ceb3ceb9ceaccebdcebdceb7cf82 cf80ceb1cf84ceafcebbceb7cf82 cf84cebf cf83cf80ceb1cf83cebcceadcebdcebf ceb5ceafcebdceb1ceb9 cf80ceb9

spasmeno anthektiko

Έχοντας μπροστά μας τον συγκεντρωτικό τόμο ολόκληρου του ποιητικού έργου ενός από τους σπουδαιότερους δημιουργούς της «Γενιάς του ’70», ασφαλώς τα πράγματα είναι κριτικά δύσκολα αλλά παράλληλα και πιο ευκρινή, είναι όλο εκείνο που έχεις να πεις και συνάμα δεν μπορείς να βρεθείς έξω από τους κανόνες που ο ίδιος ο ποιητής θέτει (και όχι μόνο στους αναγνώστες του συνολικά, αλλά πολύ περισσότερο στους θαυμαστές του). Πράγματι, όταν ο ποιητής Γιάννης Πατίλης εξέδιδε σε πολύ μικρή ηλικία, όταν δηλαδή συστηνόταν στο κοινό έστω και με βιβλία που βγήκαν ιδίοις εξόδοις, ήταν το λιγότερο αυτοαναφορικός – γράφει ποιήματα στόχος των οποίων είναι το ατομικό βίωμα, μέσα σε όλα τα εκφραστικά πλαίσια, και απλώνεται προκειμένου να λειτουργήσει ως μοχλός ταύτισης, προκειμένου οι λέξεις να φέρουν ποιητή και αναγνώστη πιο κοντά, να μην αφήσει τον υπαινιγμό να μπει ανάμεσά τους. Τα ποιήματα των δύο πρώτων συλλογών, παράλληλα με τα πλέον ευσύνοπτα, κυριολεκτικώς είναι η πόρτα από την οποία μπαίνουμε σε ένα ποιητικό σύμπαν που όχι μόνο κρυμμένο δεν είναι, όχι μόνο δεν μας τρέπει και δεν μας ωθεί σε κάτι άγνωστο, όχι μόνο δεν μας παραπλανά, αλλά το αντίθετο, μας κάνει ήδη εμφανές ένα σώμα, το οποίο και θα οριστικοποιηθεί λίγο αργότερα, όταν ο ποιητής θα περάσει στο συλλογικό υποκείμενο, στο μαζικό υποσυνείδητο, στην προσωπικότητα κάθε ανθρώπου ξεχωριστά, τέλος, στην πέρα από τα συνηθισμένα εμπλοκή του, στην ολοκλήρωση τόσο των εμπνεύσεων όσο και των εμπειριών του. Ας δούμε εδώ ένα ποίημα (διαλέγουμε ένα από τα πλέον ολιγόστιχα για προφανείς λόγους) που έχει τίτλο «Το καλοκαίρι είναι».

ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΕΙΝΑΙ

Το Καλοκαίρι
δεν είναι μόνο μια κραυγή.
Είναι ένα απότομο άνοιγμα των βλεφαρίδων.
Μια εκπυρσοκρότηση στις δώδεκα το μεσημέρι.
Ένα σεντόνι μουσκεμένο στις τρεισήμισι.
Είναι ένα πτώμα εν αποσυνθέσει
στ’ απέναντι δωμάτιο
κι έχουμε αφήσει όλες τις πόρτες

ανοιχτές.
(σελ. 42)

{jb_quote}Πιο ώριμος παρά ποτέ περνώντας τα χρόνια, ο ποιητής Γιάννης Πατίλης κάνει τη στροφή και αποφασίζει να δώσει στην τέχνη του –πέρα από φιλολογικό– φιλοσοφικό και ψυχολογικό χρώμα.{/jb_quote}

Χωρίς να απεμπολεί τίποτα από εκείνο που ο ίδιος έχτισε στο έμπα του στην ποίηση, ο Γιάννης Πατίλης αποφασίζει το βάρος του κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι να γίνει ο τρόπος εκφοράς του, η μέθοδος με την οποία θα μιλήσει πλέον από εκεί και πέρα (ο ανθρωπισμός δεν λείπει από κανένα έργο του, απεναντίας, είναι διάχυτος), γίνεται μανιέρα, καλώντας σε ένα πολυποίκιλο και πολυδαίδαλο επίπεδο υψηλής αξίας, από το οποίο κανείς δεν μπορεί να απαλλαγεί χωρίς συνέπειες. Τόσο ο κοινωνικός όσο και ο πολιτικός του λόγος γίνεται ξεκάθαρα κατανοητός, γίνεται εργαλείο προκειμένου να υιοθετηθούν τεράστιας σημασίας ζητήματα, γίνεται πράξη τολμηρή εισδοχής σε ειδικού περιεχομένου ποίηση και, χωρίς την παραμικρή υπερβολή, μας εισάγει ακόμα και σε σκωπτικά ποιήματα, ούτως ώστε ολόκληρο το φορτίο το οποίο εναποθέτει πάνω μας να γίνει πιο υποφερτό, πιο διαχειρίσιμο, πιο εύκολο στη μεταφορά του, με δυο λόγια πιο αφομοιώσιμο σε μια λογική απαισιόδοξη, βαριά, βαθυστόχαστη και παραστατική, σε οτιδήποτε γίνεται ερέθισμα για τον ποιητή, το οποίο και πρέπει να μετασχηματίσει και να πάρει θέση. Άρα ο πολιτικοκοινωνικός χαρακτήρας των ποιημάτων που καλλιεργεί, είναι τόσο έντονος και πραγματιστικός, τόσο ρεαλιστικός και καθημερινός, τόσο καθοριστικός και δουλεμένος μέχρι τον τελευταίο στίχο, που αποδεικνύει το τεράστιο ταλέντο ενός ποιητή που δεν φοβήθηκε τη συγκεκριμένη τέχνη αλλά τη σεβάστηκε, δεν θέλησε δηλαδή να καταφύγει σε ακρότητες και σε εκτός ορίων καταστάσεις, όσο και αν οι τελευταίες μαγαρίζουν μάτια με λιγότερες παραστάσεις και εμπειρίες. Ας δούμε τώρα το ποίημα «Άμμος»:

ΑΜΜΟΣ

Αθώο αίμα που γράφεις τα δελτία ειδήσεων
φτωχών της Παλαιστίνης εμφιαλωμένων στ’ αναψυκτικά.
Σιωπηλοί περιμένουμε στο νάρθηκα του ιατρείου·

έχω συμπτώματα εδίκτου των Μεδιολάνων
άγχος του Διάκου που αγαπούν οι τηλεθεατές.
(σελ. 102)

Πιο ώριμος παρά ποτέ περνώντας τα χρόνια, ο ποιητής Γιάννης Πατίλης κάνει τη στροφή και αποφασίζει να δώσει στην τέχνη του –πέρα από φιλολογικό– φιλοσοφικό και ψυχολογικό χρώμα, αποφασίζει να μιλήσει για όλα όσα οι απαντήσεις είναι λειψές, ανεπαρκείς και χωρίς ουσία, αφού τίποτε δεν είναι δεδομένο. Πράγματι, επιστρατεύοντας τις πιο μεγάλες του δεξιότητες, τόσο στα Κέρματα (1980) όσο και στο Ζεστό μεσημέρι (1984), τόσο στο Γραφέως κάτοπτρον (1989) όσο και στην Ακτή Καλλιμασιώτη και άλλα ποιήματα (2009), ο ποιητής αφιερώνει τον εαυτό του σε ζητήματα άλυτα, που για τους πολλούς αυτά ούτε καν υπάρχουν, που διασφαλίζουν τις σκέψεις όσων δεν υπακούουν στο υπαρκτό, όσων δεν αστειεύονται με ζητήματα ζωής και θανάτου, έρωτα και απογοήτευσης, απώλειας και έλλειψης – τέλος, όσων δεν εφησυχάζουν με λόγια απλά αλλά αναζητούν το σύνθετο, κάτι που η ποίηση αφειδώς προσφέρει. Ας δούμε το ποίημα [3] από τη συλλογή Ζεστό μεσημέρι.

[3]

Δεν βλέπω γιατί να φύγω.
Να πάω πού;
Πού θα βρω τόσα ερείπια.
Τόσα κομμάτια του ολόκληρου.
Καλύτερα εδώ.
Ανάμεσα στα ερείπια του χθες
Και σ’ αυτά που έρχονται.
Μόνος. Σ’ αυτούς τους άδειους δρόμους.
Ένας οποιοσδήποτε.
Που περπατάει
Παραπατάει
Κοιτάει
Το μακάριο φως του ήλιου.
Το μακάβριο.
(σελ. 191)

Ο τόμος Το σπασμένο είναι πιο ανθεκτικό (τίτλος παρμένος από στίχο ποιήματος, ο οποίος μας αποτρέπει από το να δούμε τη ζωή μας, το πρόσωπό μας, την ατομικότητά μας όπως αληθινά είναι) είναι ένα συλλεκτικό πόνημα, το οποίο δεν αφορά μόνο τους απλούς αναγνώστες αλλά επιπλέον δασκάλους, φοιτητές, μανιώδεις και εμμονικούς συλλέκτες, όποιον τέλος πάντων αναζητά σε ένα βιβλίο το κάτι παραπάνω από εκείνο που θέλει να είναι (αν το πάρετε στα χέρια σας, θα με θυμηθείτε). Δεν υπερβάλλει ο ποιητής –αφού ο ίδιος ως φιλόλογος ξέρει να στολίσει ένα έργο με ό,τι χρειάζεται–, το αντίθετο, χρησιμοποιώντας –ιδίως τα τελευταία δέκα χρόνια– όλες τις ποιητικές φόρμες, όλα τα ποιητικά μοτίβα και όλες τις μορφές της σύγχρονης δημιουργίας, γίνεται ένα άτομο ξεχωριστό, μια περσόνα ιδιαίτερη, ένας γνήσιος γραφιάς, ένας ειδικός που ξέρει να απλώνεται στο άδειο χαρτί με την ίδια άνεση που κάνει τις καθημερινές του απλές κινήσεις (όσο και αν εμείς δεν γνωρίζουμε πόσο πόνο καταβάλλει για να αφηγηθεί και να μετασχηματίσει μία του έμπνευση). Άρα για πάντα ποίηση, άρα από έναν κορυφαίο της «Γενιάς του ’70», άρα για πάντα συνδεδεμένοι με έναν άνθρωπο που μιλά μέσα μας με τον πιο πρόσφορο τρόπο. Κλείνοντας, ας δούμε το ποίημα «Ο Μάκης Ψωμιάδης σε καφετέρια στα Σκόπια» από τη συλλογή Αποδρομή του αλκοόλ και άλλα ποιήματα (2012).

Ο ΜΑΚΗΣ ΨΩΜΙΑΔΗΣ ΣΕ ΚΑΦΕΤΕΡΙΑ ΣΤΑ ΣΚΟΠΙΑ

Εγώ μπροστά τους είμαι λευκή περιστερά
οι τελειωμένοι που θέλαν να ρεφάρουν με τον Άζαξ
γι’ αυτό κι ο Αγαπούλας πέρασε τα σύνορα
Τι σχέση έχει ο Γιωργάκης με το Μάκαρο;
στο σύστημά τους πάντα χάνει ο λαός
ενώ ποιος πόνταρε ποτέ στο Μάκη Μπόι κι έχασε;
Πολιτικός κρατούμενος και θύμα του συστήματος
στο μέρος τούτο νιώθω πλέον ασφαλής
μικρό αλωνάκι ο τόπος για μεγάλους
Σ’ αυτή την καφετέρια εγώ ο Μπιγκ Μακ
πίνω ατάραχος τη φραπεδιά μου και κοιτώ
τον καβαλάρη Μπιγκ Άλεκ στην πλατεία
(σελ. 347)

 

Το σπασμένο είναι πιο ανθεκτικό
Ποιήματα 1970-2022
Γιάννης Πατίλης
Ύψιλον
σ. 544
ISBN: 978-960-17-0397-8
Τιμή: 22,50€
001 patakis eshop

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *