cf84cebf ceb1ceafcebcceb1 cf84cebf ceb1ceb4ceb9cebaceb1ceafcf89cf84cebf cf80cebfcf84cead ceb4ceb5cebd ceb7cf83cf85cf87ceacceb6ceb5ceb9

Συμπληρώνονται σήμερα 50 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Η ξεχωριστή αυτή επέτειος τιμήθηκε με διάφορους τρόπους και με αξιόλογες πρωτοβουλίες, ενώ κυκλοφόρησαν και κάποια αξιοπρόσεκτα βιβλία -σε ένα από αυτά θα αφιερώσω  το επετειακό μας άρθρο.  

lykarisΠρόκειται για το βιβλίο του Ιερώνυμου Λύκαρη  Πολυτεχνείο 1973 – Το αίμα το αδικαίωτο ποτέ δεν ησυχάζει, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη, με επίμετρο της παλιάς φίλης Μαριάννας Τζιαντζή. Πρόκειται για έναν επιβλητικό τόμο 750 σελίδων, καρπό πολύχρονης ερευνητικής εργασίας από έναν συγγραφέα που έχει επίσης  αξιόλογο λογοτεχνικό έργο, κυρίως με νουάρ μυθιστορήματα.

Διάλεξα να παρουσιάσω κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο αυτό, αφού άκουσα τον φίλο Στέλιο Ελληνιάδη να τα διαβάζει από την εκπομπή του στο Κόκκινο 105.5. Μου έκανε εντύπωση, επειδή δεν τη θυμόμουν, η ιστορία του Αγαμέμνονα Καραγιώργη,  που ο γιος του Στέλιος, 19 χρονών μόλις, τραυματίστηκε βαριά το πρωί της 17ης Νοεμβρίου και, αφού πάλεψε με τον Χάρο μερικές μέρες, πέθανε τελικά στις 30 Νοεμβρίου.  

Αποφάσισα λοιπόν να εστιάσω στον φόνο του Στέλιου Καραγιώργη και στον αγώνα του πατέρα του να μάθειο ποιος σκότωσε τον  γιο του,  όπως τα εκθέτει ο Λύκαρης.

Στο βιβλίο του Λύκαρη υπάρχει λεπτομερής αναφορά για τις συνθήκες τραυματισμού ή θανάτου των θυμάτων της εξέγερσης, με  κατάταξη  χρονολογική και γεωγραφική. Διαβάζουμε λοιπόν τα εξής:

Ώρα 10.15 (της 17.11.1973)

Πατησίων, μεταξύ των κινηματογράφων Αελλώ & Ελληνίς

«Στυλιανός Καραγεώργης του Αγαμέμνονος, 19 ετών, οικοδόμος, κάτοικος Μιαούλη 38, Νέο Ηράκλειο Αττικής. Στις 10.15 το πρωί της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν μαζί με άλλους διαδηλωτές στην οδό Πατησίων, μεταξύ των κινηματογράφων “ΑΕΛΛΩ” και “ΕΛΛΗΝΙΣ”, τραυματίστηκε από ριπή πολυβόλου που έριξε εναντίον τους περίπολος πεζοναυτών που επέβαινε ενός τεθωρακισμένου οχήματος. Μεταφέρθηκε στο Κ.Α.Τ., όπου πέθανε μετά από 12 μέρες, στις 30.11.1973».

Ο πατέρας του Αγαμέμνων Καραγεώργης, εργολάβος οικοδομών, αποφάσισε εκείνο το πρωί λόγω των γεγονότων να μηνεργαστούν οι εργάτες του σε μια πολυκατοικία που έκτιζε στην πλατεία Αμερικής, αλλά να συνεχίσουν σε ένα άλλο έργο που είχε αναλάβει στο νοσοκομείο ΚΑΤ της Κηφισιάς. Για να ειδοποιήσει τους εργάτες, έστειλε τον γιο του ο οποίος έφυγε από το σπίτι με το μηχανάκι για να πάει προς τα εκεί με τους φίλους του Χρήστο Αναστασόπουλο και Χρήστο Ταμπακόπουλο.

Όταν έφτασαν σε μια νησίδα της οδού Πατησίων, μεταξύ των κινηματογράφων Αελλώ και Ελληνίς, άφησαν τα μηχανάκια στη νησίδα και, λίγα λεπτά αργότερα, είδαν έναν συρφετό αστυνομικών με ρόπαλα, που κυνηγούσαν πολλούς νέους και πυροβολούσαν στο ψαχνό. Τη στιγμή εκείνη έρχονταν από την οδό Πατησίων με κατεύθυνση προς Ομόνοια πέντε άρματα. Τρία μεταφοράς προσωπικού με πεζοναύτες και δύο τανκς με πυροβόλα τα οποία άρχισαν να πυροβολούν από την πλατεία Κολιάτσου.

Ο γιος του και οι φίλοι του νόμιζαν, και σ’ αυτό πλανήθηκαν οικτρά, ότι έρχονταν για να φέρουν την τάξη και τα χειροκρότησαν. Τότε «οι κύριοι αυτοί από τα άρματα» έστρεψαν το πενηντάρι πολυβόλο και έβαλαν εναντίον του γιου του, των δύο φίλων του και, προφανώς, των άλλων διαδηλωτών και μη που βρίσκονταν στο σημείο.

skaragΤον γιο του τον θέρισαν κυριολεκτικά. Επτά σφαίρες «έφαγε» στο στήθος, εκ των οποίων η μία σφηνώθηκε στον τράχηλό του, και έπεσε αμέσως κάτω. Ενώ ο κόσμος διαλυόταν, ο Ταμπακόπουλος, ο μόνος που δεν χτυπήθηκε, έτρεξε να τον βοηθήσει. Αιμόφυρτο, κατάφερε να τον βάλει σε ένα αυτοκίνητο και να τον μεταφέρει στο ΚΑΤ. Παραδόξως, ο Ταμπακόπουλος δεν κλήθηκε να καταθέσει στον ανακριτή.

Οι γιατροί στο ΚΑΤ κατόρθωσαν να τον κρατήσουν στη ζωή 12 μέρες. Ο ιατροδικαστής Καψάσκης έγραψε ψέματα στην ιατροδικαστική έκθεση ότι ο γιος του τραυματίστηκε από «βλήμα σαφώς αποστρακισθέν». Το βλήμα που είχε σφηνωθεί στον αυχένα του [Στέλιου] το έπιανε [ο πατέρας του], όταν σκυμμένος πλάι στο προσκέφαλό του ήθελε να τον χαϊδέψει στον λαιμό. Όταν αργότερα το ζήτησε από τον ιατροδικαστή, εκείνος δεν του το έδωσε.

Ο γιος του πυροβολήθηκε με βαρύ πυροβόλο όπλο, κατόπιν σκοπεύσεως, από απόσταση έξι-επτά μέτρων. Η δε ριπή πρέπει να έσκασε πίσω, σε μια κολόνα με μάρμαρο. Γι’ αυτό και για τη σφαίρα που αποστρακίστηκε και βρέθηκε στον τράχηλό του δίνει την εξής εξήγηση: με τις πρώτες σφαίρες ο Στυλιανός έπεσε κάτω και, όπως ο τράχηλος θα ήταν πλησίον του μαρμάρου, η σφαίρα αυτή βρήκε αντίσταση και σφηνώθηκε στον τράχηλο.

Υπάρχει επίσης και η εξήγηση να μην ήταν καλό αυτό το βλήμα, όπως και πολλές άλλες εκδοχές.

Από την ημέρα του θανάτου του γιου του, άρχισε να αγωνίζεται για να μάθει ποιοι ήταν εκείνοι που σκότωσαν το παιδί του. Καταρχάς ζήτησε βεβαίωση από την υπηρεσία του ΚΑΤ περί του θανάτου του γιου του την οποία και του έδωσαν. Στη συνέχεια ζήτησε από την ιατροδικαστική υπηρεσία Αθηνών έκθεση νεκροτομής αλλά δεν του την έδωσαν. Όταν μετά το πραξικόπημα Ιωαννίδη ανέλαβε πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Γκιζίκης, του έστειλε μια επιστολή με την οποία του ζητούσε να μάθει ποια ήταν εκείνα τα άρματα και ποιοι ήταν πάνω σε αυτά εκείνη την μέρα, αλλά απάντηση δεν έλαβε. Ζητούσε επίσης να μάθει ποιοι διεξήγαν τις ανακρίσεις και τι αντίσταση είχε προβάλει ο γιος του «εναντίον του καθεστώτος». Δεν υπήρξε «αισχρότερη απάντηση» από αυτήν που του δόθηκε. Τρεις μέρες μετά, τον ειδοποίησαν να πάει στην αστυνομία, όπου του είπαν ότι δήθεν η αναφορά του «διαβιβάστηκε στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως» και ότι από εκεί θα έπαιρνε απάντηση. Αλλά βέβαια, απάντηση δεν πήρε ποτέ.

Όταν πληροφορήθηκε ότι ήταν πεζοναύτες εκείνη την ημέρα στην Αθήνα, άρχισε να πηγαίνει στον Διόνυσο και να πιάνει κουβέντα με τους στρατιώτες προσπαθώντας να μάθει κάτι. Τελικά, κατάφερε να μάθει ότι διοικητής της ίλης αρμάτων ήταν ο αντισυνταγματάρχης πεζοναυτών Λούκοτος. Έμαθε και τα ονόματα δύο στρατιωτών που ήταν στα άρματα εκείνα, του Νικόλαου Δίληπα και του Χρήστου Καμπούρη. Τα ονόματα αυτά τα είπε και στην κατάθεσή του στον εισαγγελέα Τσεβά και στις καταθέσεις του ενώπιον του ανακριτή, αλλά μέχρι την ημέρα που κατέθεσε εκείνοι δεν είχαν κληθεί για να καταθέσουν στο δικαστήριο.

Συνεχίζοντας την έρευνά του μετά την πτώση της χούντας, συναντήθηκε με τον Βασίλειο Καμπούρη, πατέρα του στρατιώτη Χρήστου Καμπούρη, ιδιοκτήτη καταστήματος βουλκανιζατέρ στην Αχαρνών, και αυτός του είπε ότι πράγματι ο γιος του ήταν χειριστής άρματος στα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Όταν το πρωί του Σαββάτου βλήθηκε από το άρμα του ένας πολίτης, ο οποίος κόπηκε κυριολεκτικά στα δύο, το παιδί αυτό υπέστη παράκρουση και νοσηλεύτηκε για 15 μέρες στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο, χωρίς να έχει συνέλθει εντελώς. Όταν βγήκε δε από το νοσοκομείο, είπε στον πατέρα του ότι στο 401 έκαψαν έναν άγνωστο. Μετά, όπως και όλοι όσοι υπηρετούσαν στα άρματα πεζοναυτών, και είχαν πάρει μέρος στο αιματοκύλισμα και ακό μα υπηρετούσαν τη θητεία τους, αμέσως μετά την ελληνοτουρκική ένταση, με την επιστράτευση, στάλθηκαν στη Λήμνο.

Ξόρκισε τον Βασίλειο Καμπούρη να πείσει τον γιο του να καταθέσει τα όσα γνώριζε για το ποιοι ήταν στο άρμα που δολοφόνησαν τον γιο του. Εκείνος αρνήθηκε γιατί φοβήθηκε ότι το παιδί του θα κινδύνευε να πάθει ατύχημα. Όταν απόρησε για τον φόβο του, του εξήγησε ότι στη Λήμνο διοικούσαν οι ίδιοι άνθρωποι που δρούσαν και επί δικτατορίας, και ότι διοικητής του γιου του ήταν κάποιος αξιωματικός ονόματι Ξηρός, που τους έχει κάνει πλύση εγκεφάλου και οι στρατιώτες φοβούνταν να καταθέσουν.

Όταν τα άκουσε αυτά, πήγε στον ανακριτή κ. Παπαδάκη και του είπε ότι οι άνθρωποι φοβούνται να καταθέσουν. Πολύ αργότερα ήρθε ο στρατιώτης με συνοδεία αλλά δεν μπόρεσε να καταθέσει γιατί, όπως του εξήγησε ο ανακριτής, είχε στείλει τη δικογραφία στη Λήμνο, επειδή, λόγω της μεγάλης απόστασης, δεν ήταν εύκολο να πάρει διαφορετικά τις καταθέσεις. Και τότε ήταν που κατάλαβε ότι δεν γινόταν τίποτα, αφού ήξερε τι είδους κατάσταση επικρατούσε στη Λήμνο.

(….)

akaragΟ Αγαμέμνων Καραγιώργης κατέθεσε στον εισαγγελέα Τσεβά στις 10.9.1974. Μιλώντας με τους δημοσιογράφους, τους είπε: «Έγινε το Σάββατο, 17 Νοεμβρίου, την επομένη της σφαγής. Το παιδί μου, ο Στέλιος, βρισκόταν με ένα φίλο του και αρκετά άλλα άτομα, καμιά εικοσαριά στην Πατησίων, έξω από τον κινηματογράφο “Αελλώ”. Ήταν περίπου 9 το πρωί. Έξι τανκς κατέβαιναν στην Ομόνοια από τα Πατήσια. Κι άρχισαν, χωρίς να έχει προηγηθεί τίποτα, απρόκλητα, να θερίζουν τον κόσμο με το αντιαεροπορικό πυροβόλο. Τα παιδιά άρχισαν να πέφτουν σαν στάχια. Έπεσε και το δικό μου. Ο φίλος του Χρήστος Ταμπακόπουλος, που δεν είχε τραυματιστεί, τον πήρε και με ένα ταξί τον πήγε στο ΚΑΤ.

»[…] Έκανα έρευνα. Δεν έπαψα από τη στιγμή που πέθανε το παιδί μου να ψάχνω τους ενόχους. Έγινα “αστυνομικός” [και ανακάλυψα ακόμη και τον αρχηγό των αρμάτων]. Ήταν ο αντισυνταγματάρχης και τότε διοικητής Πεζοναυτών στον Διόνυσο, Δημήτριος Λουκουτός. Φίλοι και συνάδελφοι του παιδιού μου, που υπηρετούσαν την εποχή εκείνη στον Διόνυσο, με βοήθησαν. Αυτός ο αντισυνταγματάρχης ήταν από τα πρωτοπαλίκαρα του Παπαδόπουλου και του Ιωαννίδη.

»Έγραψα γράμμα στον Γκιζίκη. Ζητούσα να μάθω ποιος ήταν ο δολοφόνος του παιδιού μου. Ποιος σκόρπισε αυτό το θανατικό στην Αθήνα. Τον ρωτούσα τιείδους κίνδυνος ήταν τα άοπλα παιδιά και τα θέρισαν; […] Ύστερα από δυο μήνες μού έστειλε το γραφείο του μια απάντηση ότι η αναφορά μου διαβιβάσθηκε αρμο δίως και συγκεκριμένα στο υπουργείο Δημοσίας Τάξεως. Εγώ ρωτούσα για αυτόν που ήταν επικεφαλής των αρμάτων και εκείνοι μου απάντησαν ότι αρμόδιο είναι το υπουργείο Δημοσίας Τάξεως».

Όταν ο δημοσιογράφος τον ρώτησε «Είσθε βέβαιος ότι σκοτώθηκε από πυροβόλο του τανκ;», απάντησε:

«Η ιατροδικαστική έκθεση το παραδέχεται. Λέει ότι το παιδί μου είχε επτά τραύματα σφαιρών βαρέος πυροβόλου. Οι σφαίρες είχαν ανοίξει στη σάρκα του τρύπες μεγέθους διδράχμου. Ένας φίλος του, ο Χρήστος Αναστασόπουλος, είχε λίγο πριντραυματισθεί στην πλάτη από σφαίρα περιστρόφου. Τον είχε πυροβολήσει αστυνομικός. Αυτόν τον μετέφεραν στο Ρυθμιστικό Κέντρο. Το παιδί μου είχε μια σφαίρα στο θυροειδή, μια άλλη στον τράχηλο, μια άλλη του έκοψε την τραχεία, ενώ άλλες του είχαν καταστρέψει τον πνεύμονα. Παρέμεινε στη ζωή 12 μέρες, αλλά σε αφασία. Δεν μίλησε. Ήταν χωρίς αισθήσεις. Οι φίλοι του παιδιού μου θα ’ρθουν να καταθέσουν.

»Ζητώ την τιμωρία αυτών που προκάλεσαν την συμφορά. Σαν ηθικούς αυτουργούς θεωρώ τους Παπαδόπουλο, Ιωαννίδη, Πηλιχό και Ρουφογάλη. Είναι απαίτηση όλων των παθόντων να συλληφθούν και να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι σφαγείς. Αν δεν το κάνει η πολιτεία, θα το κάνουμε εμείς. Είμαι υπερήφανος για το παιδί μου. Το παιδί μου κι αυτοί που πέθαναν έπεσαν για να ζήσουμε ελεύθεροι από τους τυράννους της χούντας. Εμείς θα τους ξεχάσουμε; Ποτέ». (Τα Νέα και Το Βήμα, 11.9.1974.)

karagaitΣε άλλο σημείο του βιβλίου, ο Λύκαρης παραθέτει φωτογραφία της αίτησης που έστειλε ο Αγαμ.Καραγιώργης στον «Πρόεδρο» Φ.  Γκιζίκη, τον  Δεκέμβριο του 1973. 

Κλείνω παραθέτοντας  αυτό το κείμενο:

ΑΙΤΗΣΙΣ
Αγαμέμνονος Ιωάν. Καραγιώργη
κατοίκου Αθηνών
οδός Μιαούλη αριθ. 33

Νέον  Ηράκλειον Αττικής

Εν Αθήναις τη 10 Δεκεμβρίου 1973

Με τον ακράτητον πόνον του πατρός που έχασε τό παιδί του ηλικίας 19 ετών, απευθύνω την παρούσαν μου προς Υμάς, διότι πιστεύω ότι εν τώ προσώπω Σας,θα ανεύρω την Αλήθειαν με αποτέλεσμα να θεραπευθεί οιονεί ο μεγάλος μου πόνος και η θλίψις που τρώγουν τα σωθικά μου και κατασπαράζουν τα σπλάγχνα μου. Την 17 Νοεμβρίου 1973 ημέραν Σάββατον και ώραν 10,15 το πρωί, εις την πλατείαν Αμερικής, ευρίσκετο ο μακαρίτης υιός μου Στυλιανός Αγαμ. Καραγιώργης, μεταβαίνων εις την εργασίαν του. Όπως με επληροφόρησαν, την στιγμήν ε­κείνην εκινούντο εις την περιφέρειαν εκείνην τεσσαρα 4 άρματα μεταφοράς προσωπικού καί δύο 2 αρματα φέροντα πυροβόλα (Τανκς), ο δε  υιός μου εδέχθη ριπήν πυροβόλου, με αποτέλε­σμα να μεταφερθεί εις ΚΑΤ ένθα, παρά τας ιδανικάς προσπαθείας και τας υπερανθρώπους του επιστημονικού και υπαλληλικού Προσωπικού όμως δεν διέφυγεν τον θάνατον, αποβιώσας συ­νεπεία της ριπής πολυβόλου, την 30 Νοεμβρίου 1973 ημέραν Παρασκευήν και ώραν 17.30 μ.μ.

Καταφεύγω εις Υμάς, ως Ανώτατος Άρχων, και παρακαλώ, ως πατήρ του θανόντος παλικαριού μου και του μοναδικού λεβέντη μου ηλι­κίας 19 ετών, να πληροφορηθώ, δικαιούμενος προς τούτο λόγω του αγωνιστικού παρελθόντος μου, διά τινα  αιτίαν εφονεύθη ο υιός μου Στυλιανός Αγαμ. Καραγιώργης,παρά τίνος εφονεύθη, ποίος συνελήφθη διά τον άδικον φόνον του παιδιού μου, ποιος και πού διεξάγει τας ανακρίσεις, τίνα συνέλαβον ως υπεύθυνον, τις ο ανακριτής διά να παραστώ και εις τίνα χρόνον -πότε και εις τι Δικαστήριον και κατά τίνος υπευθύνου και υπαιτίου θα διεξαχθεί η Δίκη διά να παραστώ και εγώ ως πολιτικός ενάγων και να πληροφορηθώ κάθε λεπτομέρειαν του θανάτου του υιού μου.

Θέτω υπό την κρίσιν σας, ότι υπήρξα και ήμην μαχητής εν Αλβανία, εις την Κατοχήν, εις το Κίνημα (τα Δεκεμβριανά) και εις τον Ανταρτοπόλεμον, πολεμών λυσσωδώς τους κομμουνιοτάς. Κατά την 21 Απριλίου 1967 ομού με την Χωρ/κήν και εν συνεργασία μετ’ αυτής συνέλαβον αρκετούς επικινδύνους κομμουνιστάς, ενώ εις την Στρατιωτικήν Σχολήν των Ευελπίδων, υπήρξα εκπαιδευτής των οπλομηχανημάτων κατά τα έτη 1945 έως του 1948. Προσέτι έχω δύο (2) αδελφούς μου σφαγιασθέντας εις την Χωρ/κήν τον Δεκέμβριον 1944 υπό των Κομμουνιστών, πάντοτε δε η όλη μου στάσις ήτο και είναι Εθνικιστική ως εχόμενος πιστώς των ελληνοχριστιανικών παραδόσεων, αγωνιζόμενος υπέρ των ιδανικών της Πατρίδος μας και της Οικογενείας και της Θρησκεΐας. Δεν συγκρατούμαι από τον  πόνον, διότι δεν δύναμαι να ανεύρω, ποιος κίνδυνος υπήρχεν εις την πλατείαν Αμερικής και ποιος αρμόδιος διεπίστωσεν τούτο, ίνα επέλθει δι’ εμέ και την οικογένειάν μου το ΜΟΙΡΑΙΟΝ, διά του θανάτου του παιδιού μου Στυλιανού 19 ετών.

Εν πεποιθήσει τελών, ότι Υμείς θελήσετε να δώσητε απάντησιν εις τα ως άνω δεδικαιολογημένα ερωτήματα ενός πονεμενου Πατρός και Έλληνος Πολίτου, διατελώ

μετά βαθυτάτου σεβασμού

(Υπογραφή)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *