ceb3ceb9ceb1 cf84cebfcebd ceb5cf85cf80ceb1cf84cf81ceafceb4ceb7 cf84cebfcf85 cf80cebfcebbceb9cf84ceb9cf83cebccebfcf8d cf81cebfceb2ceae

66763489 2281982205255174 3698431707641282560 n

Πολύ με λύπησε ο θάνατος του Ροβήρου Μανθούλη, παρόλο που τον βρήκε πλήρη ημερών, πάνω από τα 90 του. Ήταν τόσο «ζωντανός» άνθρωπος, όμως, τέτοιο λαμπερό πνεύμα, που δε μπορεί να μη λυπάται αυτή τη στιγμή, όποιος είχε την τύχη να τον συναντήσει και να συνομιλήσει μαζί του. Για τον Μανθούλη πρωτάκουσα μέσω του Θανάση Βέγγου – εννοώ, για την ακρίβεια, μέσω της αγαπημένης ταινίας του, «Ψηλά τα χέρια Χίτλερ», στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Βέγγος. Τον «ξαναβρήκα» στη σχολή κινηματογράφου: «Πολύ σοβαρή περίπτωση αυτός» έλεγαν οι δάσκαλοι μου, οι λίγο νεότεροι του, που τον γνώριζαν προσωπικά και εκτιμούσαν το έργο του. Μίλησα για πρώτη φορά μαζί του το 2002, αν θυμάμαι καλά, όταν η ταινία του με τίτλο «Lily’s Story» διαγωνιζόταν στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Θέλαμε απ’ την Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών ένα μουσικό θέμα απ’ την ταινία για τα συλλεκτικά CD που βγάζαμε τότε σε δική μου επιμέλεια. Με παρέπεμψε στον Νίκο Μαμαγκάκη, κι έτσι βρέθηκα και στο σπίτι του σημαντικού συνθέτη, στο Παγκράτι, να μιλάμε για τη συνεργασία του με τον Μανθούλη, για τον Κούνδουρο, για τη Τζένη Βάνου, για τον Χατζιδάκι, για ένα σωρό ημίθεους του ελληνικού πολιτισμού. Εκείνο το διάστημα μού μιλούσε για τον Μανθούλη ο Αντρέας Παγουλάτος, ο ποιητής, που τον είχε ζήσει πολύ στο Παρίσι. Τον θεωρούσε τολμηρό καλλιτέχνη, ανυστερόβουλο, καλό άνθρωπο, ευφυή, χιουμορίστα και μάλλον μακριά απ’ τη μίζερη συντεχνιακή ελληνική πραγματικότητα. Όταν πέθανε ο Παγουλάτος το 2010 κι άρχισα να σταχυολογώ μέσα μου τα πρόσωπα που μου «γνώρισε», ένα απ’ αυτά ήταν αναμφισβήτητα ο Ροβήρος Μανθούλης. Πολύ ήθελα να τον συναντήσω για να του πάρω μία συνέντευξη, αλλά ήξερα πως δεν είναι εύκολο, γιατί δεν ζει στην Ελλάδα. Ώσπου αρκετά χρόνια μετά, στα τέλη του 2018, τον πέτυχα στο καφέ του Γαβριηλίδη στο Μοναστηράκι, το περίφημο στέκι «Ποιήματα & Εγκλήματα». Δεν το πίστευα ότι παραπίσω μου καθόταν μόνος του ο Μανθούλης, περιμένοντας προφανώς κάποιο νέο απ’ την έκδοση της αυτοβιογραφίας του. Δεν έχασα ευκαιρία, τράβηξα την καρέκλα, κάθισα απέναντι του και του είπα: «Σας αναζητώ κι εγώ δεν ξέρω πόσα χρόνια για συνέντευξη». Με κοίταξε μες τα μάτια. «Κάτσε» μου απάντησε, «τι θες να πούμε, τι θες να με ρωτήσεις;» Έσκυψα κάτω το κεφάλι, από συστολή για το «πέσιμο» που του’χα κάνει του ανθρώπου, αλλά διακατεχόμουν από ειλικρινή ενθουσιασμό. Ζήτησε αμέσως να του φέρουν ένα βιβλίο του. Μου το υπόγραψε, μου το έδωσε και μου είπε αμέσως μετά: «Συνέντευξη θα κάνουμε, αλλά όταν θα έρθει η ώρα. Δεν φεύγω, θα είμαι στην Αθήνα μέχρι το ερχόμενο καλοκαίρι. Έχε υπομονή». Ανταλλάξαμε τηλέφωνα. Μιλάγαμε για καμιά ώρα κάθε φορά, συνήθως πολύ πρωί, πριν τις 9. Τον ρωτούσα να μου πει για τους Rolling Stones, που είχε γνωρίσει, για τη φιλία του με τη Joan Baez και για τα νέγρικα blues που τον είχαν συγκινήσει κάποτε τόσο πολύ ώστε να τα φιλμάρει. Το κλίμα είχε φτιαχτεί ανάμεσα μας όταν επιτέλους ήρθε η ώρα για τη συνέντευξη, αρχές καλοκαιριού του 2019. Πάλι στο καφέ του Γαβριηλίδη, που το ένιωθε σαν το σπίτι του. Θυμάμαι πως όταν φτάσαμε μαζί με την εξαίρετη φωτογράφο Αγγελική Παπαϊωάννου στο ραντεβού, στον κήπο του καφέ είχε τηλεοπτικό γύρισμα μαζί του η συνάδελφος Κυριακή Μπεϊόγλου. Κι όταν μείναμε μόνοι μας, η ώρα πέρασε και δεν το καταλάβαμε. Τον κοίταζα κατάματα καθώς εξιστορούσε τη ζωή του, ξέροντας επίσης πως θα μου βγει η πίστη στην απομαγνητοφώνηση. Μα εκείνη η στιγμή ήταν τόσο σημαντική για μένα, η καταγραφή της φωνής και της ψυχής του- εννοώ- μαζί με το περιεχόμενο των λόγων του, που τίποτα άλλο δεν είχε σημασία. Μέχρι να τελειώσουμε απ’ τη συνέντευξη βράδιασε κανονικά, μια όμορφη ζεστή καλοκαιρινή βραδιά, που την είχε κάνει ακόμη πιο όμορφη η συζήτηση με έναν διανοούμενο αυθεντικό. Δημοσιεύεται η συνέντευξη στο koutipandoras.gr και μου τηλεφωνεί ξανά καμιά βδομάδα αργότερα, πάντα πρωί: «Εσύ πρέπει να χάρηκες πολύ που με γνώρισες…» σχολίασε γελώντας. Του είπα: «Πολύ, κύριε Μανθούλη. Να μη νιώθω τυχερός;»…Και τότε μου απάντησε: «Οι γνωριμίες εσένα σε πάνε μπροστά, σαν άνθρωπο, όχι επαγγελματικά, διότι δεν ξέρω τι συμβαίνει στη ζωή σου. Να συνεχίσεις έτσι, να αγαπάς τους ανθρώπους και να σέβεσαι, προπάντων αυτό». Πόσο θα’θελα τώρα να’χα καταγράψει τη συγκεκριμένη τελευταία συνομιλία μας. Πιθανώς να ήταν πιο πολύτιμη κι από το δίωρο ηχογράφημα, στο οποίο μου ξεδίπλωσε τον πολυτάραχο βίο του. Ας πάει στο Καλό, εκεί όπου ανήκε. Στα Άγια η ψυχή του. 

278407749 4986462398140461 983390374241997295 n

* Η αφιέρωση του Ροβήρου Μανθούλη στην αυτοβιογραφία του, ομολογουμένως μία απ’ τις πιο πλήρεις και εμπεριστατωμένες βιογραφίες που έχουν κυκλοφορήσει στη χώρα μας.

** Εδώ διαβάζετε τη μαραθώνια συνέντευξη μας, όπως αναδημοσιεύτηκε στο koutipandoras.gr με αφορμή την είδηση του θανάτου του:

https://www.koutipandoras.gr/article/synenteyxi-robiros-manthoylis

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *