cebfceb9 cebfcf83cebaceadceb4ceb5cf82 cebfceb9 cebccf80ceb5cf83cebaceadceb4ceb5cf82 cebaceb1ceb9 ceaccebbcebbceb1 cebcceb9cebacf81cebf

Στο σημερινό άρθρο θα ασχοληθούμε με τρεις παρωνυχίδες, τρεις διορθώσεις που έχω να κάνω σε σημαντικά έργα, δύο από τα οποία κυκλοφόρησαν πρόσφατα. (Πρόπερσι, που είχα ένα παρεμφερές άρθρο, είχα βάλει τον τίτλο Παρωνυχίδες).

miktΤο πρώτο, που μας δίνει και την εικονογράφηση του άρθρου, αλλά και τον τίτλο του με τους μυστηριώδεις Οσκέδες και Μπεσκέδες, είναι το τεύχος 34 των Μικροφιλολογικών Τετραδίων, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη Λευκωσία ως παράρτημα του 52ου τεύχους του περιοδικού Μικροφιλολογικά.

Δυστυχώς, θα είναι το τελευταίο τεύχος των Μικροφιλολογικών, ενός περιοδικού που είχα την τιμή να είμαι συνεργάτης του, τουλάχιστον σε υλική, χάρτινη μορφή. Να ελπίσουμε ότι ο φίλος Λευτέρης Παπαλεοντίου θα έχει το κουράγιο να το συνεχίσει ηλεκτρονικά, που έτσι θα μπορεί να φτάσει και σε άλλους αναγνώστες.

Το τελευταίο τεύχος των Τετραδίων είναι αφιερωμένο στις Παρωδίες στη νεοελληνική ποίηση (από τον μεσοπόλεμο και μετά) -οι προηγούμενες περίοδοι καλύφθηκαν σε προηγούμενα τεύχη. Το επιμελήθηκαν ο Λευτέρης Παπαλεοντίου, ο Τραϊανός Μάνος και ο Γιώργος Κεχαγιόγλου. Είναι μια εξαιρετική δουλειά, που υπόσχομαι πως θα την παρουσιάσω στο ιστολόγιο, μια και η λεπτή τέχνη της παρωδίας μού αρέσει ιδιαίτερα.

Μου άρεσε επίσης ότι οι ανθολόγοι ανθολόγησαν όχι μόνο ποιήματα-παρωδίες αλλά π.χ. και σκίτσα του Μποστ που παρωδούν ποιήματα. Έχω μια επιφύλαξη αν το γνωστό ποίημα του Σεφέρη με τα μονοκοτυλήδονα και τη Μαλάμω είναι παρωδία (του Σουρή, διαβάζω) αλλά μπορεί να λαθεύω.

Ανάμεσα στις παρωδίες του τόμου είναι και τέσσερις του παππού μου, ανάμεσά τους και μια καβαφική, Άλλωστε, το έχουμε ξαναπεί πως ο Καβάφης είναι ο πιο πολυπαρωδημένος ποιητής μας. Και ανάμεσα στις καβαφικές παρωδίες είναι και η ακόλουθη, του Κώστα Βούλγαρη (γενν. 1958):

Η «Σοφοκλέους»

Σαν βγεις στον πηγαιμό στη «Σοφοκλέους»

να εύχεσαι να ’ναι μικρός ο δρόμος,

χωρίς περιπέτειες, γεμάτος κέρδη.

«Μπεσκέδες» και «Οσκέδες» μη φοβάσαι・

τέτοια στον δρόμο σου ποτέ δεν θα βρεις,

αν μέν’ η σκέψη σου υψηλή

αν το μυαλό σου μελετά

των αριθμών και των «δεικτών» το πνεύμα.

Του «καγκελίτη» τις φωνές μην τις ακούς

και μην τρομάζεις όταν σφίγγουν τα χαρτιά,

είναι πολλοί αυτοί που τα «πιέζουν».

Πάντα στον νου σου να ’χεις τα «γερά χαρτιά»,

μην θαρρευτείς ποτέ με τα «σαπάκια».

Μην ξεχαστείς κι αφαιρεθείς ελπίζοντας στο μέλλον.

Σε λίγους μήνες, πολλά να περιμένεις

και νέος πια γρήγορα ν’ απολαύσεις

τα πλούτη που εκέρδισες στον δρόμο

μην προσδοκώντας «τα πολλά» όταν γεράσεις.

Και αν φτωχός βρεθείς, η «Σοφοκλέους» δεν σε γέλασε.

Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,

ήδη θα το κατάλαβες η «Σοφοκλέους» τί σημαίνει!…

Το ποίημα δημοσιεύτηκε το 1990 στην Καθημερινή, τις εποχές της άνθισης του χρηματιστηρίου, και προφανώς παρωδεί την Ιθάκη του Καβάφη. Αλλά ποιοι είναι οι Μπεσκέδες και οι Οσκέδες (αντί για τους καβαφικούς Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες) που μας καλεί ο παρωδός να μη φοβηθούμε;

Στο (πολύ καλό) Γλωσσάρι που συνοδεύει το τεύχος, εξηγούνται και οι δυο όροι:

μπεσκέδες (πληθ.): ίσως «μπες και δες», παρωνύμιο για κατηγορία παικτών του χρηματιστηρίου που συμμετέχουν επιφυλακτικά, αλλά θετικά σε συγκεκριμένη αγοραπωλησία

οσκέδες (πληθ.): ίσως αρνητές (< όσκε = όχι), παρωνύμιο για κατηγορία παικτών του χρηματιστηρίου που αρνούνται να μπουν σε συγκεκριμένη αγοραπωλησία

H επιφύλαξη του συντάκτη είναι δικαιολογημένη, διότι οι εικασίες που κάνει για την εξήγηση των δύο όρων είναι λαθεμένες. Εσείς ξέρετε περί τίνος πρόκειται;

Αν δεν ξέρετε, έχετε καλή παρέα. Οι Μπεσκέδες και οι Οσκέδες ή,, πιο συνηθισμένο, Μπεσιέδες και Οσιέδες, είναι οι baissiers και οι haussiers. Στα γαλλικά, baissier είναι ο παίχτης του χρηματιστηρίου που παίζει με τα κάτω, που προσβλέπει στην πτώση των αξιών. Αντίθετα, ο haussier παίζει με τα πάνω, προσβλέπει σε άνοδο. Στα αμερικάνικα, οι αντίστοιχοι όροι είναι bears και bulls, αρκούδες και ταύροι, αλλά χρηματιστήριο είχαμε στην Ελλάδα και πριν από το 1990. Στον μεσοπόλεμο εισήχθησαν οι γαλλικοί όροι, αν και συχνά τους έβρισκα, σε παλιά κείμενα, ορθογραφημένους με τη συνήθεια της εποχής, δηλ. ο μπαισσιές, οι μπαισσιέδες και ο ωσσιές, οι ωσσιέδες.

Κάτι πολύ περίεργο, όμως. Ενώ μου είναι πολύ οικείοι οι όροι, ελάχιστα ίχνη τους βρίσκω στο γκουγκλ. Κι έτσι, δεν έχω «έργα αναφοράς» να σας παραπέμψω, είμαι και μακριά από τα κιτάπια μου, οπότε θα πρέπει να με πιστέψετε.

** Το δεύτερο μικροδιορθωτικό αφορά μια άλλη πολύ σημαντική έκδοση. Πρόκειται για την ανθολογία Χαίρε ω χαίρε, Ελευθεριά! με ελληνικά και ξένα ποιήματα εμπνευσμένα από τον Αγώνα του 1821, μια έκδοση του καλού Ιδρύματος Τάκη Σινόπουλου (με χορηγία της Τράπεζας Πειραιώς) με ανθολόγηση του Θανάση Γαλανάκη και του Μάνου Κουμή. Ο υπομνηματισμός, από τον Θανάση Γαλανάκη, είναι εξαντλητικός, ας πούμε εξηγείται ακόμα και ο τύπος «αποθνήσκει». Έχω κάποιες διαφωνίες για την ανθολόγηση, ας πούμε το βρίσκω αδιανόητο σε ένα έργο 970 σελίδων να μην ανθολογείται Η χαρά του πολέμου από τους Σκλάβους Πολίορκημένους του Βάρναλη, αλλά οι ανθολόγοι σίγουρα έκαναν πολλή και καλή δουλειά.

Η μικροδιορθωτική μου παρατήρηση εντοπίζεται σε ένα ποίημα του Ζαλοκώστα (τον οποίο, κατά σύμπτωση, μνημονέψαμε και προχτές, την Κυριακή) με τον (αντιποιητικό, θα έλεγα) τίτλο «Η μάχη του Σοβολάκου κατά το 1822», για μια όχι πολύ γνωστή μάχη στην οποία πρωταγωνίστησε ο Γ. Καραϊσκάκης.

Οι πρώτοι στίχοι του:

Η μάχη του Σοβολάκου κατά το 1822

Με χιλιάδας Αλβανών και τάγματα ιππέων
τριΐπουρος [sic] πασάς κινεί από Βραχώρι πνέων
άγρια μίση.

Με μέγα τάχος προχωρεί, αλλ’ έξαφνα οι βράχοι
του Σοβολάκου τον κρατούν και σταματά· η μάχη
πρέπει ν’ αρχίση.

Έβαλα sic, διότι κανονικά η λέξη γράφεται τριίππουρος, με δύο π, αφού προέρχεται από τον ίππο. Ωστόσο, στην έκδοση του Ζαλοκώστα (εδώ) τη βρίσκω με ένα π, αλλά είναι τυπογραφικό λάθος. Τον ίδιο στίχο τον  έχει χρησιμοποιήσει και ο Παλαμάς, με ππ φυσικά.

Αλλά δεν είναι ορθογραφική η διόρθωση που θέλω να κάνω.

Τι σημαίνει τριίππουρος; Στο γλωσσάρι εξηγείται: με άρμα τριών ίππων.

Αλλά δεν είναι έτσι. Η εικασία του Θ. Γαλανάκη δεν είναι σωστή, και δεν εξηγεί καν το -ουρος της λέξης.

Στους πασάδες της οθωμανικής αυτοκρατορίας, τουλάχιστον στα χρόνια του 21, αλλά νομίζω και γενικώς, υπήρχαν διαβαθμίσεις: μία, δύο ή, το ανώτερο, τρεις ιππουρίδες (ουρές αλόγου). Ο πασάς τριών ιππουρίδων έφερε τον τίτλο του βεζίρη. Αυτές τις ιππουρίδες, αν δεν κάνω λάθος, δεν τις φορούσαν αλλά τις κρεμούσαν στο λάβαρό τους, αλλά ας με διορθώσει όποιος ξέρει. Στα τουρκικά λέγεται  tuğ η ιππουρίδα και έχω δει κι έναν εξελληνισμό τουγ- κάτι, αλλά τον ξεχνάω.

Λοιπόν, ο τριίππουρος πασάς δεν είναι αυτός που έχει άρμα τριών ίππων αλλά ο πασάς τριών ιππουρίδων.

***Και πάμε στην τρίτη διόρθωση που θα είναι και σύντομη, διότι σας κούρασα.

Στον Α’ τόμο της Αλληλογραφίας του Σεφέρη με τη Μαρώ, στην πολύ καλή έκδοση της Βικελαίας βιβλιοθήκης σε επιμέλεια του Μ.Ζ.Κοπιδάκη, στη σελ. 193, ο Σεφέρης γράφει στη Μαρώ, τον Μάιο του 1937. Να πούμε εδώ ότι υπηρετεί στο προξενείο στην Κοριτσά και καθόλου ευχαριστημένος δεν είναι:

Συλλογίζομαι εκείνο το δύστυχο τον Stendhal που ήταν Πρόξενος στην Civita-Vecchia και τον βασάνιζε ένας γραφιάς που είχε, ονόματι Λυσίμαχος-Μερκούριος Καυταντζόγλου (αν αγαπάς)….

Ο Κοπιδάκης έχει κάνει πολύ καλόν υπομνηματισμό και δίνει τις παραπομπές που επιτρέπουν στον αναγνώστη, αν έχει όρεξη, να ερευνήσει τις προστριβές ανάμεσα στον Σταντάλ και στον ελληνικής καταγωγής γραμματέα του. Ωστόσο, βάζει επίσης υποσημείωση στο τοπωνύμιο Civita-Vecchia και σχολιάζει:

Γράφε: Cittavecchia. Πόλη και επισκοπική έδρα του Λατίου. Κύριο λιμάνι της Κεντρικής Ιταλίας στο Τυρρηνικό πέλαγος.

Διορθώνει δηλαδή ο Μ. Κοπιδάκης τον Σεφέρη ως προς το όνομα της πόλης. Αλλά κακώς τον διορθώνει! Η ιταλική πόλη λέγεται σήμερα και λεγόταν και τότε Civitavecchia, όπως τη γράφει ο Σεφέρης, που η μόνη διόρθωση που μπορεί να του γίνει είναι ότι γράφεται σε μία λέξη χωρίς ενωτικό.

Πόλη Cittavecchia δεν υπάρχει στην Ιταλία (υπάρχει στη Δαλματία, σήμερα Κροατία, αλλά έχει σήμερα κροατικό όνομα) και στα ιταλικά Città Vecchia είναι απλώς η παλιά πόλη διάφορων ιταλικών πόλεων. Ετυμολογικά συνδέονται φυσικά η Civitavecchia και η Cittavecchia, αλλά το όνομα της πόλης στο Λάτιο είναι έτσι που το έγραψε ο Σεφέρης (εντάξει, μείον την παύλα).

Κι έτσι κλείνει το άρθρο μας με τα τρία μικροδιορθωτικά, τις τρεις παρωνυχίδες αν προτιμάτε.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *