Χλόη Κουτσουμπέλη, Ιερεμιάδα, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 2023.
Τίποτα δεν θα ήταν εφικτό στην Τέχνη, αν ο τακτικός ανθρώπινος νους κατάφερνε να ανασχέσει την ιδιοτροπία της φαντασίας και την επινοητική ικανότητα του ανθρώπου να διαπερνά το ορισμένο και να δοκιμάζεται στο επέκεινα. Αναγνωρίζει όμως εκ πείρας πως, ό,τι κρατάει και ζει ως πάροχος υπηρεσιών της καθημερινότητας, το φιλοθεάμον κοινό του επηρεάζεται και προσδιορίζεται ή καλύτερα επιβάλλεται από το κόσμιο τέλος. Η παρηγοριά κι ο γλυκασμός του πόνου, παρ’ όλο που είναι σύμφυτα χαρακτηριστικά της δημιουργίας, δεν υπολείπονται των αφηγηματικών τεχνικών και ιδιαίτερα των υπαινιγμών και των αμφισημιών που εκδηλώνονται στον αποδέκτη, αν μιλάμε όπως τώρα για τη λογοτεχνία.
Στην Ιερεμιάδα της Χλόης Κουτσουμπέλη, άνθρωποι άξιοι, ή άνθρωποι λιγόψυχοι με αδυναμίες, πάθη αλλά και φωτεινές αναλαμπές ενίοτε καταργούν τα όρια και διορθώνουν για λογαριασμό τους όρους και συνήθειες, δημιουργώντας ένα ωφέλιμο τέλος. Ένας ιός απομυζά τις ευγενείς συμπεριφορές και επιβάλλει άλλες σε μια περιπέτεια, η οποία χτίζει με παλαιά υλικά τον νέο κόσμο. Όχι πολύ μακριά από το χρονικό σήμερα, το μέλλον δεν αφορά την ανοχή, την ανεκτικότητα και την αλληλεγγύη, αλλά την επιβίωση στα όρια ενός βέβαιου θανάτου. Ένας ιός που στερεί τη μνήμη αφήνει το παρελθόν σε ένα ιδιότυπο καθεστώς λήθης κι απενεργοποιεί αναστολές, ανάγκες, φιλοδοξίες και κακοποιεί τα όνειρα. Οι ενοχές έχουν δώσει τη θέση τους στα ένστικτα κι ένας πρωτόγονος αυθορμητισμός, μια συμπαγής ανθρώπινη εξαίρεση επιβιώνει σε μια κοινοτική αντίληψη, η οποία συντηρείται ως αναγκαία προϋπόθεση συμβίωσης.
Η Χλόη Κουτσουμπέλη στήνει ένα εφιαλτικό σκηνικό για να αποδώσει ένα ενδεχόμενο. Ταυτοποιεί και συνδέει την ομιλία με τη νεκρωμένη μνήμη, δίνοντας στους ήρωες και τις ηρωίδες της τη δυνατότητα της γραφής ως εκφραστική παρηγοριά επικοινωνίας. Με γλώσσα σκληρή, σχεδόν ουδέτερη ενίοτε, περιγράφονται οι εικόνες, αναλύονται τα γεγονότα, επενδύονται τα όποια συναισθήματα. Η νέα κοινωνία, απαιτεί νέα ήθη, νέους τρόπους μια διαφορετική κοινωνικότητα, εντούτοις παραμένει αναλλοίωτο το παιχνίδι της εξουσίας ως καταγεγραμμένο αυτούσιο στον γενετικό κώδικα και των νέων αποφλοιωμένων ανθρώπων. Με τον θάνατο να λειτουργεί άλλοτε ως λύτρωση που επιταχύνει τη λύση κι άλλοτε ως επικυρίαρχο ενδεχόμενο σε ό,τι συντελείται. Ο ιός «Κέρβερος», αρχαιοελληνικό δάνειο, γίνεται το όχημα της δυστοπικής δραματουργίας. Πρόθεση της Χλόης Κουτσουμπέλη, όπως υποστηρίζει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, ήταν η δημιουργία «ενός δυστοπικού μυθιστορήματος στο οποίο να διερευνάται όλο το πλέγμα των σχέσεων, και ειδικά των σχέσεων εξουσίας που αναπτύσσονται υπό ειδικές συνθήκες, σε διαφορετικά περιβάλλοντα, ανάμεσα σε ανθρώπους πάνω από τους οποίους επικρέμαται η απειλή του τέλους. Γιατί μέσα στις άγριες συνθήκες αυτής της πανδημίας, όπου πολλοί άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ένας από τους προβληματισμούς που αναδύθηκε είναι και ο εξής: Ποια κομμάτια της ανθρώπινης ψυχής αφυπνίζονται, όταν προβάλλει επιτακτικά η ανάγκη για επιβίωση; Επικρατεί το σκοτάδι ή το φως όταν απειλείται η υπόσταση και η ζωή του ανθρώπου;»
Το εγχείρημα αυτό υλοποιείται με τον καλύτερο τρόπο μέσω των πρωτοπρόσωπων αφηγήσεων των δρώντων προσώπων. Έχοντας χάσει μνήμη και ομιλία, οδεύοντας προς τον θάνατο, γράφουν ό,τι συμβαίνει, ό,τι τους/τις απασχολεί, ό,τι σκέφτονται. Η δράση εμπεριέχεται στις γραπτές εξομολογήσεις. Καθένας και καθεμιά έχει τους τρόπους να κοιτάξει και να δράσει, να απαιτήσει, να προσβάλει, να εκτεθεί ή να υποταχτεί στη βεβαιότητα του αποτρόπαιου. Το ενδιαφέρον αυτό δομικό στοιχείο του αφηγήματος συνεισφέρει στη δράση και ο αναγνώστης/ η αναγνώστρια διαρκώς εκπλήσσεται κι αφήνεται ως παράλληλη απώλεια στα αζήτητα της μυθοπλασίας. Η αίσθηση της απώλειας μετατοπίζεται αργά και σταθερά από τα δρώντα πρόσωπα στους επικαρπωτές της πρόσφατης εμπειρίας του SARS-CoV-2. Η Χλόη Κουτσουμπέλη έχει την θαυμαστή μυθοπλαστική ικανότητα να βρίσκεται στις παρυφές της αφήγησης παρατηρώντας και διαλέγοντας ήρωες και ηρωίδες για να ικανοποιηθούν οι προθέσεις της. Το φαινόμενο της μη ζωής το παρακολουθεί μέσω των προσώπων. Γίνεται αρωγός, σκανδαλίζεται υποφέρει, βιάζεται, συναλλάσσεται, καρπώνεται τις επιτυχίες, αλλά και οπισθοχωρεί. Βασανίζεται από τη βιαιότητα της γραφής για να σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων μιας δύσκολης εκεχειρίας, ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο ο οποίος δεν περιορίζεται στη φυσική κατάσταση, αλλά επιχειρεί να τον σχολιάσει ως μη ζωή που επιβάλλεται για να στραγγαλίσει ακόμη και τις υποψίες των αναμνήσεων. Προς επίρρωση των παραπάνω παραθέτω το απόσπασμα από τα λόγια της Άννας. «Ήμουν ένας από τους ελάχιστους τυχερούς ανθρώπους, ίσως σ’ ολόκληρο τον πλανήτη, που μπορούσαν ακόμα να μιλούν. Είχα μείνει όμως άφωνη από τη φρίκη. Οι λέξεις έμοιαζαν άδειοι κάλυκες, καρυδότσουφλα χωρίς ψίχα. Ίσως, σκέφτηκα, δεν είναι ο ιός που μας φιμώνει, είναι αυτό το φιλί του θανάτου στο στόμα που μας κλέβει τη φωνή». Εδώ η Άννα δεν μπορεί να είναι άλλη από τη συγγραφέα η οποία έχει εμφιλοχωρήσει στην αφηγηματική κατάσταση για να δηλώσει αλληλέγγυα προς τους ανθρώπους της, ή ό,τι έχει απομείνει από αυτούς για να ταράξει την εφιαλτική σιωπή και να δώσει συνέχεια. Κι όμως η εγγύτητα του κρίσιμου χρόνου –το 2030, είναι προ των πυλών– κι η μεταχειρισμένη εμπειρία δεν μπορεί να αφήνει κανέναν ασυγκίνητο διότι, όπως επισημαίνει η Τερέζα κι αυτό συνιστά σήμα κινδύνου: «Ποτέ η φύση ολόκληρη δεν παλλόταν με τέτοια ένταση, ποτέ η χορωδία των τζιτζικιών δεν έφθανε σε τέτοια κορύφωση, ποτέ τα δέντρα δεν τέντωναν τα κλαδιά τους τόσο προκλητικά προς τον ουρανό, ποτέ η βλάστηση δεν ήταν τόσο οργιαστική, ποτέ η θάλασσα τόσο βαθιά γαλάζια, ποτέ το νησί τόσο όμορφο όσο τώρα που ερήμωσε. Θαρρείς και ολόκληρη η πλάση θέλει να ρουφήξει τον άνθρωπο, να τραφεί με τις σάρκες του και να θεριέψει.»
Καταλήγοντας θα ήθελα να σημειώσω πως η Ιερεμιάδα της Χλόης Κουτσουμπέλη είναι ένα βαθιά ανθρώπινο και άκρως πολιτικό βιβλίο στο οποίο ο έρωτας, η ασθένεια και ο θάνατος συμβαίνουν με όρους πολιτικούς. Η εξουσία, θρησκευτική, επιστημονική και διαπροσωπική ασκείται με βαναυσότητα και η βία στην πλέον ακραία της μορφή αποκτά στοιχεία νομιμότητας και ανοχής ως του μοναδικού αποδεκτού τρόπου οργανικής τροφοδοσίας και στήριξης του συστήματος που οργανώνεται ερήμην των ανθρώπων. Είθε το προφητικό της αφήγησης να μας αφυπνίσει.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Janet Fish. Δείτε τα περιεχόμενα του ένατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]