O Γιάννης Τζανετάκης είναι μια σημαντική περίπτωση δημιουργού και μια από τις πιο ενδιαφέρουσες φωνές στη σύγχρονη ποίησή μας. Ποιητής με ιδιαίτερη φωνή και χαμηλόφωνο ύφος και με πρώτη εμφάνιση το μακρινό 1978, μετρά ήδη πάνω από σαράντα χρόνια δημιουργικής πορείας με εμβληματικούς σταθμούς, όπως Τα ζώα της Κυριακής (πρώτη έκδοση, Το Δέντρο, 1988). Όλα αυτά τα χρόνια, η ευγένεια και το ήθος που τον χαρακτηρίζουν, του επιτρέπουν να ζει μακριά από τη φασαρία και τις μικρότητες της εγχώριας λογοτεχνικής σκηνής, μιλώντας μόνο με το έργο του.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το δέκατο ποιητικό του βιβλίο, με τον τίτλο Μετά από μένα (εκδ. Πόλις), για το οποίο αξίζει, πιστεύω, να ειπωθούν δυο λόγια.
Ο Βιμ Βέντερς, στην υπέροχη ταινία του Τα φτερά του έρωτα, βάζει δυο μελαγχολικούς αγγέλους να παρατηρούν με συμπόνια, αόρατοι, τους ανθρώπους. Επειδή ίσως ξενίσει ο παραλληλισμός, θέλω να εξηγήσω ότι κάνω αυτή την αναφορά στη συγκεκριμένη ταινία επειδή για κάποιο λόγο θεωρώ ότι υπάρχει μια παράξενη, μακρινή συγγένεια με την ποίηση του Γιάννη Τζανετάκη.
Στο ξεκίνημα της ταινίας, για παράδειγμα, ο άγγελος Ντάμιελ ακολουθεί έναν ηλικιωμένο, ο οποίος μονολογεί με παράπονο: «Δεν μπορώ να βρω την πλατεία Ποτσντάμερ». Στην επόμενη σκηνή βλέπουμε τον ηλικιωμένο άντρα, συγκινημένο, ν’ ακούει τη μουσική που βγαίνει μέσα από ένα παλιό παιδικό παιχνιδάκι. Η ταινία κατά τη γνώμη μου κομίζει, μεταξύ άλλων, το πολύτιμο μήνυμα ότι παρ’ όλα όσα έχουν συμβεί, μπορούμε ακόμα να δούμε τον κόσμο με τα μάτια των αγγέλων. Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι ένα παρόμοιο μήνυμα μεταφέρει και το βιβλίο. Με τον ίδιο τρόπο μέσω της ποίησης του βιβλίου ακούγεται, σαν μέσα από παιχνίδι παιδικό, ξεχασμένο για χρόνια, η θλιμμένη μουσική της ανάμνησης. Στο βιβλίο του ο ποιητής, σαν ένας άλλος άγγελος, αλλά θνητός ανάμεσα στους θνητούς, μας απευθύνεται διαρκώς παρατηρώντας τη ζωή που περνά και τη θλίψη των εγκοσμίων.
{jb_quote} Μισανοίγει μία πόρτα επιτρέποντας στον αναγνώστη να κοιτάξει μαζί του, στα κλεφτά, ένα μικρό κομμάτι του ανθρώπινου δράματος. {/jb_quote}
Ξεκίνησα αυτό το κείμενο με μια αναφορά στον κινηματογράφο, τέχνη με την οποία πιστεύω ότι αυτό το βιβλίο συνομιλεί είτε έμμεσα είτε απευθείας. Δεν είναι τυχαία η αναφορά στo Amarcord, στην πιο νοσταλγική, ίσως, κωμική αλλά και βαθύτατα πικρή ταινία του Φελίνι. Το ποίημα τιτλοφορείται ακριβώς «Πριν το Amarcord» και ξεκινά με τον ωραιότατο στίχο:
Το χιόνι που άρχισε
να πέφτει
–σαν ψέμα σαν παραίσθηση–
Για να κορυφωθεί με το κλείσιμο:
Να πέφτει όλο να πέφτει
σιωπηλά ένα πρωί του ’68
προτού ακόμα
γυρίσει ο Φελίνι το Amarcord.
Η λέξη Amarcord ή αλλιώς, Θυμάμαι, είναι μια λέξη-κλειδί που, αν δεν κάνω λάθος, δεν αναφέρεται άμεσα ούτε μια φορά στα ποιήματα. Πλην όμως επανέρχεται διαρκώς σε ολόκληρο το βιβλίο μέσω της υποβλητικής ατμόσφαιρας, των εικόνων και της επίκλησης ενός περασμένου, χαμένου πια για πάντα, χρόνου. Ο Γιάννης Τζανετάκης μισανοίγει μία πόρτα επιτρέποντας στον αναγνώστη να κοιτάξει μαζί του, στα κλεφτά, ένα μικρό κομμάτι του ανθρώπινου δράματος.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου επιστρέφει για λίγο το θάμβος ενός μακρινού παρελθόντος και κάτω από τα βήματα των νεκρών ο ποιητής ακούει να τρίζουν τα κρύσταλλα και οι πορσελάνες ενός άλλου κόσμου. Μια φωτογραφία του πατέρα σε μια ακρογιαλιά της δεκαετίας του ’60 τραβηγμένη από έναν άγνωστο φωτογράφο, η συγκινητική εικόνα ενός παλιού γαμπριάτικου σακακιού μ’ ένα ξεχασμένο σπυράκι ρύζι ακόμα πάνω του, ρόπτρα που χτυπούν μόνα τους σε οικίες από χρόνια ακατοίκητες, ίχνη από πέλματα κολυμβητών στην άμμο που σβήνουν, μια μπάλα που είχε κλοτσήσει ένα παιδί κάποτε σε αλάνα επαρχιακής πόλης και άλλες θαυμάσιες εικόνες που συνθέτουν ένα σύμπαν μελαγχολίας και ονειροπόλησης, έναν κόσμο φαντασμάτων τον οποίο διασχίζουν από κοινού, ποιητής και αναγνώστης.
Ειδική αναφορά αξίζει να γίνει στην τελευταία ενότητα του βιβλίου. Πρόκειται για έναν σπαρακτικό επιτάφιο με τον τίτλο «Δίχως εσένα», ο οποίος αναφέρεται στη χαμένη αδελφή του ποιητή και ανοίγει μ’ έναν πικρότατο στίχο του Γέιτς: «I have nothing but the embittered sun». Ούτε η ποίηση αρκεί τελικά, ούτε η ποίηση είναι ένα ασφαλές καταφύγιο μπροστά στη θύελλα της ζωής. Τίποτα δεν μας παρηγορεί αληθινά και ο ποιητής Γιάννης Τζανετάκης, ακριβώς επειδή είναι ποιητής, το ξέρει. Μένει ωστόσο η ελπίδα ότι: «Μια μέρα θα συναντηθούμε», όπως λέει κλείνοντας, «παιδάκια πάλι πλάι στη λεμονιά». Μια μέρα θα συναντηθούμε ξανά με ό,τι κάποτε αγαπήσαμε, ελεύθεροι πια από τον φόβο της ζωής και του θανάτου, ελεύθεροι ακόμα και από την ίδια την ποίηση, σ’ έναν κόσμο τρυφερής αιωνιότητας, μακριά και έξω από τον χρόνο.
Μετά από μένα
Γιάννης Τζανετάκης
Πόλις
σ. 64
ISBN: 978-960-435-854-0
Τιμή: 12,00€