Ασπασία Γκιόκα, Ζωή Κατσιαμπούρα, Τασούλα Καραγεωργίου, Δήμητρα Γ. Μπεχλικούδη, Χρύσα Ευστ. Αλεξοπούλου, Ανθούλα Δανιήλ, Η χαμηλόφωνη τόλμη: Έξι λυρικές ποιήτριες του εικοστού αιώνα (Ελένη Σ. Λάμαρη, Μαρία Πολυδούρη, Αιμιλία Δάφνη, Μυρτιώτισσα, Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου), Εκδόσεις Νίκας, 2023
Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες πρόσφατες εκδόσεις που αφορούν τη γυναικεία ποιητική παραγωγή μέσα στην ελληνική ιστορία της λογοτεχνίας είναι αυτή που σκοπεύω εν συνόψει να παρουσιάσω σε αυτό το κείμενο. Πρόκειται για έναν συλλογικό τόμο, στον οποίο έξι έγκριτες φιλόλογοι-συγγραφείς ερμηνεύουν, μέσα από ευσύνοπτα δοκίμια, το έργο ισάριθμων ποιητριών που έδρασαν κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι.: ένα έργο που υπήρξε, από πολλές πλευρές, καίριο και καθοριστικό για την παρουσία των γυναικών στα γράμματα.
Το συγκεκριμένο βιβλίο θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως εντάσσεται σε μια πολύ ενδιαφέρουσα διεθνή βιβλιογραφία, η οποία αφορά, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, την αλλαγή του «κανόνα» μέσα από τη μελέτη του έργου γυναικών δημιουργών. Ενδεικτικά αναφέρω τις μελέτες της διεθνώς αναγνωρισμένης Virginia Cox αλλά και τη σειρά εκδόσεων «The other voice in Early Modern Europe» (Chicago University Press) σε επιμέλεια Margaret L. King, που έθεσαν σύγχρονες επιστημονικές βάσεις στην έρευνα για τη γυναικεία παρουσία στα γράμματα και τις τέχνες. Και αν για τον ευρωπαϊκό χώρο οι απαρχές της γυναικείας παρουσίας στο πνευματικό τοπίο των νεότερων χρόνων μπορεί να ανιχνευθεί στον ύστερο Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση, λόγω της αλλαγής της θέσης της γυναίκας μέσα από την αρχική πνευματική επίδραση του τροβαδουρισμού, που θέτει στο προσκήνιο το θήλυ ως ένα στοιχείο ιδεατό και άξιο σεβασμού μέσα στον κόσμο, διαμορφώνοντας στη συνέχεια και το πλαίσιο της Αναγέννησης, στον ελληνικό χώρο τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά, λόγω των ιδιαζόντων ιστορικών συνθηκών. Στα καθ’ ημάς δεν θα υπάρξει Αναγέννηση. Θα πρέπει να φτάσουμε στα χρόνια του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και στη συνέχεια στο πλαίσιο του Ρομαντισμού, για να βρεθεί το πρόσφορο έδαφος πάνω στο οποίο θα ακουστεί ξανά η γυναικεία φωνή, αφού ο ρομαντισμός, που βλέπει στη γυναίκα την αγαπημένη παρουσία και την ιδεατή ένωση, ανοίγει τον δρόμο και προς τη δημιουργία από πένα γυναικεία. Και επιμένω στην αναφορά μου στο ρεύμα του ρομαντισμού για έναν πολύ βασικό λόγο: γιατί τα χαρακτηριστικά της ρομαντικής γραφής φαίνεται να επιδρούν σε βάθος χρόνου στον ελληνικό χώρο –και όχι μόνο στη γραφή των γυναικών– μέχρι και το ρεύμα του νεοσυμβολισμού.
Αν, λοιπόν, δασκάλες, όπως η Ευανθία Καΐρη, ή πατριώτισσες, σαν την Αντωνούσα Καμπουράκη, είναι αξιομνημόνευτες και κομβικές περιπτώσεις στην ιστορία της γυναικείας δημιουργίας στα νεότερα χρόνια, ομοίως όπως και η Καλλιρρόη Παρρέν της Εφημερίδος των Κυριών, εξίσου σημαντική είναι η εξέλιξη της γυναικείας παρουσίας φτάνοντας στις αρχές του 20ού αι. και στις ποιήτριες που εξετάζονται στον τόμο.
Οι συγγραφείς του τόμου, με εναργή τρόπο, αναδεικνύουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε ποιήτριας: ποιήτριες που ακολουθούν τους παραδοσιακούς τρόπους στιχουργίας και, ως επί το πλείστον, τα θέματα των ρομαντικών / ελεγειακών αναζητήσεων της εποχής τους, αλλά συγχρόνως, προσεκτικά και υποδόρια, αρδεύουν την ποίηση με τη «χαμηλόφωνη τόλμη» τους. Και θα έλεγα πως, όντας εκ των προτέρων, λόγω του φύλου τους, εκτός κανόνα, έχουν την ελευθερία να απομακρυνθούν από την παράδοση με τον δικό τους, πρωτότυπο τρόπο. Έτσι, ψηλαφούμε και γνωρίζουμε, μεταξύ άλλων, τις παράδοξες εικόνες κα το λυρικό πάθος της Πολυδούρη, τις συμβολιστικές συλλήψεις, το πρωτοπόρο λεκτικό και την καταγραφή του αστικού τοπίου της Δάφνη, την ερωτική σωματικότητα της Μυρτιώτισσας, τη λεπτή ειρωνεία και την κρυφή ευφυΐα της Μαυροειδή-Παπαδάκη, τις εικαστικές συλλήψεις και τον φεμινιστικό στοχασμό της Δίπλα-Μαλάμου, το τολμηρό λυρικό πρόταγμα των ονείρων και την ευφάνταστη αντιστροφή των συμβόλων της Λάμαρη.
Τόσο τα μελετήματα όσο και η ανθολόγηση των ποιημάτων καθιστούν τον τόμο ένα σημείο βιβλιογραφικής αναφοράς για τις σπουδές που αφορούν τη γυναικεία δημιουργία μέσα στην ιστορία της λογοτεχνίας. Αλλά και πέραν του θεωρητικού-φιλολογικού ενδιαφέροντος: σήμερα, μέσα σε έναν κόσμο που βρίθει εύκολων ταξινομήσεων, αλαζονείας και «δυνατών φωνών» που προσπαθούν να επιβληθούν σε όλα τα επίπεδα του βίου, είναι σημαντικό να «σκύψουμε» με τρυφερότητα πάνω στη χαμηλή φωνή της λογοτεχνίας: μια φωνή γεμάτη ευαισθησία, σοφία, δέος για τη φύση του κόσμου, μέτρο και σύνεση.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Mary Sauer. Δείτε τα περιεχόμενα του ένατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]