Σήμερα είναι η Ημέρα της Ελληνικής Γλώσσας, οπότε θα βάλουμε γλωσσικό άρθρο. Πριν από μερικές μέρες είχαμε ένα άρθρο για ελληνικές λέξεις που έχουν προκύψει από τοπωνύμια. Yπάρχουν όμως και σε ξένες γλώσσες λέξεις που έχουν προκύψει από το όνομα της Ελλάδας ή των Ελλήνων. Το θέμα αυτό το έχουμε θίξει σε διάφορα άρθρα μας και μπορεί στο μέλλον να δημοσιεύσω και ένα συγκεντρωτικό, όμως σήμερα θα εστιαστώ, υπό μορφή ανακεφαλαίωσης-επανάληψης, σε μία μόνο λέξη, για την οποία είχαμε γράψει σε ένα από τα πρώτα άρθρα του ιστολογίου, πριν από… 14 χρόνια, και την είχαμε συζητήσει ξανά σε ένα άρθρο του 2014. Παρελθοντολογία, δηλαδή. Εδώ ενσωματώνω πολλά σχόλια εκείνης της δεύτερης συζήτησης.
Η λέξη για την οποία σας λέω, είναι η λέξη «γκρίνγκο». Τη λέξη τη μάθαμε από τα γουέστερν: χρησιμοποιείται σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, από το Μεξικό μέχρι κάτω στη Χιλή, για να δηλώσει, με περιφρόνηση συνήθως, τους λευκούς, και ιδίως τους βορειοαμερικανούς.
Βέβαια, υπάρχουν τοπικές παραλλαγές στη χρήση· για παράδειγμα, στην Αργεντινή γκρίνγκο λέγονταν οι (πάρα πολλοί) Ιταλοί μετανάστες, όχι υποτιμητικά, ενώ στο Μεξικό ο γκρίνγκο είναι απαραίτητα Βορειοαμερικάνος και η έννοια της λέξης είναι πάντα μειωτική.
Υπάρχει και το ρήμα engringarse, που θα πει ‘εξαμερικανίζομαι, στη συμπεριφορά και στις συνήθειες’, ενώ η έκφραση gringo de agua dulce, κατά λέξη ‘γκρίνγκο του γλυκού νερού’, χρησιμοποιείται για όσους ντόπιους μεταναστεύσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και γυρίσουν με αλλαγμένα μυαλά. Ο αμερικανοφερμένος πρώην πρόεδρος της Βολιβίας, ο Γκονσάλο Σάντσες ντε Λοσάδα, που μιλούσε τα ισπανικά με αμερικάνικη προφορά, ονομαζόταν «Ελ Γκρίνγκο» από τους πολιτικούς του αντιπάλους.
Η λέξη πάντως είναι περισσότερο συνδεδεμένη με το Μεξικό.
«Αντίο, κι αν ακούσεις ότι μ’ έστησαν σ’ έναν πέτρινο τοίχο και με κάνανε κόσκινο στις σφαίρες, να ξέρεις πως δεν είναι καθόλου άσχημος τρόπος για να φύγεις από τούτο τον κόσμο, πολύ καλύτερος από τα γερατειά, την αρρώστια ή το πέσιμο από τις σκάλες. Το να είσαι γκρίνγκο στο Μεξικό, είναι ευθανασία!» -έτσι τελειώνει το τελευταίο γράμμα που έστειλε ο Αμβρόσιος Μπιρς στην ανιψιά του, τον Δεκέμβριο του 1913, πριν χαθεί για πάντα στο Μεξικό όπου είχε πάει να βρει τους αντάρτες. Το τέλος του Μπιρς έγινε μυθιστόρημα από τον Μεξικάνο Κάρλος Φουέντες, με τίτλο «Ο γερο-γκρίνγκο» που γυρίστηκε και ταινία με τον Γκρέγκορι Πεκ και τη Τζέιν Φόντα.
Για την ετυμολογία της λέξης έχουν διατυπωθεί διάφορες λιγότερο ή περισσότερο ευφάνταστες θεωρίες. Για παράδειγμα, έχει ειπωθεί ότι προέρχεται από ένα λαϊκό σκωτσέζικο ή ιρλανδικό τραγούδι, το Green grow the rashes ή Green grow the lilacs, το οποίο υποτίθεται πως τραγουδούσαν κατά τον πόλεμο ΗΠΑ-Μεξικού του 1845-47 τα αμερικανικά στρατεύματα. Από το green grow υποτίθεται πως προέκυψε το Gringo.
Σε μια άλλη εκδοχή, οι Αμερικανοί στρατιώτες που πολεμούσαν το 1916 τους αντάρτες του Πάντσο Βίγια, φορούσαν βαθυπράσινες στολές. Κατά τη θεωρία αυτή, υποτίθεται πως το gringo είναι παραφθορά του green coats (πράσινες στολές). Σε ένα παρακλάδι της θεωρίας αυτής, οι Μεξικάνοι φώναζαν στους Αμερικανούς στρατιώτες Green, go home!
Όμως, οι ετυμολογίες αυτές είναι στην πραγματικότητα αστήρικτες, διότι η λέξη gringo είναι καταγραμμένη έναν με ενάμιση αιώνα παλιότερα. Όπως πρώτος επισήμανε ο μεγάλος καταλανός λεξικογράφος Zοάν Κορομινάς στο μνημειώδες εξάτομο ετυμολογικό λεξικό του, σε ένα ισπανικό λεξικό που εκδόθηκε το 1786, αλλά είχε γραφτεί το 1765 (Diccionario castellano con las voces de Ciencias y Artes y sus correspondientes en las 3 lenguas francesa, latina y italiana, του Esteban de Terrero y Pando) καταγράφεται η λέξη gringo με την επεξήγηση ότι έτσι αποκαλούν τους ξένους που έχουν κάποια ιδιομορφία στην προφορά τους, που τους κάνει να μη μιλούν αβίαστα τα καστιλιάνικα. Στη Μαδρίτη έτσι λέγανε ιδίως τους Ιρλανδούς.
Στο πρωτότυπο: «Gringos, llaman en Málaga a los estranjeros, que tienen cierta especie de acento, que los priva de una locución fácil y natural Castellana; y en Madrid dan lo mismo, y por la misma causa con particularidad a los Irlandeses.»
Προφανώς αυτή η λεξικογραφική μαρτυρία διαψεύδει μια και καλή όλες τις θεωρίες που είδαμε πιο πάνω, αφού το gringo καταγράφεται στον παλαιό κόσμο, πολύ πριν από τους μεξικανοαμερικανικούς πολέμους. Αλλά από πού βγαίνει το gringo; Είναι φανερό, συνεχίζει ο Κορομινάς, ότι η λέξη gringo είναι μετεξέλιξη του griego, αφού την εποχή εκείνη ήταν πολύ διαδεδομένη η έκφραση hablar en griego (μιλάω ελληνικά) για όποιον μιλούσε ακατάληπτα. Tο griego έγινε στην αρχή grigo και μετά gringo, και από τη σημασία του ακατανόητου ομιλητή πέρασε στη σημασία του ξένου, με την οποία και καθιερώθηκε στον Νέο Κόσμο. Ο τύπος grigo, για τα ελληνικά, παραδίδεται σε έργα της εποχής, πχ σε λεξικό του 1490.
Στα σημερινά ισπανικά, όπως έχουμε γράψει σε σχετικό άρθρο που ίσως αξίζει αναδημοσίευση, όταν θέλουν να πουν ότι κάποιος μιλάει ακαταλαβίστικα δεν λένε πια «hablar en griego» αλλά hablar en chino, δηλαδή μιλάει κινέζικα. Η έκφραση hablar en griego έχει πια ξεχαστεί, αλλά παλιότερα ήταν ζωντανή και σε ένα παλιό σχόλιο είχαμε δει ότι καταγράφεται σε έργο του 1560, πριν δηλαδή από το It was Greek to me του Σέξπιρ.
Όμως η λέξη gringo διατηρείται σε χρήση σε όλη τη Λατινική Αμερική, και φυσικά έχει περάσει από τα ισπανικά και στα αγγλικά. Αν και η ετυμολογική προέλευση από τους Έλληνες δεν είναι άγνωστη (την έχουν όλα σχεδόν τα λεξικά), φαντάζομαι πως κανείς ομιλητής δεν έχει στο νου του τούς Έλληνες όταν τη χρησιμοποιεί.
Στα ελληνικά βέβαια η λέξη γκρίνγκο δεν πολυχρησιμοποιείται, παρά μόνο για να περιγράψει τη λατινοαμερικάνικη πραγματικότητα –εμείς λέμε Γιάνκηδες όταν θέλουμε ν’αναφερθούμε μειωτικά στους Αμερικανούς, λέμε δε Μπρούκληδες για τους Ελληνοαμερικανούς. Επίσης, οι Κύπριοι λένε, θαρρώ, Τσάρληδες τους Κυπρίους της δεύτερης και τρίτης γενιάς που γεννήθηκαν στο Λονδίνο. Έχω κάποιο υλικό για τους Τσάρληδες αλλά δεν ξέρω αν αρκεί για να βγει άρθρο, οπότε δεν υπόσχομαι -αν κάποιος μπορεί να βοηθήσει, καλοδεχούμενος.