cf83cf84ceb7cebd ceb1ceb8ceaecebdceb1 cf84cf81cf8ecebcceb5 cf83cebfcf85ceb2cebbceaccebaceb9

Μιλώντας τις προάλλες στη Βουλή, ο Δημήτρης Κουτσούμπας, ο γραμματέας του ΚΚΕ, έκανε μια αναφορά που είχε αντίκτυπο στα σόσιαλ και συζητήθηκε αρκετά -και παράλληλα έδωσε την πάσα για το σημερινό μας άρθρο.

souvlakiΕίπε, απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό:

Πάνω από 1,5 εκατομμύριο νοικοκυριά δε μπορούν να πληρώσουν τους φόρους που έχετε επιβάλει. Κι έρχεστε εδώ σήμερα να πείτε στον ελληνικό λαό ότι μεριμνάτε για το εισόδημα του;

Το σουβλάκι με πίτα, το γνωστό πιτόγυρο, έχει πάει 3 και 3,5 ευρώ! Η βενζίνη 2,5 ευρώ το λίτρο! Το σούπερ μάρκετ έχει εκτιναχθεί!

Καταλαβαίνουμε ότι εσείς δεν τρώτε σουβλάκια συνήθως αλλά ούτε βενζίνη βάζετε;”

Η ατάκα του Κουτσούμπα για το σουβλάκι είναι κατά τη γνώμη μου εύστοχη. Πράγματι, πρόκειται για ένα φτηνό και αγαπημένο λαϊκό έδεσμα, που η τιμή του έχει επανειλημμένα συζητηθεί τώρα που τα πάντα ακριβαίνουν. Παλιά, το περιοδικό Εκόνομιστ είχε καθιερώσει ένα Hamburger index, έναν δείκτη που σύγκρινε τις τιμές του χάμπουργκερ σε διάφορες χώρες -στην Ελλάδα θα μπορούσε να καθιερωθεί ένας δείκτης σουβλακιού για να συγκρίνει την τιμή του σουβλακιού στις διάφορες πόλεις της Ελλάδας.

Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω αν η τιμή του σουβλακιού διαφέρει αισθητά ανάμεσα σε Αθήνα και προάστια ή Αθήνα και Θεσσαλονίκη και επαρχία. Ξέρω όμως ότι διαφέρει η σημασία της λέξης «σουβλάκι«, τουλάχιστον ανάμεσα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, και μάλιστα η διαφορά αυτη είναι από τις πιο τρανταχτές που ξεχωρίζουν το λεξιλόγιο των δύο πόλεων.

Κι έτσι, η ατάκα του Κουτσούμπα προκάλεσε και τέτοια σχόλια, τοπικογλωσσικά. Γράφει μία Θεσσαλονικιά στο Τουίτερ:

«Το σουβλάκι με πίτα, το γνωστό πιτόγυρο…», είπε ο Κουτσούμπας στη βουλή αναφερόμενος στην ακρίβεια. Και εμεις οι καυμένοι Θεσσαλονικείς ακόμη ψάχνουμε τι εννοεί.

Κι ένας γνωστός υποστηρικτής του ΚΚΕ, που είναι από Θεσσαλονίκη: Όπως τα λέει ο Κουτσούμπας, εκτός από το τι είναι σουβλάκι και τι είναι πιτόγυρο.

Πράγματι, στη Θεσσαλονίκη «σουβλάκι» είναι μικρά κομμάτια κρέατος περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα (σε μικρή σούβλα) για να ψηθούν (ο ορισμός από το ΛΚΝ, το οποίο, όπως έχουμε πει με άλλη ευκαιρία, είναι γραμμένο στη βορειοελλαδική ποικιλία της κοινής νεοελληνικής).

Αλλά αυτό στην Αθήνα λέγεται «καλαμάκι». Στην Αθήνα, σουβλάκι είναι «πρόχειρο φαγητό από κομμάτια κρέατος που ψήθηκαν περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα ή από γύρο ή από μπιφτέκι, τοποθετημένα μέσα σε μικρή στρογγυλή πίτα μαζί με άλλα υλικά». Ο ορισμός αυτός δίνεται από το λεξικό Μπαμπινιώτη, το οποίο δίνει όμως και τον πιο πάνω ορισμό του ΛΚΝ.

Όταν στην Αθήνα παραγγέλνουμε (ή: παραγγέλναμε) σουβλάκια, στη συνέχεια διευκρινίζουμε αν θέλουμε να είναι με γύρο (και τι γύρο) ή με καλαμάκι. Αν θέλουμε σκέτο το καλαμάκι χωρίς πίτα, λέμε (ή λέγαμε) «σκέτο». Βάζω και παρελθοντικό χρόνο, διότι δεν είμαι βέβαιος αν αυτό ισχύει πλέον για όλους.

Στη Θεσσαλονίκη, το τυλιγμένο σε πίτα φαγητό λέγεται, περιέργως για τον Αθηναίο, «σάντουιτς». Μου έλεγε η κόρη μου, φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη, ότι την πρώτη φορά που παράγγειλαν σάντουιτς με την παρέα της εκείνη κατάλαβε λάθος, περίμενε κάτι με ψωμί. Και ο Θεσσαλονικιός, όταν παραγγέλνει σάντουιτς, θα διευκρινίσει αν το θέλει με ψωμάκι ή με πίτα.

pitagyrosΗ αλήθεια είναι ότι τον τελευταίο καιρό έχει επέλθει μια ώσμωση. Έχει εμφανιστεί στα σουβλατζίδικα της Αθήνας ο όρος «τυλιχτό» (που δεν πρέπει να υπήρχε πριν από 20 χρόνια), ενώ σχετικά καινούργια νομίζω πως είναι και η διάδοση του όρου «πιτόγυρο», που είναι πανελλαδικός.

Στα Υπογλώσσια είδα αυτόν τον γλωσσικό χάρτη, αλλά δεν παίρνω όρκο για την ακρίβειά του. Ήδη στη συζήτηση που έγινε στην ομάδα πολλοί εξέφρασαν διαφωνίες.

Οι Θεσσαλονικιοί θεωρούν ότι ο όρος «σουβλάκι» έχει μονοσήμαντη σημασία, ήδη από την ετυμολογία του: μικρή σούβλα.

Πριν εξετάσω το επιχείρημα αυτό, και επειδή εδώ λεξιλογούμε, θα πρέπει να πούμε δυο λόγια για την ετυμολογία της σούβλας -που βέβαια τα έχουμε πει κι άλλη φορά, με αφορμή τον πασχαλινό οβελία.

Οι αρχαίοι είχαν τον οβελό, από τον οποίο προέρχεται και ο οβελίας (δηλ. φαγητό που ψήνεται στη σούβλα). Η σούβλα είναι δάνειο λατινικό (από το subula), λέξη που εμφανίζεται ήδη από τον 3ο αιώνα μ.Χ. στη γραμματεία και στη συνέχεια είναι συχνή στους βίους αγίων, σε περιγραφές βασανιστηρίων, όπως «Πυρωθήτωσαν» λέγει «σοῦβλαι σιδηραῖ καὶ διὰ τῶν ὤτων αὐτῆς ἐνεχθήτωσαν» ή «Κελεύει οὖν ἀπογυμνοῦσθαι τὸν μάρτυρα καὶ σούβλαις σιδηραῖς πεπυρακτωμέναις τὰς πλευρὰς αὐτοῦ διαπερονᾶσθαι». Με τους αιώνες η σούβλα επικρατεί εκτοπίζοντας τον οβελό, κι έτσι στο λεξικό του Σούδα βρίσκουμε το λήμμα «οβελός και οβελίσκος: η σούβλα», που σημαίνει πως αυτή ήταν πια η καθιερωμένη λέξη.

Υποκοριστικό της σούβλας το σουβλάκι, που αρχικά θα ήταν απλώς μια μικρή σούβλα πριν πάρει, συνεκδοχικά, και τη σημασία του φαγητού που ψήνεται κομμένο σε μικρά κομμάτια σε λεπτή βέργα. Στη δεκαετία του 50, ας πούμε, το σουβλάκι ήταν πράγματι αυτό που λένε στην Αθήνα «καλαμάκι» και συνοδευόταν με ψωμί και το έπαιρνες στο χέρι.

Στην ορολογία των εστιατορίων, ο όρος «σουβλάκι» διατηρεί αυτή τη σημασία, είτε πρόκειται για σουβλάκι κοτόπουλο είτε για χοιρινό σουβλάκι ή σουβλάκι ξιφία, που πάντοτε δηλώνει κομμάτια κρέατος κτλ. περασμένα σε λεπτή (αλλά αρκετά μεγάλου μήκους) βέργα και ψημένα, που βέβαια σερβίρεται σε πιάτο -και που τα κομμάτια του έχουν μεγαλύτερο μέγεθος απ’ ό,τι στο σουβλάκι/καλαμάκι.

Ωστόσο, όταν στα ψητοπωλεία και στο γρήγορο φαγητό διαδόθηκε η πίτα και ο γύρος, στην ορολογία αυτών των καταστημάτων, τουλάχιστον στην Αττική, ο όρος «σουβλάκι» επεκτάθηκε και έφτασε να σημαίνει το φαγητό με πίτα και γύρο ή με πίτα και κομμάτια κρέατος ή με πίτα και κεμπάπ, συν διάφορες γαρνιτούρες. Και τότε το απλό έδεσμα (κομμάτια κρέατος περασμένα σε ξύλινο καλαμάκι) αναβαπτίστηκε, τουλάχιστον στην Αττική, και ονομάστηκε πλέον «καλαμάκι».

Αυτές οι επεκτάσεις και γενικά μετατοπίσεις σημασίας είναι πολύ συνηθισμένες στη γλώσσα. Για να φέρω ένα τυχαίο παράδειγμα, λέμε σήμερα «ντέρμπι» τον αγώνα ανάμεσα σε ομάδες που έχουν παραδοσιακή αντιπαλότητα ή που βρίσκονται κοντά στη βαθμολογία, αλλά η σημασία αυτή στα αγγλικά εμφανίστηκε περί το 1930, ενώ η λέξη ξεκινάει από τους πολύ σημαντικούς ιπποδρομιακούς αγώνες της πόλης Derby. Όταν σήμερα λέμε «ντέρμπι Ολυμπιακού – Παναθηναϊκού» αναφερόμαστε σε αγώνα ποδοσφαίρου που δεν έχει καμιά σχέση ούτε με την πόλη Derby ούτε με τον ιππόδρομο ούτε με την Αγγλία.

Επίσης, θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι Θεσσαλονικιοί που ειρωνεύονται τους Αθηναίους επειδή αποκαλούν «σουβλάκι» ένα έδεσμα που δεν έχει μέσα κομμάτια που ψήνονται σε μικρή σούβλα, διαπράττουν κι οι ίδιοι το ίδιο σφάλμα όταν αποκαλούν «σάντουιτς» κάτι που δεν αποτελείται από δύο φέτες ψωμί με άλλα φαγώσιμα ανάμεσα. Επέκταση σημασίας έγινε στο σάντουιτς, επέκταση και στο σουβλάκι.

Επίσης, οι Θεσσαλονικιοί (νομίζω πως) ειρωνεύονται τους Αθηναίους για τον όρο «καλαμάκι» και ο αστικός θρύλος λέει ότι όταν ένας Αθηνέζος ζήτησε καλαμάκι σε ένα θεσσαλονικιό σουβλατζίδικο, του έδωσαν ένα πλαστικό καλαμάκι από εκείνα που ρουφάνε τον φραπέ (πουρφάν, που έλεγε κι ο Καραπιάλης στο ανέκδοτο). Σήμερα βέβαια θα του έδιναν ίσως χάρτινο καλαμάκι.

Όμως κι εδώ επέκταση σημασίας έχουμε. Οπότε, δεν είναι λάθος να λένε οι Αθηναίοι «σουβλάκι» το τυλιχτό πιτόγυρο, πολύ περισσότερο που το μαγαζί που το πουλάει λέγεται σουβλατζίδικο και που μερικές φορές μπορεί να μην σερβίρει καθόλου «θεσσαλονικιά σουβλάκια» δηλ. καλαμάκια. Ούτε είναι λάθος, από την άλλη πλευρά, να λένε «σάντουιτς» οι Θεσσαλονικιοί.

Και βέβαια, όταν έχουν οι μεν και οι δε επίγνωση των διαφορών σημασίας, η πιθανότητα παρεξήγησης μειώνεται πολύ, και το όλο θέμα μένει στο επίπεδο του αξιοπερίεργου, που νοστιμίζει τη γλώσσα.

Όπως ο φίλος, Αθηναίος περαστικός από τη Θεσσαλονίκη, που έγραψε προχτές ότι παράγγειλε τοστ με ζαμπόν και τυρί, και ο υπάλληλος του τοστάδικου τον ρώτησε αν όντως θέλει φέτα στο τοστ, ή αν εννοεί κασέρι. Διότι στη Θεσσαλονικη, ως γνωστόν, τυρί είναι η φέτα, και κασέρι κάθε κίτρινο τυρί (με την αθηναϊκή σημασία της λέξης).

Για τις αλοιφές θα πούμε άλλη φορά!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *