη χρήση του ενεστώτα και του αορίστου («Κάτι από αόριστο», σ. 18, «Δια-χρονικοί διάλογοι», σ. 19).
Όλα συμβαίνουν στη γη για κάποια σοβαρή αιτία, δηλώνει ξεκάθαρα ο Βαρνάβας στο ποίημα «Αναγωγή στη δημιουργία», που κατέχει κομβική θέση στη συλλογή. Υπάρχει κάποιος λόγος που το δέντρο φυτρώνει, που τα φύλλα του δέντρου απορροφούν το φως του ήλιου, που τα χελιδόνια φτερουγίζουν την άνοιξη και, τελικά, όλα αυτά δεν δικαιολογούνται διανοητικά, αλλά ανάγονται στη δημιουργία και εκεί ακριβώς καλείται να παίξει τον ρόλο του ο ποιητής, που προσπαθεί «να πάρει θέση το ποίημα/ ψηλαφώντας το ανεξήγητο» (σ. 40). Η ανάλογη άποψη ότι όλα έχουν μιαν αρχή και μιαν αιτία και η σύζευξη της θέσης με την αντίθεση ανοίγουν το ποίημα «Αναντιστάθμητο», όπου, όμως, το ποιητικό υποκείμενο αδυνατεί να βρει μια λύση στο αίνιγμα «πώς να γεννήθηκαν οι τόσοι στίχοι/δίχως αντιστάθμιση» (σ. 69) και αποφαίνεται ότι «τίποτε δεν υπήρξε τελικά», ανοίγοντας το ζήτημα του κενού, που απασχολεί τον Βαρνάβα με τη διπλή ιδιότητα του επιστήμονα (καθηγητή Γεωλογίας) και του ποιητή. Πάντως, στο αμέσως επόμενο ποίημα («Άδειο οικόπεδο»), το ποιητικό υποκείμενο παραλληλίζει την άδεια σελίδα του ποιητή με άδειο οικόπεδο και εξομολογείται ότι από ένα κενό βιοπορίζεται (σ. 70), ενώ στο ποίημα «Ανεξήγητα», ανοίγοντας έναν διάλογο με τον ποιητή Σωκράτη Σκαρτσή, δίνει την απάντηση ότι «από το τίποτα/–το απείρως πυκνά συμπυκνωμένο κάτι–/κι απ’ τη μεγάλη έκρηξη/γεννήθηκε το σύμπαν» (σ. 72).
Πέρα από τον Σκαρτσή, ο Βαρνάβας συνομιλεί με δύο σημαντικούς ζωγράφους-συνεργάτες του, υπενθυμίζοντας ότι η ποίηση μπορεί να αποτελέσει και πεδίο επικοινωνίας του δημιουργού με αγαπημένα πρόσωπα, παρόντα ή απόντα. Αφιερώνει το συγκινητικό ποίημα «Ζωγραφίζοντας μια καληνύχτα» (σ. 66) στη μνήμη του Χρόνη Μπότσογλου (που είχε φιλοτεχνήσει εξώφυλλα των προηγούμενων ποιητικών συλλογών του Χρεόγραφο, 2013, Γράμματα εμπράγματα, 2015, Διαστάσεις του χωροχρόνου, 2018) και επιλέγει να κλείσει την ποιητική συλλογή του με το ποίημα «Συνομιλία με τον Γιάννη Ψυχοπαίδη» (σ. 83), ως αντίδωρο στον ζωγράφο, που προσφέρει το εξώφυλλό του στο Σε ιδίωμα δέντρων, εκφράζοντας την ευχή «Σε τοπίων αισθήσεις να κινηθούνε κι οι λέξεις».
Το Σε ιδίωμα δέντρων είναι η πιο ώριμη, η πιο πυκνή δημιουργία του Σωτήρη Βαρνάβα, ένας γόνιμος διάλογος με όλο το προγενέστερο έργο του, μια συγκινητική επιστροφή στη φύση ως αρχέγονη πηγή της ύπαρξης και ένας στοχαστικός και ενορατικός απολογισμός ζωής ενός ποιητή, που μέσα από τη σύζευξη του φωτός και του σκότους, της ελπίδας και της απόγνωσης, της χαράς και της θλίψης, του μεγάλου και του μικρού προτείνει μιαν ανεπιφύλακτη κατάφαση στη ζωή.
(*) Ο Θανάσης Αγάθος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Σωτήρης Π. Βαρνάβας, Σε ιδίωμα δέντρων, Εκδόσεις Γκοβόστη, Αθήνα 2022, σ. 88.