Κάτι απ’ το χνάρι τους…
Χρύσα Φάντη – Ευσταθία Δήμου
εκδόσεις Σμίλη
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Συγκλίσεις και αποκλίσεις σε δόκιμο κριτικό λόγο • Fractal (fractalart.gr)
Συγκλίσεις και αποκλίσεις σε δόκιμο κριτικό λόγο
Αρχικά ο υπότιτλος, Συγκλίσεις και αποκλίσεις, στο εσώφυλλο του βιβλίου, με διττή σημασία, προκαλεί την αναγνωστική παρέμβαση. Πρόκειται για μια συλλογή κριτικών σημειωμάτων από δύο καταξιωμένες εργάτριες του κριτικού λόγου, τη Χρύσα Φάντη και την Ευσταθία Δήμου, με προσωπική γραφή η κάθε μία, οπότε αναμενόμενες και οι συγκλίσεις αλλά και (πιο ενδιαφέρουσες αυτές) οι αποκλίσεις στην κάθε φορά κριτική προσέγγιση του έργου των 25 ποιητών και συγγραφέων, που εδώ συμπεριλαμβάνονται. Με δεδομένη, ωστόσο, τη θεματική που βρίσκεται στο φόντο της συλλογής αυτής, δηλαδή την εξέταση της γενιάς του ’70, ο υπότιτλος παραπέμπει σε κάτι ακόμη πιο ενδιαφέρον, δηλαδή στα σημεία σύγκλισης αλλά και στις αποκλίσεις των εξεταζόμενων από έναν «κοινό τόπο», στον οποίο είθισται να συναντώνται οι εκπρόσωποι μιας ποιητικής «γενιά». Στον Πρόλογο που συνυπογράφουν οι δύο κριτικοί, εμφανής η πρόθεση να αμφισβητηθεί η απόλυτη αποδοχή του όρου «γενιά», προκειμένου μάλιστα για εκπροσώπους της συγκεκριμένης που χαρακτηρίζονται από την πολυμορφία τους, σε θεματική, σε ύφος, ακόμη και σε γλωσσικές επιλογές, και συναριθμούνται στον κοινό τόπο/γενιά συχνά στη βάση της αντίδρασής τους ως προς την εποχή μέσα στην οποία δημιούργησαν, με επίσης συχνή την αναφορά στις ιδεολογικές και πολιτικές τους πεποιθήσεις και συστρατεύσεις. Σημαντική αυτή η προκαταρκτική τοποθέτηση, προκειμένου να γίνει σωστότερη η προσέγγιση των συγκεκριμένων δημιουργών, κυρίως αυτών που δεν συγκαταλέγονται στα αυστηρά χρονικά πλαίσια της γενιάς του ’70, αποδεικνύοντας έτσι πόσο ρευστά είναι τα όρια που τίθενται για να εξυπηρετήσουν ίσως μόνον τη δόκιμη κριτική σε μια λογοτεχνική περιοδολόγηση.
Για όσους παρακολουθούν τον κριτικό λόγο της Φάντη και της Δήμου στις συχνές δημοσιεύσεις τους σε έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, δεν αποτελεί ξάφνιασμα ο προσωπικός τρόπος με τον οποίο η κάθε μία εισχωρεί στο εξεταζόμενο έργο. Με περισσότερο λογική προσέγγιση οι κριτικές της Φάντη, στηριγμένες σε στοιχεία αντλημένα από μια προσεκτική βιβλιογραφία, επιτρέπουν ενίοτε την παρακαμπτήριο οδό μιας πιο ευαίσθητης ματιάς, που θυμίζει πως η ίδια είναι λογοτέχνις, πεζογράφος. Η Δήμου, ποιήτρια η ίδια, πιο συχνά αφήνεται σε μια μορφή λόγου που αναζητά την πολυσημία των λέξεων, και όταν αυτό δεν επαρκεί, τότε χρησιμοποιεί μια χειμαρρώδη παράθεση λέξεων σε νοηματική γειτνίαση, όπως ο ποιητικός λόγος που ψάχνει τις λεπτές νοηματικές αποχρώσεις στα στοιχεία του λεκτικού κώδικα. Ενδιαφέρον αυτό, κυρίως όταν και οι δύο εξετάζουν τον ίδιο ποιητή ή το ίδιο έργο. Άλλωστε, αυτή είναι και η αξία της κριτικής σκέψης, να δώσει δηλαδή τη διαφορετική οπτική ή τον διαφορετικό τρόπο έκφρασης του κάθε κριτικού, λειτουργώντας έτσι ως οδοδείκτης (υποκειμενικός σε κάθε περίπτωση και ουδέποτε δεσμευτικός) για την αναγνωστική προσέγγιση. Εδώ ακριβώς εντοπίζεται, κατά τη γνώμη μου, η αξία αυτής της συλλογής. Πέρα από μία ακόμη συλλογή κριτικών δοκιμίων για τη γενιά του ’70, πρόκειται για συμβολή στην ουσιαστική κριτική, που επιτρέπει την πολυσημία, την πολυμορφία, δείχνοντας τον τρόπο που αξίζει να διαβάζεται η λογοτεχνία.
Στον τόμο εξετάζονται οι: Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Δημήτρης Αλεξίου, Γιάννης Βαρβέρης, Γιώργος Βέης, Κώστας Γουλιάμος, Ζέφη Δαράκη, Αλέξης Ζήρας, Κώστας Π. Καναβούρης, Ηλίας Κεφάλας, Γιάννης Κοντός, Πάνος Κυπαρίσσης, Μαρία Κυρτζάκη, Μαρία Λαϊνά, Κώστας Λάνταβος, Γιώργος Μαρκόπουλος, Νίκος Μοσχοβάκος, Παυλίνα Παμπούδη, Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, Μανόλης Πρατικάκης, Ντίνος Σιώτης, Αντώνης Φωστιέρης, Γιάννης Ψυχοπαίδης, Δημήτρης Χουλιαράκης, Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου, Γιώργος Χρονάς.
Απόσπασμα
[…] θα μπορούσε να παραλληλίσει κανείς τη γενιά αυτή με ένα είδος γέφυρας, το ένα άκρο της οποίας ακουμπά και βυθίζεται στο λογοτεχνικό παρελθόν, εκεί που καταλήγει και τελειώνει η δεύτερη μεταπολεμική γενιά, έχοντας, με τη σειρά της, αφήσει πίσω της την πρώτη μεταπολεμική γενιά και, λίγο νωρίτερα, τη γενιά του ’30, και το άλλο άκρο της ακουμπά στο λογοτεχνικό παρόν, το οποίο –αρχής γενομένης από τις γενιές του ’80 και του ’90, αλλά και αυτήν της περιόδου της κρίσης– εξακολουθεί με αμείωτη συνέπεια να μορφοποιεί, να νοηματοδοτεί, να επηρεάζει και να καθοδηγεί.
Ο όρος «γενιά της αμφισβήτησης», που εναλλακτικά δόθηκε στη γενιά του ’70 από τον Βάσο Βαρίκα, αναγνωρίζει στους ποιητές που τη συναποτελούν τη διάθεση και την τάση τους να εναντιωθούν, να αρνηθούν, να θέσουν υπό προβληματισμό και αμφισβήτηση τόσο το σκοτεινό παρελθόν, όπως αυτό διαμορφώθηκε από τον πόλεμο και τον Διχασμό, όσο και το προβληματικό παρόν μέσα στο οποίο ανατρέφονται και ζουν… (Πρόλογος, σσ. 9-10).