Η τελευταία ποιητική συλλογή της Λίλυς Εξαρχοπούλου, που φέρει τον τίτλο Αποδελτίωση (Έπος των αρχών του 21ου αιώνα), ενδεικτικό της πρόθεσης της συγγραφέως να πραγματοποιήσει μια ανατομία της κοινωνικοπολιτικής συνθήκης της σύγχρονης εποχής, χωρίζεται σε δύο μέρη που αποτελούν ταυτόχρονα και τις δύο όψεις της ζωής κάθε ανθρώπου. Πρόκειται για τα ποιήματα που ομαδοποιούνται κάτω από την ένδειξη «Δημόσιος» βίος και εκείνα που, αντιστοίχως, ομαδοποιούνται κάτω από τον υπότιτλο «Ιδιωτικός» και που χωρίζονται από τα πρώτα με ένα «Ιντερμέδιο», το οποίο τίθεται ακριβώς στο κέντρο της συλλογής.
Το πρώτο μέρος της συλλογής, επιβεβαιώνοντας τις προσδοκίες του αναγνώστη, περιλαμβάνει ποιητικά κείμενα τα οποία αφορμώνται από τη συγκαιρινή κοινωνική, πολιτική, πολιτισμική συνθήκη και σφραγίζονται από μια έντονη αφηγηματικότητα. Δημιουργείται, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ένα σύνθετο λογοτεχνικό πεδίο με τον στίχο να αποτελεί ουσιαστικά ένα στάδιο ή μια στιγμή μιας εξιστόρησης που δεν υποτάσσεται απαραίτητα στο βασικό τριαδικό σχήμα «δέση-κορύφωση-λύση», παρουσιάζει όμως στενή συγγένεια με τις μικροϊστορίες εκείνες που επιχειρούν να αποτυπώσουν στιγμιότυπα του βίου με αντιπροσωπευτική ή παραδειγματική λειτουργία και προοπτική. Αυτή η ροπή προς έναν λόγο που ενώ παραμένει ποιητικός εναγκαλίζεται στοιχεία της αφηγηματικής τέχνης και τεχνικής οφείλεται, μεταξύ άλλων, και στη θεματική των ποιημάτων, στον προσανατολισμό τους προς την περιοχή εκείνη της τέχνης που με τρόπο ευθύβολο και ευθύ διερωτάται για τους όρους και τις συνθήκες του σύγχρονου βίου, για τον ρόλο και τις ευθύνες του ανθρώπου μπροστά σε όλες αυτές τις παθογένειες που έχουν τα τελευταία χρόνια αναδυθεί με ιδιαίτερη ένταση και δυναμική: Ποθώ μια γέφυρα που δεν υπάρχει/ Ακόμη και οι πόθοι μας έχουν διαστρεβλωθεί// Κτίζουμε κτίρια που τρυπούν τον ουρανό/ Γέφυρες που εντυπωσιάζουν μ’ ένα νάζι/ Κομπιούτερ που μιλούν αντί ανθρώπων/ Δίχως συναίσθημα ταινίες, όλο εφέ// Ακμαίοι παρατηρούμε τα επιτεύγματα/ Στην τηλεόραση σχολιάζουμε πολέμους/ Κανάλι αλλάζουμε στης Αφρικής την ξηρασία/ Έχουμε τη δική μας, γι’ άλλους θα νοιαστούμε; («Η ποθητή γέφυρα»). Η ποιήτρια αφήνεται να διαμορφώσει έναν ποιητικό λόγο που δεν κρύβει ούτε την οργή, ούτε την απογοήτευση, ούτε την αγανάκτηση που η ανθρώπινη υποκρισία, η αλαζονεία και η αναλγησία προκαλεί, την ίδια στιγμή όμως τοποθετεί τα συναισθήματα αυτά σε ένα πλαίσιο και ένα καλούπι που δεν τα αφήνει ανερμήνευτα ή ανεξήγητα. Το ποιητικό έδαφος δεν γίνεται ποτέ ολισθηρό, η δημιουργός δεν παρασύρεται από το θυμικό της, ούτε από την καταδικαστική της διάθεση. Ίσα ίσα που παρουσιάζει πάντοτε τους λόγους, φωτίζει τις αιτίες που εξηγούν την έξαρσή της· μια έξαρση ή, καλύτερα, μια εξέγερση που διοχετεύεται μέσα στο ποίημα χωρίς να διαταράσσει το περίγραμμά του, αλλά και χωρίς να εμποδίζει τις σπίθες της να εξέρχονται εκτός αυτού, πρόθυμες και ικανές να πυροδοτήσουν την αντίδραση του αναγνώστη. Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι αυτή η πρώτη ενότητα κλείνει με τη λέξη «ελπίδα;» η οποία, έτσι όπως τίθεται μέσα στο σχήμα της ερώτησης, μοιάζει να αποτελεί έναν διακαή πόθο της ποιήτριας και ένα κάλεσμα στον άνθρωπο να ξανακερδίσει έστω και αυτό που αποτελούσε κάποτε δεδομένο και που τώρα κινδυνεύει να χαθεί.
{jb_quote} Μια ποίηση που ανατρέπει την εν πολλοίς παγιωμένη άποψη σχετικά με την αδυναμία του ανθρώπου να ελέγξει τη ροή των γεγονότων που δίνουν στη ζωή και την καθημερινότητά του το μελανό της χρώμα. {/jb_quote}
Έπειτα από ένα ιντερμέδιο, ένα ποίημα δηλαδή γραμμένο στα αγγλικά σχετικά με την ανθρώπινη επιθυμία για μια ζωή ουσίας, ακολουθούν τα ποιήματα που έχουν στον πυρήνα τους τον ιδιωτικό βίο, την προσωπική περιοχή και που γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι –τα περισσότερα τουλάχιστον– γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο. Βεβαίως, παρόλο που οι συνθέσεις της ενότητας αυτής φαίνονται διαχωρισμένες και διακριτές από τις αντίστοιχες της πρώτης ενότητας, είναι στην πραγματικότητα στενά συνυφασμένες και συνδεόμενες μαζί τους. Θα μπορούσε κάποιος να κάνει λόγο για ένα είδος συγκοινωνούντων δοχείων, για δυο γειτονικές περιοχές που εκβάλλουν η μια στην άλλη για να διαμορφώσουν τους όρους και το πλαίσιο της λειτουργίας τους. Έτσι, το δημόσιο μετουσιώνεται σε ιδιωτικό και το ιδιωτικό, αντίστροφα, διοχετεύεται στη δημόσια σφαίρα για να συγκροτήσει την ιδιαίτερη μορφή και τη φυσιογνωμία της. Η διαφορά, ωστόσο, στα ποιήματα της ομάδας αυτής είναι η απομάκρυνσή τους από την αφηγηματικότητα και η προσέγγισή τους στην ποιητικότητα, σε μια έκφραση πιο αφαιρετική, πιο περιεκτική, πιο υπαινικτική. Παρόλο που και εδώ δεν λείπουν οι εμφανείς συνδέσεις με την πραγματικότητα, ο λόγος στοχεύει και εξυπηρετεί την ανάδυση του ποιητικού αισθήματος όπως αυτό πυροδοτείται από την αντίληψη, την εντύπωση, την άποψη της ποιήτριας για τα πράγματα αλλά και τη θέση της απέναντι σε αυτά: Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούμε/ να κατανοήσουμε: Το τσουνάμι, τον πόλεμο των χαρακωμάτων/ Την τυχαιότητα των συμβάντων// Υπάρχουν πράγματα που δεν θέλουμε/ να καταλάβουμε:/ Την κασίδα, τον καρκίνο, τον κορονοϊό/ Το Άμπου Γκράιμπ, τη Λωρίδα της Γάζας/ Την άρνηση μιας γυναίκας να κυοφορήσει/ Ενός άντρα να πάει στον στρατό/ Ενός απόκληρου να ευθυμήσει// Κι ύστερα οι τοίχοι βάφονται κόκκινοι/ Απ’ το παραλήρημα («Παραλήρημα»).
Η ποιητική γλώσσα της Εξαρχοπούλου είναι μια γλώσσα πλούσια και μεστή, γι’ αυτό και η ποίησή της, παρόλο που είναι πληθωρική, δεν φαίνεται στιγμή να περιττολογεί. Εκείνο όμως που τη σφραγίζει ανεξίτηλα είναι η βαθιά ανάγκη της να μιλήσει για τον άνθρωπο του «σήμερα», του «τώρα», τον άνθρωπο που προκαλεί ο ίδιος το πάθος του και υπόκειται σε αυτό. Είναι μια ποίηση, λοιπόν, κοινωνικού προβληματισμού, ο οποίος θέτει στο κέντρο του την ανθρώπινη ύπαρξη στην παγκόσμια διάσταση και προοπτική της και την ανθρωπότητα όπως έχει διαμορφωθεί μέσα από τις ποικίλες ζυμώσεις, οι οποίες της έχουν δώσει το νέο της –παραμορφωμένο πολλές φορές– πρόσωπο. Πάνω απ’ όλα, όμως, είναι μια ποίηση που ανατρέπει την εν πολλοίς παγιωμένη άποψη σχετικά με την αδυναμία του ανθρώπου να ελέγξει τη ροή των γεγονότων που δίνουν στη ζωή και την καθημερινότητά του το μελανό της χρώμα, αναδεικνύοντας την αξία και τη δύναμη της ατομικότητας να ρυθμίζει (και να απορρυθμίζει) τον μηχανισμό με τον οποίο λειτουργεί τόσο ο δημόσιος όσο και ο ιδιωτικός βίος.
Αποδελτίωση
Έπος των αρχών του 21ου αιώνα
Λίλυ Εξαρχοπούλου
Οδός Πανός
σ. 80
ISBN: 978-960-477-537-8
Τιμή: 10,00€