ceb5cf83ceb5ceafcf82 cf84cf81cf8ecf84ceb5 cf87cf84ceb1cf80cf8cceb4ceb9ceb1

Εδώ και μερικές μέρες το ερώτημα αν πρέπει να τρώμε χταπόδια απασχολεί τα ελληνικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οπότε δεν είναι περίεργο που θα το συζητήσουμε κι εμείς -χωρίς βέβαια να παραλείψουμε τη βασική μας προσέγγιση, τη λεξιλογική, και σ’ αυτό το θέμα.

Η αρχή -ή μάλλον μία από τις αρχές- έγινε με ένα άρθρο του Θοδ. Γεωργακόπουλου στην Καθημερινή, πριν από 4-5 μέρες, με τον τίτλο «Γιατί δεν τρώω πια χταπόδια«. Εκεί, ο αρθρογράφος δηλώνει ότι σταμάτησε να τρώει χταπόδια, όταν διάβασε και έμαθε ότι είναι καταπληκτικά πλάσματα:

Είναι σαν να προέκυψαν από μιαν άλλη, ανεξάρτητη εξελικτική διαδικασία από τα υπόλοιπα πλάσματα της θάλασσας. Αν και συγγενεύουν με τα άλλα κεφαλόποδα -που είναι τα ηλίθια της οικογένειας- δεν μοιάζουν με κανένα άλλο είδος ζωής.  … Είναι απίστευτα, αλλόκοτα πλάσματα, με χαρακτηριστικά μοναδικά στη φύση. Το αίμα τους είναι μπλε, έχουν τρεις καρδιές και κάθε πλοκάμι τους έχει ξεχωριστό εγκέφαλο. Έχουν το μεγαλύτερο μυαλό από όλα τα ασπόνδυλα (και τα περισσότερα σπονδυλωτά). Το δέρμα τους έχει την ικανότητα να βλέπει. Μπορούν να αλλάξουν το ίδιο τους το RNA από μόνα τους. Και το κυριότερο από όλα: είναι πανέξυπνα.Αν τα κλείσεις σε ένα βάζο, βρίσκουν τρόπο να ξεβιδώσουν το καπάκι από μέσα για να δραπετεύσουν. Υπάρχουν μαρτυρίες για χταπόδια που πηδάνε πάνω σε ψαράδικα και μπαίνουνε στ’ αμπάρι για να φάνε καβούρια.

Οπότε, εδώ και τρία χρόνια σταμάτησε να τρώει χταπόδια διότι δεν μπορεί να τρώει πλάσματα που σέβεται και που θαυμάζει -και, περίπου, μας προτρέπει να κάνουμε το ίδιο ή τέλος πάντων να προβληματιστούμε.

Οπως λέει ο Θ.Γ., έναυσμα για να γράψει το άρθρο του, ήταν πρόσφατη συνέντευξη του Ελληνοαμερικανού σκηνοθέτη Άλεξ Πέιν, πάλι στην Καθημερινή, στην οποία ο σκηνοθέτης είχε δηλώσει: Ομως, δεν καταλαβαίνω κάτι για τους Ελληνες. Πώς μπορούν και τρώνε τα χταπόδια; Η γεύση τους είναι φανταστική, αλλά πρόκειται για κάποια από τα πιο χαρισματικά πλάσματα της φύσης, με νοημοσύνη και χάρη. Οπότε, δεν με νοιάζει πού θα με πάτε για φαΐ, αρκεί το μενού να μην έχει χταπόδι

Όπως είπα, το άρθρο του Θ. Γεωργακόπουλου συζητήθηκε πολύ στα σόσιαλ, ίσως και επειδή το κοινοποίησαν και διασημότητες κοντινές στην κυβέρνηση, όπως ο (οΘντκ) υπουργός Άδωνης Γεωργιάδης και η υπέρκομψη Μαρέβα Γκραμπόβσκι.

Προηγουμένως όμως είχε γίνει θόρυβος για τα χταπόδια και στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Στα τέλη Μαΐου, η Αυγή, που έχει εδώ και κάμποσο καιρό καθιερώσει μια στήλη για τα δικαιώματα των ζώων («Ιστορίες χωρίς φωνή»), είχε άρθρο του Πέτρου Κατσάκου για τα χταπόδια, στο οποίο ο αρθρογράφος επισήμαινε ότι, αν και τα χταπόδια είναι πανέξυπνα κτλ (στο άρθρο αναφέρει αρκετά στοιχεία παρόμοια με αυτά που επικαλέστηκε στη συνέχεια ο Θ.Γεωρ. στην Καθημερινή) ωστόσο οι νόμοι για την καλή μεταχείριση των ζώων, που έχει ψηφίσει η ΕΕ, δεν έχουν εφαρμογή στα ασπόνδυλα. Ο αρθρογράφος επισήμαινε επισης τα περιβαλλοντικά προβλήματα που προκαλούν οι φάρμες χταποδιών.

Σε συνεδρίαση της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, που έγινε μία μέρα μετά τη δημοσίευση του άρθρου, ο Παύλος Πολάκης, ανάμεσα σε άλλα που είπε, επέκρινε την Αυγή διότι «ασχολείται με τα δικαιώματα των χταποδιών», μια κατηγορία άστοχη και άδικη. Δήλωσε επίσης ότι θα συνεχίσει να βγάζει χταπόδια, αποδεικνύοντας ότι δεν είχε διαβάσει το επίμαχο άρθρο. Απάντησε ο διευθυντής της Αυγής και έγινε ένα σχετικό σούσουρο.

Οι δυο χταποδοϊστορίες μπορεί να είναι άσχετες μεταξύ τους, πάντως με το ένα και με το άλλο ξαφνικά τα χταπόδια βρέθηκαν να πρωταγωνιστούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αλλά εμείς εδώ λεξιλογούμε, οπότε θα πρέπει να πούμε και δυο λόγια για τα λεξιλογικά των χταποδιών.

Το χταπόδι προέρχεται από το μεσαιωνικό οκταπόδι, κι αυτό από το οκταπόδιον, που είναι υποκοριστικό του ελληνιστικού οκτάπους -οκτώ και πόδες, διότι βέβαια το χταπόδι έχει οχτώ πλοκάμια.

Όπως είπα, η λέξη «οκτάπους» είναι ελληνιστική. Πιο πριν, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι ήταν λιγότερο ακριβείς στην περιγραφή τους αφού το έλεγαν «πολύπους». Για να είμαι ακριβέστερος, ο αρχικός τύπος είναι «πουλύπους, που ίσως είναι ποιητικός τύπος (ας μας πουν οι κλασικοί φιλόλογοι πώς εξηγείται το ου αντί του ο). Ο τύπος αυτός απαντά ήδη στον Όμηρο. Στο ε της Οδύσσειας (432-3) ο Οδυσσέας γαντζώνεται σε έναν βράχο να μην τον αρπάξει το κύμα, κι ο Όμηρος τον παρομοιάζει με χταπόδι που, μέσα στο θαλάμι του, αντιστέκεται στον ψαρά που το τραβάει να το βγάλει:

ὡς δ᾿ ὅτε πουλύποδος θαλάμης ἐξελκομένοιο
πρὸς κοτυληδονόφιν πυκιναὶ λάιγγες ἔχονται

ή, στη μετάφραση Καζαντζάκη-Κακριδή:

Πως όντας μεσ᾿ απ᾿ το θαλάμι του ξεσέρνουν το χταπόδι,
κι έχουν κολλήσει στις βεντούζες του λιθάριαν απάνω πλήθος

Ο τύπος «πουλύπους» κυριαρχεί κατά την κλασική αρχαιότητα, ενώ επίσης υπάρχει και ο τύπος «πούλυπος, πουλύπου». Πρώτος ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τον τύπο «πολύπους». (Bλέπω στο etymonline ότι ο Thompson θεωρεί ότι το πουλύπους – πολύπους είναι ετυμολογική προσαρμογή μιας μη ελληνικής λέξης).

Στην εικόνα βλέπουμε ένα μινωικό αγγείο με ζωγραφισμένο χταπόδι. Και βέβαια και στους επόμενους αιώνες το τιμούσαν δεόντως το χταπόδι στα μέρη μας. Από μια ανάρτηση της Βίβιαν Ευθυμιοπούλου στο Φέισμπουκ θυμήθηκα τον Αθήναιο, ο οποίος στους Δειπνοσοφιστές μάς λέει ότι, κατά τη γνώμη του Αρχέστρατου, του Τσελεμεντέ των αρχαίων, τα καλύτερα χταπόδια τα έχει η Θάσος και η Καρία, ενώ πολλά και μεγάλα έχει η Κέρκυρα: πούλυποι ἔν τε Θάσῳ καὶ Καρίᾳ εἰσὶν ἄριστοι·  καὶ Κέρκυρα τρέφει μεγάλους πολλούς τε τὸ πλῆθος. Βρίσκω όμως και κάτι άλλο στον Αθήναιο, που μου δείχνει ότι οι αρχαίοι δεν θεωρούσαν έξυπνο το χταπόδι. Ο Αλκαίος τουλάχιστον έγραψε ἠλίθιον εἶναι νοῦν τε πουλύποδος ἔχειν, αλλά ίσως να μην είχε δει το ντοκιμαντέρ στο Νέτφλιξ.

Και οι δυο ελληνικές λέξεις για το χταπόδι πέρασαν σε άλλες γλώσσες. Από έναν τύπο οκτώπους, παράλληλο του οκτάπους, έχουμε το λατινικό octopus, από το οποίο έχουμε το αγγλικό octopus, καθώς και την επιστημονική ονομασία της οικογένειας αυτών των ζώων. Από το λατινικό polypus, πάλι, έχουμε διάφορες λαϊκές ονομασίες του χταποδιού σε λατινογενείς γλώσσες, όπως το γαλλικό poulpe, αλλά και το κοινότερο γαλλικό pieuvre, ή το pulpo των Ισπανών, polvo των Πορτογάλων ή τα ιταλικά polpo / piovra.

Αλλά και το νεότερο «χταπόδι» έχει ταξιδέψει, αφού από εκεί προέρχεται το τουρκικό ahtapot.

Kαθώς το χταπόδι έχει οχτώ πλοκάμια, που φτάνουν μακριά, χρησιμοποιείται ως μεταφορά για έναν οργανισμό (πολυπλόκαμο, όπως λέμε!), μια οντότητα, μια οργάνωση, που παρεμβαίνει σε πολλά σημεία και κινεί από μακριά τα νήματα. Σε αριστερά έργα, παρομοιάζεται με το χταπόδι ο διεθνής ιμπεριαλισμός που βυσσοδομεί σε διάφορες περιοχές της Γης -θα θυμάστε ίσως τη θαυμάσια κουβανέζικη ταινία «Ο θάνατος ενός γραφειοκράτη», όπου ο σκιτσογράφος έχει ένα ζωντανό χταπόδι και το χρησιμοποιεί σαν μοντέλο για να παραστήσει τον ιμπεριαλισμό. Η πετυχημένη ιταλική τηλεοπτική σειρά La piovra, κατά λέξη «το χταπόδι», είχε θέμα της τη Μαφία.

Επίσης, χταπόδια έχουν χαρακτηριστεί κατά καιρούς μεγάλοι τερματοφύλακες, από τον Λεβ Γιασίν (Γιάσιν προφέρεται, βρίσκω) έως τον Μάνουελ Νόιερ. Μια και πιάσαμε το ποδόσφαιρο, να αναφέρουμε και το χταπόδι που μαντεύει τους νικητές του Μουντιάλ. Χταπόδι λέμε επίσης το εργαλείο εκείνο με τα λαστιχένια σκοινιά και τους γάντζους που χρησιμοποιούμε για να στερεώνουμε αποσκευές στη σκάρα του αυτοκινήτου.

Όσο για τα φρασεολογικά, επειδή το χταπόδι, μόλις το βγάλει ο ψαράς ή ο βουτηχτής, πρέπει να το χτυπήσει πολλή ώρα στο βράχο για να μαλακώσει (το «παραγουλίζει», έλεγαν, θυμάμαι), υπάρχει η απειλή «Θα σε χτυπήσω κάτω σαν χταπόδι» (ή «θα σε κοπανίσω σαν χταπόδι) και η φράση «τον χτυπάει σαν χταπόδι» δηλ. τον βασανίζει, τον ταλαιπωρεί.

Βασανίζεται λοιπόν το χταπόδι -γιατί να το τρώμε; Κατά τη γνώμη μου, το άρθρο του Θ. Γεωργακόπουλου βάζει το ζήτημα σε λάθος βάση. Να μην τρώμε χταπόδια επειδή είναι πανέξυπνα; Μα και τα γουρούνια είναι πανέξυπνα κι ομως μια χαρά τα τρώμε (όσοι δεν είμαστε πιστοί μουσουλμάνοι ή εβραίοι, τουλάχιστον). Και τα «χαζά» καλαμαράκια μπορούμε να συνεχίσουμε χωρίς τύψεις να τα τηγανίζουμε; Απαράδεκτη μου φαίνεται αυτή η διάκριση.

Πιο σωστά το θέτει ο Κατσάκος το θέμα νομίζω: επειδή και τα πανέξυπνα χταπόδια είναι συναισθανόμενα (sentient) ζώα, να ισχύσουν και γι’ αυτά οι ευρωπαϊκές οδηγίες περί καλής μεταχείρισης των ζώων. Αν τώρα κάποιος αποφασίσει ότι δεν πρέπει να τρώει καθόλου ζώα ή αν αποφασίσει να περιορίσει δραστικά την κατανάλωση κρέατος, με γεια του και με χαρά του, και καλό στην υγεία του θα κάνει. Υπάρχουν πολλά επιχειρήματα άλλωστε, οικολογικά ας πούμε, εναντίον της συνέχισης του σημερινού μοντέλου εκτροφής ζώων και κατανάλωσης κρέατος, που θα μπορούσαμε να τα δούμε σε μιαν άλλη συζήτηση. Όχι όμως στη βάση: μην τρώτε τα έξυπνα, καταβροχθίστε και σφάξτε τα μη έξυπνα.

Ο παππούς μου, θυμάμαι, δεν έτρωγε χταπόδια και γενικά ασπόνδυλα -σαν γλυκιά γομολάστιχα είναι, μου είχε πει κάποτε. Άλλοι μπορεί να μην τα τρώνε για θρησκευτικούς λόγους -από τα θαλασσινά, μόνο όσα έχουν πτερύγια και λέπια είναι κοσέρ, άρα τα χταπόδια δεν είναι. Εγώ πάλι, τα τιμώ όλα χωρίς να κάνω διακρίσεις ανάλογα με τον δείκτη νοημοσύνης τους.

Εσείς τρώτε χταπόδια;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *