ceb3ceb9ceb1 cf84cebf ceadcf81cebcceb1ceb9cebf cf84cebfcf85 cebbcebfcf85cebaceac cebbceb9ceaccebacebfcf85 ceb3cf81ceac

Λουκάς Λιάκος, Έρμαιο, εκδ. Κουκκίδα, 2022.

Πρόκειται για την τέταρτη ποιητική συλλογή του ποιητή από τη Λειβαδιά. Σε ό,τι αφορά το μέχρι στιγμής έργο του Λιάκου βλέπουμε ότι υπάρχει μια συνέπεια –σιωπή τριών ή και περισσότερων χρόνων μέχρι να έχουμε παραγωγή. Αυτό δεν γνωρίζω αν γίνεται συνειδητά αλλά στον δικό μου νου σημαίνει ότι μεσολαβεί ο απόηχος, παίρνει τις παρατηρήσεις του, διαβάζει, ματώνει στο γραπτό και έρχεται και μας χτυπά την πόρτα ή την πλάτη φιλικά.

Είθισται να είμαστε θετικώς κείμενοι όταν κάνουμε μια κριτική και τονίζω τη λέξη κριτική και όχι βιβλιοπαρουσίαση. Το θετικό κατά τη γνώμη μου προέρχεται ή μετέρχεται ανάλογα ως αναγνώριση του κόπου του ποιητή να φέρει σε πέρας ένα ποιητικό σύμπαν διαφορετικό αφενός από τα υπόλοιπά του μέχρι τώρα, αφετέρου διαφορετικό και από τη γραφόμενη ποίηση της γενιάς του. Ουσιαστικά με τον Λιάκο πάνω κάτω χρονικά είμαστε η γενιά που εμφανίστηκε από το 2010 και μετά. Το να βρεις αδυναμίες νομίζω είναι το μόνο εύκολο ή, πώς να το θέσω, να είσαι φειδωλός γενικά με ένα ανάλογο βιβλίο. Θεωρώ στην παρούσα φάση ότι οφείλουμε να είμαστε τουλάχιστον ειλικρινείς με τη γενιά μας εφόσον αναγνωρίζουμε ότι κάτι έχει να πει.

Στο δια ταύτα λοιπόν και για να μην μακρηγορώ και μιας και δεν γράφω η αλήθεια είναι εύκολα κριτικά κείμενα, ας δούμε το αληθές του λόγου με επιχειρήματα.

1. Επίθετα

Παραλείποντας το αρχικό πεζόμορφο ποίημα, βρίσκομαι στις σελίδες 15-19, μετράω στο σύνολο 88 στίχους. Μετράω τα επίθετα, είναι γύρω στα 17-18, άρα 1 επίθετο σε κάθε 3 στίχους περίπου, που σημαίνει ότι το βάρος πέφτει στο ρήμα –κίνηση ή ακινησία– και στη σύνταξη δηλ. στο πώς σπάει το ποιητικό υποκείμενο με το γραμματικό υποκείμενο μεταβαίνοντας κάθε φορά σε μια νέα μεταφορά. Συμπληρωματικά τι καθιστά σημαινόμενο σε κάθε περίπτωση.

Καίρια παρατήρηση εδώ: ακριβώς το παραπάνω χαρακτηριστικό διατρέχει αφενός ολόκληρη τη συλλογή, αφετέρου είναι και από τα γλωσσικά πλεονεκτήματα του ποιητή διότι μια αδυναμία γραφής των καιρών μας είναι η πολυχρησία επιθέτων (με απλά λόγια σαν να γράφει κάποιος έκθεση) – ευτυχώς δεν συμβαίνει αυτό με τον Λιάκο.

2. Χρήση της γενικής πτώσης

Στις ίδιες σελίδες 15-19 και στον ίδιο αριθμό στίχων, συνολικά 88, οι γενικές είναι μόλις 21. Που σημαίνει κι εδώ ότι βρίσκομαι στην ίδια αναλογία με τα επίθετα που επιλέγω, ήτοι 1 προς 3 ή και 1 προς 5, ανάλογα πώς θα το δει ο καθένας. Τονίζω ότι χρησιμοποιώ ως παράδειγμα και μόνο τις συγκεκριμένες σελίδες διότι αυτό υφίσταται ως δομικό στοιχείο σε ολόκληρη τη συλλογή.

Αν λοιπόν αφαιρέσουμε τις μισές από τις 21 γενικές που είναι οι απαραίτητες οργανικά και νοηματικά αντωνυμίες, κυρίως προσωπικές ή κτητικές, έχουμε να κάνουμε με καίριες γενικές, εμφατικές και επαναληπτικές ταυτόχρονα, ώστε να πυροδοτήσουν κάποια αίσθηση. Συνοψίζοντας, η κατάχρηση της γενικής πτώσης εν συντομία σημαίνει: αδυνατώ να ολοκληρώσω το νόημα του στίχου με κάποιον τρόπο και ψάχνω κάποιο έξυπνο εύρημα για να το κάνω, με αποτέλεσμα να γίνεται η γενική, της γενικής και το ποίημα να μένει άκλαυτο. Αν κλαίγαν λίγο τα ποιήματα ίσως και να μαθαίναμε από τα λάθη μας χωρίς να χρειάζεται να μας το επισημάνουν. Δυο – μηδέν εδώ. Εννοώ έχει βάλει 2 γκολάκια ο Λιάκος διότι ούτε και αυτή η δεύτερη αδυναμία πολλών εμφανίζεται εδώ και σε τόσο μεγάλη έκταση σύνθεσης.

3. Αισθήσεις

Νοηματικά κατά τη γνώμη μου υπάρχουν ενότητες –δεν θα καταφύγω στο φιλολογικό υπόβαθρο για να τις επισημάνω εφόσον μάλιστα δεν υπάρχουν τίτλοι, άρα έγκειται στον ίδιο τον αναγνώστη να οριοθετήσει την περιοχή του θαύματος ή την περιοχή μέσα, έξω, πάνω και κάτω από το θαύμα. Ναι, αυτό είναι προσόν να παίζουν όλες οι αισθήσεις σε όλες τις διαστάσεις.

Εάν λοιπόν το θαύμα είναι η αγάπη (δεν είναι απόλυτο ότι μιλάμε για μια ιστορία αγάπης όπως δηλώνεται στο τέλος του βιβλίου), αυτό είναι ένα καίριο ερώτημα. Θα μπορούσε κάλλιστα να ειπωθεί ότι είναι ένας τόπος μαρτυρίου, όπου όμως στο μαρτύριο αυτό ανθίζουν κρίνα, φυσάει, βρέχει, βγαίνει ήλιος, νυχτώνει με τρόπο φυσικό όπως οι ανάσες μας.

Αν έπρεπε να το συγκρίνω υποχρεωτικά με κάτι αυτό το βιβλίο του Λιάκου –τονίζω το αυτό δηλ. το Έρμαιο ως Έρμα ή όντως Έρμαιο– θα ήταν μόνο με τα γραπτά του Φεντερίκο Γκαρθία.

Θα μπορούσα να ανοιχτώ σε χρήσεις του φωτός και της σκιάς ή τη λειτουργία του σώματος, αλλά τα παραπάνω είναι για δυνατούς φιλολόγους.

Εύχομαι ειλικρινά ο χρόνος να φέρει στον καθένα αυτό που ονειρεύεται. Στην προκειμένη περίπτωση ο Λιάκος να δώσει κι άλλα τέτοια δείγματα.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Renato Guttuso. Δείτε τα περιεχόμενα του έβδομου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Ermaio

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *